Οι One Hour Before the Trip παίζουν instrumental post-rock ή -όπως λένε και οι ίδιοι- “γκαραζοψυχεδελικό ποστ-ροκ με μινιμαλιστικές διαθέσεις”, και έχοντας κυκλοφορήσει το νέο τους album πριν λίγο καιρό, μιλούν στο Βασίλη Λύτρα για λογαριασμό του Rockin’Athens.
Καλησπέρα σας One Hour Before the Trip και καλωσήρθατε στο Rockin’Athens! Πως είστε αυτές τις μέρες;
Καλησπέρα και καλώς βρεθήκαμε. Έχοντας επιστρέψει από μία περιοδεία στην Κρήτη, ετοιμαζόμασταν για τη συναυλία της Αθήνας που θα γινόταν στο Σταυρό του Νότου Plus στις 20 Απριλίου και η οποία δυστυχώς ακυρώθηκε λόγω τραυματισμού μέλους της μπάντας. Υπήρχε πάντως αγωνία μεγάλη μιας και έχουμε 3 χρονια να εμφανιστούμε στην πόλη που ζούμε. Η αλήθεια είναι όσο και αν γυρνάμε στην επαρχία μάς λείπουν τα αθηναϊκά live, γι’ αυτό και σκοπεύουμε να το οργανώσουμε ξανά το συντομότερο δυνατό. Γενικά, προσπαθούμε να διατηρήσουμε την “ενέργεια” των προηγούμενων συναυλιών και έτσι κάνουμε αρκετές πρόβες αυτόν τον καιρό.
Πρώτον και κύριον, πείτε μας εν ολίγοις την ιστορία των One Hour Before the Trip!
Η μπάντα σχηματίστηκε το 2004 και αποτελεί μετεξέλιξη ενός άλλου συγκροτήματος που έπαιζε αγγλόφωνο rock – είχε δηλαδή φωνητικά. Από την αρχή απέκτησε χαρακτηριστικά κολλεκτίβας και έχουν περάσει αρκετοί άνθρωποι από τις τάξεις της – τεχνικοί και μουσικοί. Σε καμία φάση της δεν προσπάθησε να ακολουθήσει τον “συμβατικό” δισκογραφικά δρόμο και έτσι όλο το υλικό που έχει κυκλοφορήσει καθώς και όλες οι εμφανίσεις της αποτελούν προϊόντα αυτό-οργάνωσης.
Λίγο πριν “μπει” το 2016, κυκλοφόρησε το νέο σας album “Boarding Pass”. Έχω την εντύπωση πως πήγε εξαιρετικά, αλλά για πείτε μου και τις δικές σας γνώμες…
Ναι, η τυπική απάντηση σε αυτήν την ερώτηση είναι πως κυκλοφόρησε και πήγε εξαιρετικά! Όμως, αυτοί οι όροι έχουν αλλάξει και σημαίνουν εντελώς διαφορετικά πράγματα σε σχέση με παλαιότερα. Οι δίσκοι δεν κυκλοφορούν με την κλασική έννοια, αφού δε βγαίνουν στα δισκάδικα – δεν υπάρχουν πια δισκάδικα. Οι δικοί μας πωλούνται μόνο στις συναυλίες μας ενώ όλο το υλικό το διαθέτουμε δωρεάν στο site μας. Έτσι, είναι δύσκολο να οριστεί η κυκλοφορία και να μετρηθεί η απήχηση. Άνθρωποι των οποίων τη γνώμη εμπιστευόμαστε μας λένε πως είναι πολύ καλός ο δίσκος. Επίσης βλέπουμε στις συναυλίες μας την αντίδραση του κόσμου στα νέα κομμάτια και καταλαβαίνουμε ότι αρέσουν. Αυτό που έγινε για πρώτη φορά με το “Boarding Pass” ήταν η εμφάνισή του σε λίστες και ψηφοφορίες. Σε αυτό το πλαίσιο -της διαδικτυακής ψήφου- όντως τα πάει περίφημα αλλά ευτυχώς η επιβίωση της μπάντας δεν εξάρταται από όλα αυτά.
