Είναι δύσκολο να χωρέσει σε μερικές γραμμές η μουσική ιδιοφυΐα των Arcturus. Με πέντε συνολικά άλμπουμ στο ενεργητικό τους, οι Νορβηγοί έχουν καταφέρει να περάσουν στο πάνθεον της black metal και της metal σκηνής γενικότερα, ενώ ταυτόχρονα τόλμησαν να εξερευνούν τον ήχο τους και να πειραματίζονται κάθε φορά, χωρίς να χάνουν την ταυτότητα τους. Πρωτοπόροι και τρομερά ταλαντούχοι, χρησιμοποιούν πάντα τo black metal ως βάση για να δημιουργήσουν ένα απρόβλεπτο καλλιτεχνικό έργο.
Οι Arcturus δημιουργήθηκαν το 1991 στο Oslo της Νορβηγίας, ως παράπλευρο συγκρότημα των ήδη υπαρχόντων μελών των death metallers Mortem, οι οποίοι προϋπήρχαν από το 1987 και είχαν κυκλοφορήσει μόνο το demo Slow Death το 1989. Τα δύο συγκροτήματα υπήρχαν παράλληλα για μερικά χρόνια, οπότε δεν υπήρχε και αλλαγή μουσικής κατεύθυνσης για τους Arcturus.
Όλα αυτά μέχρι το 1996, όπου κυκλοφόρησε και το πρώτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ, το Asperia Hiems Symfonia, που σημαίνει «Η συμφωνία του σκληρού χειμώνα». Με αυτό το άλμπουμ να παραμένει μέχρι και σήμερα η ‘πιο black metal’ κυκλοφορία τους, ξεχώρισαν απευθείας από τις υπόλοιπες black metal μπάντες της εποχής, αφού τα θέματα με τα οποία καταπιάστηκαν αφορούσαν τη μυθολογία των Vikings, την αστρονομία, τη φύση, τον χειμώνα, αλλά και αδιανόητα ψαγμένα μουσικά επίπεδα, με τα οποία ο κόσμος δεν είχε καν έρθει σε επαφή πριν τους Arcturus.
Από το άλμπουμ ξεχωρίζει το εναρκτήριο κομμάτι To Thou Who Dwellest In The Night και φυσικά το φοβερό Fall Of Man. Ο Sverd βάζει τη σφραγίδα της μπάντας με τα καταπληκτικά πλήκτρα του, ενώ ο Hellhammer μας δίνει ένα πολύ μικρό δείγμα από αυτό που θα ακολουθήσει στη συνέχεια της πορείας τους. Ο δίσκος κυκλοφόρησε και remastered, με πολύ καλύτερο ήχο και δύο bonus tracks, το The Deep Is The Skies και το Cosmojam.
Το 1997 θα γινόταν μια τομή στην ιστορία του είδους, με τον θρυλικό πλέον δίσκο La Masquerade Infernale. Από το artwork του άλμπουμ, που σε στοιχειώνει η αλήθεια είναι, μέχρι και τα μουσικά στοιχεία με τα οποία πειραματίστηκαν, έκαναν τους πάντες να απορούν με αυτό που ακούν και βλέπουν. Καινοτόμοι όπως είπαμε και στην αρχή, έφυγαν από το black στοιχείο, που έδωσε τη θέση του στα πλήκτρα (ο Sverd πάλι έκανε τα μαγικά του), τα synthesizers και τα φανταστικά samples. Στο καταπληκτικό Ad Astra παίρνουμε μια γερή γεύση από τα πλήκτρα του Sverd, ενώ στο The Chaos Path τα vocals είναι από άλλο πλανήτη. Άλλο ένα αγαπημένο μου κομμάτι είναι το Alone, του οποίου οι στίχοι είναι παρμένοι από ποίημα του Edgar Allan Poe.
Το La Masquerade Infernale είναι ένας δίσκος που μέχρι και σήμερα έχει τεράστιο impact και αναφέρεται ως ορόσημο της εξέλιξης της metal μουσικής. Τρομερή μουσική εμπειρία, ζηλεύω όποιον έχει την ευκαιρία να το ακούσει για πρώτη φορά.
