Οι A Monkey Shine τους μήνες που προηγήθηκαν έδωσαν τα πρώτα δείγματα της δουλειάς τους, τα δύο εξαιρετικά πρώτα single ”Audiotrip” και “Deep In The Mud”, από το επερχόμενο ντεμπούτο άλμπουμ τους “Altered State”. Το Rockin’Athens είχε την ευκαιρία να μιλήσει με τον Γιώργο Τόλια, μπασίστα και ιθύνοντα νου της μπάντας, για τους A Monkey Shine και τα σχέδιά τους για το μέλλον.
Πώς προέκυψαν οι A Monkey Shine; Ήταν ένα project που υπήρχε καιρό στο μυαλό σου προτού γίνει πραγματικότητα; Ήταν εξαρχής στόχος να είναι γκρουπ, ή ξεκίνησε σαν προσωπικό project και σιγά-σιγά μετεξελίχθηκε σε μπάντα;
Οι A Monkey Shine, βασικά, δημιουργήθηκαν λόγω της αγάπης μου για τη μουσική, την επιθυμία για δημιουργία μουσικής μέσω του αγαπημένου μου οργάνου που είναι το ηλεκτρικό μπάσο, και την ανάγκη να εκφράσω κάποια συναισθήματα που με συνοδεύουν πολύ καιρό τώρα. Κάποιες προσωπικές εμπειρίες ζωής, μνήμες και ιστορίες που άκουσα από ανθρώπους, κοντινούς μου ή μή, με ώθησαν να προσπαθήσω να εκφραστώ μέσα από τη μουσική και τους στίχους.
Η ιδέα για το project ξεκίνησε στη Νέα Ορλεάνη, όπου ήμουν βοηθός ηχολήπτη στο στούντιο μουσικής παραγωγής The Marigny Recording Studio του φίλου μου μουσικού Rick Nelson (The Afghan Whigs, The Twilight Singers). Εκεί γνώρισα και άκουσα πολλούς επαγγελματίες μουσικούς της jazz, blues, και rock, και κάτι πυροδότησε μέσα μου να αρχίσω να γράφω κάτι στο ηλεκτρικό μπάσο για την πόλη, και τις ιστορίες που άκουγα για τον τυφώνα Katrina και τις καταστροφές που έφερε η πλημμύρα σε πολλές γειτονιές της.
Όταν γυρίσαμε Ελλάδα, λίγο πριν την πανδημία, ξεκίνησα με τη βοήθεια του φίλου μου κιθαρίστα Άκη Γιαννικόπουλου να δουλεύουμε 2 αρχικές μου ιδέες, και παράλληλα αρχίσαμε να ψάχνουμε μουσικούς ώστε να στήσουμε ένα σχήμα. Η χρονοβόρα προσπάθεια να στηθεί μπάντα δεν ευδοκίμησε τελικά, για διάφορους λόγους, ένας από τους οποίους και η πανδημία. Τότε αποφάσισα να συνεχίσω τη διαδικασία μόνος, με τη βοήθεια ενός παλιού φίλου πιανίστα, του Νικόλα Σπηλιωτόπουλου. Πάντα μου άρεσε το πιάνο, και το είχα φανταστεί σε τρία κομμάτια σαν βασικό όργανο.
Όταν τελικά συνθέσαμε τα 3 πρώτα κομμάτια, ψάξαμε στούντιο και session μουσικούς για να ξεκινήσουμε ηχογράφηση, και το ένα έφερε το άλλο. Σιγά-σιγά, με υπομονή κι επιμονή, ξεκινήσαμε τη δημιουργία του πρώτου άλμπουμ. Παράλληλα με την παραγωγή, υπό την καθοδήγηση και εποπτεία του ηχολήπτη Jim Katsaros στο Underground Music Studios στο Περιστέρι, αναζητούσα μουσικούς να ενταχθούν στην μπάντα σαν μόνιμα μέλη. Μετά από καιρό καταφέραμε να κλειδώσουμε στο τελικό 6μελές σχήμα (Κωνσταντίνος Τζιάβος – Φωνητικά, Άκης Γιαννικόπουλος – Κιθάρα, Βασίλης Δημητρακόπουλος – Κιθάρα, Νικόλας Σπηλιωτόπουλος – Πιάνο/πλήκτρα, Γιώργος Τόλιας – Μπάσο, Κωνσταντίνος Αθανασάτος – Ντραμς), το οποίο και ονομάστηκε A Μonkey Shine.