Μπορείτε να περιγραψετε την διαδικασία ηχογράφησης του δίσκου; Πως δούλεψε η μπάντα; Κάνατε κάτι διαφορετικό αυτήν τη φορά;
Η μπάντα έχοντας την πολυτέλεια του δικού της studio, έχει πάντα μεγάλη άνεση χρόνου όταν ηχογραφεί και όταν μιξάρει. Μία διαφορά σημαντική είναι πως τώρα πια το studio μας είναι ικανό τεχνικά να εξυπηρετήσει όλες τις φάσεις πριν το τελικό mastering, ενώ σε προηγούμενα albums αναγκαζόμασταν να πηγαίνουμε αλλού – σε πολύ φιλόξενους άνθρωπους πάντως – για να ακούμε το τι γίνεται. Οι συνθέσεις, είτε μας περιτριγύριζαν καιρό σε jam-αρίσματα, είτε τις είχε κάποιος από τους μουσικούς μας στο μυαλό του, ηχογραφήθηκαν μέσα σε μια περίοδο μηνών – με μεγάλα διαλείμματα – χωρίς επέμβαση τρίτου τεχνικού, ενώ εν συνεχεία μιξαρίστηκαν από τον Βαγγέλη Λάππα στο studio μας. Το mastering έγινε από τον Παναγιώτη Πετρονικολό. Δεν κάναμε κάτι δραστικά διαφορετικό. Σίγουρα, όσο μεγαλώνουμε, μαθαίνουμε τεχνικές λεπτομέρειες ενώ και η προσθήκη τρίτου κιθαρίστα στο σχήμα “γέμισε” τις ενορχηστρώσεις.
Βγήκε ο δίσκος όπως τον θέλατε; Θα αλλάζατε κάτι τώρα;
Τώρα ακούμε τους προηγούμενους δίσκους και σ’ αυτούς θα θέλαμε να αλλάξουμε κάποια πράγματα. Γι’ αυτο και παίζουμε διαφορετικά πλέον τα παλαιότερα κομμάτια στα live. Στο “Boarding Pass” δε θα αλλάζαμε τίποτα, αλλά συνήθως αυτές οι ερωτήσεις έχουν νόημα σε πιο μακρινό χρόνο. Θα είχε ενδιαφέρον να απαντηθεί αυτό το ερώτημα την εποχή που θα γράφουμε τον επόμενο δίσκο.
Υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στο “Boarding Pass” και στις προηγούμενες δουλειές σας;
Ναι, έχει άλλα κομμάτια μέσα (γέλια)! Πέρα από την πλάκα, θεωρούμε πως όλοι οι δίσκοι του σχήματος τη στιγμή που βγήκανε καθρέφτιζαν αυτά που έπαιζαν οι μουσικοί του σχήματος την αντίστοιχη περίοδο. Ποτέ δεν κάναμε overprocessed δίσκο με χιλιάδες overdubs και φαραωνικές ηχογραφήσεις με δεκάδες guest μουσικούς. Πάντα το σχήμα μπορούσε να παίξει ζωντανά τα κομμάτια των δίσκων. Αυτό ισχύει και για το “Boarding Pass”. Πιστεύουμε πως η μπάντα παίζει καλύτερα αυτήν την εποχή και έβγαλε καλύτερο δίσκο, αλλά αυτό καλύτερα να το κρίνουν θεατές και ακροατές.
Στο μυαλό μου οι One Hour Before the Trip δεν είναι απλώς μία μπάντα αλλά κάτι παραπάνω. Έχετε φτιάξει το δικό σας studio, έχετε δικό σας άνθρωπο στα φώτα, στον ήχο και τα λοιπά. Πείτε μας για την όλη φιλοσοφία της μπάντας… Η άποψή σας για το D.I.Y.;
Όλες οι μπάντες πρέπει να έχουν δικούς τους ανθρώπους στα φώτα και τον ήχο, οι οποίοι πρέπει να “παίζουν” μαζί με τη μπάντα. Η μίξη που προορίζεται για το κοινό μιας συναυλίας δεν μπορεί να γίνεται από άνθρωπο που δε γνωρίζει καλά το υλικό που θα παιχτεί και το ίδιο ισχύει και για το φωτισμό. Από κει και πέρα, το studio είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Στις καλές περιόδους της μπάντας προσφέρει άπλετο χώρο και κυρίως χρόνο για μουσική δημιουργία ενώ στις κακές λειτουργεί ως χώρος ανασυγκρότησης. Είναι ένα μέρος που συζητάμε όλοι μαζί, τρώμε, κοιμόμαστε, παίζουμε μουσική, ακούμε μουσική κ.ο.κ. Ως κίνηση, την προτείνουμε σε όλους – ακόμα και με μικρά budget. Ένα ιδιόκτητο studio αποτελεί εγγύηση επιβίωσης για ένα συγκρότημα.