Με το τρίτο τους άλμπουμ το 2002, το The Sham Mirrors, οι Arcturus κάνουν μια πανέξυπνη κίνηση μετά την τεράστια επιτυχία του La Masquerade Infernale. Ενώ θα περίμενε κανείς, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα με το επόμενο βήμα μεγάλων επιτυχιών, να πέσουν στην παγίδα ενός άλμπουμ στη σκιά του προηγούμενου, αλλάζουν εντελώς τον ήχο τους. Χωρίς να χάνουν την ταυτότητα τους, περνάνε σε μια πιο μοντέρνα εκδοχή τους, με θεματολογία sci-fi. Από το εξώφυλλο του δίσκου που δείχνει το γνωστό διαστημόπλοιο Apollo μέχρι και τον Garm που δίνει τον καλύτερο του εαυτό στα φωνητικά, οι Arcturus παραδίδουν άλλο ένα αριστούργημα. Το εναρκτήριο κομμάτι Kinetic σε βάζει σε έναν εντελώς άλλο κόσμο, μέχρι και το τελευταίο κομμάτι του άλμπουμ (και το μεγαλύτερο τους, με πάνω από 10 λεπτά διάρκεια), το For To End Yet Again, με το οποίο αυτή η τεράστια μπάντα σε ταξιδεύει στο διάστημα.
Με την αποχώρηση του Garm, o Vortex αναλαμβάνει το βαρύ έργο των vocals για το επόμενο τους άλμπουμ. Το 2005 κυκλοφορεί το Sideshow Symphonies, το οποίο έχει μια απλουστευμένη μουσική φόρμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λείπουν τα επίπεδα στα οποία μας είχαν συνηθίσει οι Arcturus. Η μπάντα μειώνει τη χρήση των πλήκτρων και καταφέρνει να αναπληρώσει το κενό του Garm, χωρίς καν να σκεφτόμαστε ότι υπήρχε κάποιο κενό. Το άλμπουμ έχει κάποιες αδύναμες στιγμές, όπως το πρόβλημα με τον ήχο στο Hibernation Sickness Complete λόγω λάθους στο mastering, αλλά και πάλι δίνουν μεγαλειώδεις στιγμές με τα Deamonpainter και Εvacuation Code Deciphered. Το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, το Hufsa, έχει πάρει το όνομα του από τον Νορβηγικό χαρακτήρα The Groke, από την σειρά παιδικών βιβλίων Moomin του Tove Jansson.
«Καλώς ήρθατε στο τελευταίο show των Arcturus…για πάντα!». Τα λόγια του Vortex στη συναυλία της Μελβούρνης επιβεβαίωσαν τη φήμη που υπήρχε για διάλυση της μπάντας, την οποία ανακοίνωσαν στις 16 Απριλίου του 2007. Ευτυχώς αυτό κράτησε μόνο για 4μιση-5 χρόνια, οπότε και κυκλοφόρησαν μετά από έντονη προσμονή του κοινού το άλμπουμ Arcturian, το 2015. Μετά από 10 χρόνια δισκογραφικής απουσίας, οι fans πέσαμε πάνω στο άλμπουμ με τρομερό ενθουσιασμό, όπως αναμενόταν. Με το Arcturian ήταν σαν να μην έλειψαν ποτέ. Φάνηκε σαν μια φυσική συνέχεια του Sideshow Symphonies, με τα φωνητικά του Vortex να είναι όπως πάντα υπέροχα, εμπνευσμένα και καλοδουλεμένα. Το Crashland και το Demon ξεχωρίζουν, και μας θυμίζουν τα έπη που μας έκαναν να αγαπήσουμε τόσο αυτήν την μπαντάρα. Το σημαντικότερο με το Arcturian είναι ότι δεν μοιάζει με μια βεβιασμένη κίνηση επανένωσης της μπάντας, αλλά είναι μια πραγματική καλλιτεχνική ανάγκη τους. Οι Arcturus είναι η απόδειξη ότι όταν τα κίνητρα των μουσικών είναι μόνο καλλιτεχνικά, το αποτέλεσμα δικαιώνει.
Η αγαπημένη μπάντα επιστρέφει στις 21 Απριλίου, στο Fuzz Club, για μια αξέχαστη – το ξέρουμε από τώρα – συναυλιακή εμπειρία. Οι Arcturus με τον πρωτοπόρο συνδυασμό black metal, electronic στοιχείων, κλασικής μουσικής και υπέροχου visualization, προσφέρουν πάντα ένα τολμηρό και διαστημικό σόου. Όποιος έχει πάει σε κάποιο live τους στο παρελθόν, το θυμάται μέχρι και σήμερα. Θα είναι μια φοβερή ευκαιρία και για άτομα μικρότερης ηλικίας, που δεν τους πρόλαβαν παλιότερα, να ζήσουν το μεγαλείο αυτής της μπάντας και να ψαχτούν με τη δισκογραφία τους. Ο καλύτερος τρόπος να ξεκινήσει το μεγάλο συναυλιακό κύμα του καλοκαιριού. Mην το χάσετε!