Η Νέα Ορλεάνη είναι ένας τόπος στον οποίο διέμενες για αρκετά χρόνια. Πόσο και με ποιον τρόπο επηρέασε αυτή η πόλη τη μουσική των A Monkey Shine;
Τη Νέα Ορλεάνη την επισκέφθηκα με τη σύντροφό μου Karen, αρχικά τουριστικά, πριν αρκετά χρόνια. Οι βασικοί λόγοι για να την επισκεφθούμε ήταν η αγάπη της Karen για τα ταξίδια, και ο αγαπημένος φίλος μας μουσικός David Rosser (κιθαρίστας με Mark Lanegan, The Afghan Whigs, The Twilight Singers, Gutter Twins), που έμενε εκεί, στο Algiers Point (το κομμάτι “Get to the point” είναι αφιερωμένο σε αυτόν), ο οποίος δυστυχώς έφυγε από τη ζωή πολύ νωρίς, το 2017. Ερωτευθήκαμε την πόλη, ευτυχώς και οι δύο, και το 2015 αποφασίσαμε να μετακομίσουμε εκεί με τη γάτα μας Poupée. Zήσαμε εκεί περίπου για δύο χρόνια.
Η Crescent City/The Big Easy, όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, φύτεψε το σπόρο για τρία κομμάτια από το επερχόμενο άλμπουμ μας, αφιερωμένα σε αυτήν, και την ευρύτερη περιοχή της Louisiana και του Mississippi, και τους κατοίκους της. Οι πολλοί τρόποι που με επηρέασε η πόλη διακρίνονται μέσα από τους τίτλους και στίχους των κομματιών. Το άλμπουμ, όμως, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου βασισμένο στις εμπειρίες μου από τη Νέα Ορλεάνη. Θίγει και θέματα όπως την απώλεια, την αγάπη, τη σημασία της φιλίας και υπομονής στη ζωή, τις όμορφες αλλά και πιο δύσκολες στιγμές της καθημερινότητας, την αποξένωση, τη σημασία να ονειρεύεσαι, και τη διαρκή αναζήτηση απαντήσεων στα υπαρξιακά ερωτήματα.
Χαρακτηρίζετε τη μουσική που παίζετε “swamp rock”. Ποιοι καλλιτέχνες υπήρξαν οι κύριες επιρροές σας; Υπήρξαν καλλιτέχνες, που ίσως αδυνατούμε να διακρίνουμε με την ακρόαση της μουσικής σας, εξίσου επιδραστικοί;
Είμαστε μια rock κατά βάση μπάντα, με ποικίλες επιρροές από διάφορα είδη, κι ας πούμε ότι αιωρούμαστε στο πεδίο της αγγλόφωνης alternative rock αμερικανικού ύφους, αγγίζοντας το swamp rock και blues στοιχείο, σε κάποια, αλλά όχι όλα από τα κομμάτια μας. Οι ταμπέλες του genre ας μπουν από άλλους. Μπορώ να αναφέρω κάποιους δικούς μου αγαπημένους καλλιτέχνες ή μπάντες, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους των άλλων πέντε μελών.
Επειδή είμαι παιδί των 90’s, και εντός εκείνης της δεκαετίας άρχισα να ψάχνομαι πιο βαθιά στα ακούσματα, μου αρέσουν σχεδόν όλες οι μπάντες της σκηνής του Seattle και όχι μόνο, όπως Stone Temple Pilots, Alice In Chains, Soundgarden, Mad Season, Mudhoney, Mother Love Bone, Pearl Jam, Masters of Reality, Mark Lanegan Band προφανώς, Screaming Trees, Soulsavers… η λίστα δεν έχει τέλος (γελάει).
Τώρα όσο αφορά άλλες επιρροές που μπορεί κάποιος να διακρίνει ή όχι, κάποιες από αυτές είναι Nick Cave, Low, Joy Division, PJ Harvey, The Breeders, τα σχήματα της trip-hop σκηνής του Bristol, David Bowie, Pink Floyd, Stone Roses, Black Sabbath, Muddy Waters, Slint, Tomahawk, The Tea Party, και σταματάω εδώ.
