Μετά το καταιγιστικό τους ντεμπούτο με το “Afterglow” (2017), οι Arcadian Child μετά από ένα χρόνο επιστρέφουν με δεύτερο δίσκο, τον “Superfonica”. Θα μπω κατευθείαν στο θέμα…
Εν αρχή ήταν το ζοφερό “Bain Marie”, που προσγειώνεται στα αυτιά σαν κομήτης και ξεδιπλώνει μέσα από έναν βαρύ, σταθερό συμπυκνωμένο ήχο υπέροχα κιθαριστικά layers, προσφέροντας μια πολλά υποσχόμενη αίσθηση για το τι να περιμένουμε στη συνέχεια.
Aκολουθεί το πιο up-tempo, εξίσου όμως ηχητικά «σκληρό», “Twist Your Spirit”, που στο τέλος της διαδρομής παρεκτρέπεται με μια επιβραδυντική στροφή, φανερώνοντας την ανεξάντλητα πειραματική διάθεση της μπάντας.
Με το trip-αριστικό, τύπου sing-along, “Brothers” προστίθεται μια πιο space rock διάσταση στον δίσκο και το μεθυστικό ταξίδι συνεχίζεται με το “Constellations”, όπου αναδεικνύεται μια “Beatles” διάθεση στα ρεφρέν.
Ακολουθεί το “Paintings”, που είναι ίσως το αγαπημένο μου από το δίσκο, ομιχλώδες, ρομαντικό με διάσπαρτα θραύσματα σκληρού ήχου, ικανό να σε παρασύρει σε μια όμορφη δίνη και με μια υπέροχη soft φωνή να ψιθυρίζει συνοδεύοντας την κιθάρα. Δίπλα του στέκεται ισάξιο το “She Flows”.
Οι ρυθμοί πέφτουν και άλλο με “Before We Die” λίγο πριν το τέλος (του album) και θα σταθώ στο τέλος, διότι με το “Τhe March” διακτινιζόμαστε στην Ανατολή -ψοφάω για κάτι τέτοια- , εκεί όπου μπορούμε να μιλήσουμε για γνήσια ψυχεδέλεια.
Με κάθε επόμενο τραγούδι του δίσκου η μπάντα καταφέρνει να εξελίσσεται, πηγαίνοντας ένα βήμα παρακάτω, με αποτέλεσμα να μην περνάει ούτε ξυστά από το μυαλό σου η ιδέα να προσπεράσεις σε fast forward ούτε μισό τραγούδι.
Ήδη, προσωπικά, ανυπομονώ να ακούσω τους νέους Arcadian Child σε ανοιχτό συναυλιακό χώρο το καλοκαίρι.