Τόσο το όνομα της μπάντας όσο και του άλμπουμ αποτελούν αναφορές σε κινηματογραφικές ταινίες. Ποια είναι η ιδιαίτερη σχέση σου με τον κινηματογράφο, αν υπάρχει τέτοια;
Το όνομα της μπάντας το είχα στο μυαλό μου αρκετά χρόνια τώρα. Ναι, είναι αναφορά σε αγαπημένη μου ταινία, και στο βιβλίο όπου αυτή βασίζεται (και το συστήνω), καθώς και στη σημασία της φράσης, που στα αγγλικά σημαίνει “mischievous behavior/prank act” (κατεργαριά). Ο τίτλος του άλμπουμ, επίσης, προήλθε από μια πολύ αγαπημένη μου παλιά ταινία, και περιγράφει τις αλλαγές/διακυμάνσεις στην ψυχολογική και σωματική κατάσταση ενός ανθρώπου καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αγαπώ πολύ τον κινηματογράφο, τον ψάχνω αρκετά, και μερικές φορές γράφω μουσική με κίνητρο ένα imaginary film soundtrack.
Στο πρώτο single από το επερχόμενο ντεμπούτο άλμπουμ σας, το “Audiotrip”, σε μια εξαιρετική ερμηνεία στα φωνητικά συναντάμε τον μπλουζ τραγουδοποιό και κιθαρίστα Duke Garwood, ίσως γνώριμο στο rock κοινό από την πολυετή συνεργασία του με τον θρυλικό Mark Lanegan. Πώς προέκυψε μια τέτοια συνεργασία;
Είχα την τύχη να γνωρίσω τον Duke Garwood μέσω του Mark Lanegan και κάποιων μουσικών συνεργατών του. Σιγά-σιγά γίναμε φίλοι και παραμείναμε σε επαφή παρ’ όλο που ζεί στην Αγγλία.
Στο πρώτο single μας “Audiotrip”, που έγραψα στη μνήμη της μητέρας μου Νίκης σε συνεργασία με τον φίλο μου Νικόλα (Σπηλιωτόπουλο), ήθελα η φωνή να είναι ενός τραγουδιστή με βαθιά και χαλαρή χροιά, έτοιμου να αποδώσει συναισθηματικά αυτό που είχα στο μυαλό μου γράφοντας του στίχους, οι οποίοι είναι σαν ένας διάλογος με τη μητέρα μου που δεν πρόλαβα να τελειώσω όσο ζούσε. Η ολοκλήρωση αυτού του διαλόγου έγινε με όσο περισσότερη αγάπη και φροντίδα γινόταν από τον Duke, και τον ευχαριστώ ιδιαιτέρως που δέχθηκε και έβαλε τη φωνή και την ψυχή του σε αυτό το κομμάτι, που έχει ιδιαίτερη προσωπική σημασία και βάρος. Η γλυκιά του μελαγχολία λειτούργησε σαν κάθαρση για μένα. Θα μπορούσα να πω πολλά ακόμα, αλλά τα πέντε λεπτά της διάρκειάς του αγκαλιάζουν, πιστεύω, την ουσία. Η χαρά μου είναι ότι έχει αγγίξει, και συνεχίζει να αγγίζει, ανθρώπους με παρόμοιες εμπειρίες απώλειας αγαπημένων προσώπων, ή για οποιουσδήποτε άλλους λόγους.
Τα πρώτα δείγματα από το επερχόμενο άλμπουμ σας, πέρα από την ποιότητα των συνθέσεων, δείχνουν ότι έχει γίνει πολύ μελετημένη δουλειά στην παραγωγή και στις ενορχηστρώσεις, κάτι που καταφέρατε δίχως κάποια χρηματοδότηση ή υποστήριξη στα πρώτα σας αυτά βήματα από δισκογραφική εταιρεία. Τελικά, αρκεί το μεράκι για ένα τέτοιας υψηλής ποιότητας αποτέλεσμα;
Προσωπικά, δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι αρκεί μόνο το μεράκι για το βέλτιστο αποτέλεσμα για κάποιον τραγουδοποιό, ή και στιχουργό. Ειλικρινά δεν έχω ιδέα πως λειτουργεί η διαδικασία της δημιουργίας για τον κάθε μουσικό. Θα χρησιμοποιήσω μια φράση του Leonard Cohen που είπε: “If I knew where the good songs came from, I’d go there more often” («Αν ήξερα από που έρχονται τα όμορφα τραγούδια, θα επισκεπτόμουν εκείνο το μέρος πιο συχνά»).
Νομίζω είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων, που μαθαίνεις στην πορεία διάφορους τρόπους να τα συνδυάζεις σωστά κατά εσένα, ώστε να γεννήσεις κάτι που θα σε ευχαριστήσει. Αυτό που έμαθα μέχρι τώρα όσον αφορά τη μουσική δημιουργία, είναι πως είναι μια συλλογική προσπάθεια διαφόρων ανθρώπων που έχεις γύρω σου, μουσικών ή μη, που ξεκινάει μεν σαν μικρή ιδέα, αλλά θέλει την αγάπη και φροντίδα από όλους τους συμβαλλόμενους για την ολοκλήρωση μιας παραγωγής άλμπουμ π.χ. «Μόνος μου τα καταφέρνω όλα» δεν ανήκει στη φιλοσοφία μου, χα χα.
Υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα για την κυκλοφορία του “Altered State”; Θα έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε κάποια ζωντανή εμφάνιση της μπάντας πριν κυκλοφορήσει αυτό;
Το ντεμπούτο άλμπουμ μας θέλουμε να κυκλοφορήσει αρχικά ψηφιακά, μέσα στις αρχές του 2024, και τρέχουμε γι’αυτό. Μελλοντικά θα θέλαμε να κυκλοφορήσει και σε βινύλιο και CD, but who knows? Συγκεκριμένη ημερομηνία δεν έχουμε ακόμα, αλλά σύντομα θα ανακοινωθεί. Η πρώτη live εμφάνιση/παρουσίαση άλμπουμ θα γίνει μετά την κυκλοφορία του, και θα ανακοινωθεί με τον καιρό, όταν αποφασιστεί κι οργανωθεί, sorry about that (γελάει).
Μπορεί οι A Monkey Shine να βρίσκονται ακόμη στο ξεκίνημα, αλλά παίρνοντας υπόψη και τη θετική ανταπόκριση που βρήκαν από ραδιοφωνικούς παραγωγούς εντός και εκτός συνόρων τα single σας μέχρι στιγμής, ποιο φιλοδοξείτε να είναι το μέλλον της μπάντας;
Ναι, η ανταπόκριση και το feedback από τους ακροατές και ραδιοφωνικούς παραγωγούς εντός κι εκτός συνόρων τυχαίνει να είναι πολύ καλή, και χαιρόμαστε γι’αυτό. Φτάσαμε και στα FM, κάτι για το οποίο χαρήκαμε ιδιαίτερα. Μην ξεχνάμε ότι είναι η πρώτη φορά που εκθέτουμε δημοσίως μια δουλειά μας ως A Monkey Shine. Είναι πολύ νωρίς για να μιλήσω, έστω και υποθετικά, για το μέλλον και γενικά όσο μεγαλώνω προσπαθώ να μην κάνω πλάνα μακρινά, γιατί life is very uncertain and there is proof of that, if you refuse to stay blind with your eyes open.
Η συνήθης φράση «Κάνουμε κάτι πρώτα για να αρέσει σε εμάς, και μετά ό,τι γίνει» ναι μεν ισχύει εν μέρει και για εμάς, αλλά κατά τη δική μου άποψη είναι κάτι αόριστο, χωρίς να δείχνει κάποιου είδους στόχο και θέληση για εξέλιξη. Όλοι μας θέλουμε να αρέσει η δουλειά μας σε όσους περισσότερους γίνεται, μην κοροϊδευόμαστε. Έχω ακούσει πολλά από πολλούς για το πόσο “in”, contemporary, mainstream, ή underground είναι η μουσική που παίζουμε, και πόσο δύσκολα ή εύκολα ακούγεται, αν είναι radio friendly, τι κοινό έχει στη Ελλάδα, «πώς θα πουλήσει;», αν υπάρχει hit κομμάτι μέσα στο άλμπουμ, κι ό,τι άλλο θες. Ο καθένας λέει ό,τι νομίζει και γίνεται πολύ βαρετό, κουραστικό, και ανούσιο στο τέλος, ειδικά όταν αρχίζει το τριπάρισμα των σκέψεων και προβληματισμών. Ο καθένας σκέφτεται με τον δικό του τρόπο, αναλόγως από ποια γωνία βλέπει το όλο θέμα…
Εγώ για το τέλος έχω μόνο αυτό να πω, για την μπάντα που δημιουργήσαμε με κόπο, αγάπη, και μεράκι, όπως είπες. Θα το πω στα αγγλικά όμως, γιατί το μήνυμα/χαιρετισμός προορίζεται προς όλους/ες που μας ακούν, ή θα ακούσουν, και δεν είναι μόνο Έλληνες: “We are A Monkey Shine. This will be our first album ”Altered State”. Ηope you like our music and if you do, share it with others, looking forward to seeing you all at a future live show. Thank you for your love and support, stay tuned, cause you ain’t seen nothing yet.“