Το σχήμα μας λειτουργεί ως κολλεκτίβα, οι τεχνικοί αποτελούν ισάξια μέλη και η γνώμη τους έχει τεράστιο βάρος σε όλα τα ζητήματα. Οι μουσικοί έχουν μάθει να πειθαρχούν ως προς τον ήχο τους γιατί στην πορεία όλοι μαζί είδαμε ότι αυτό λειτουργεί καλύτερα. Κάποιοι από μας έχουν δουλέψει και συνεχίζουν να δουλεύουν στο χώρο των συναυλιών και μεταφέρουν εμπειρία και τεχνογνωσία στους υπόλοιπους. Αποφεύγουμε managers και τηλεόραση, δήμους και επιχορηγήσεις.
Το D.I.Y. είναι παρεξηγημένη έννοια στη χώρα μας, καθώς έχει συνδεθεί αποκλειστικά με το punk. Πολλές φόρες έχει καταλήξει να ισοδυναμεί με το “χύμα”, αλλά αυτό είναι λάθος. D.I.Y. σημαίνει “κάντο μόνος σου” – όχι κάντο χειρότερα. Πιστεύουμε πως αυτός ο τρόπος λειτουργίας μπορεί να δώσει αποτελέσματα ισάξια και καλύτερα από τον κλασικό τρόπο των εταιρειών και των γραφείων παραγωγής. Προϋπόθεση αυτού, η τεχνική αυτάρκεια.
Σας καλύπτει ο όρος post rock; Πως τα πάτε με τις ταμπέλες;
Μας καλύπτει, δε μας καλύπτει, αυτός ο όρος υπάρχει! Παλαιότερα όλοι αυτοί οι όροι χρησίμευαν για να ταξινομηθούν τα CD στο Metropolis, σήμερα για να βρει κανείς το Facebook group που του ταιριάζει και να μάθει νέες μπάντες εκεί. Ως τέτοια εργαλεία, αυτές οι ταμπέλες επιτελούν τον σκοπό τους. Το πρόβλημα αρχίζει όταν κάποιος αρνείται να ακούσει ή να παίξει οτιδήποτε δεν έχει ταξινομηθεί κάτω από την αγαπημένη του ταμπέλα. Εμείς όταν βγάζουμε καινούρια κομμάτια και όταν δοκιμάζουμε ήχους πάντως, δεν έχουμε στο μυαλό μας κάτι συγκεκριμένο ως προς την ταξινόμηση της μουσικής. Γενικά, όποιος παίζει ορχηστρική μουσική με ηλεκτρικές κιθάρες στις μέρες μας τοποθετείται κάτω από τον όρο post-rock.
Περιγραψτε μας την μουσική που παίζετε με μία πρόταση…
Γκαραζοψυχεδελικό ποστ-ροκ με μινιμαλιστικές διαθέσεις…
Η μουσική που ακούτε; Οι βασικές επιρροές σας;
Ακούμε πολλά και διάφορα από όλο το φάσμα της μουσικής – κυρίως της Δυτικής μουσικής. Κάθε φορά που τίθεται το ερώτημα και είμαστε μαζεμένοι στο studio, πετάει ο καθένας το πρώτο πράγμα που του έρχεται στο μυαλό. Αυτή τη φορά ακούστηκαν τα εξής: Cure, Low, Αφοί Κατσιμίχα, Mono, Tiamat, Paradise Lost, For Carnation, Giardini di Miro, Einstürzende Neubauten. Την επόμενη φορά θα ακουστούν σίγουρα άλλα ονόματα.
Η όλη κατάσταση που επικρατεί στην χώρα μας, έχει επηρρεάσει κατά κάποιον τρόπο την μπάντα;
Προφανώς μας έχει επηρεάσει αφού δυσκολεύει την ατομική επιβίωση των μελών του σχήματος. Μας έχει αναγκάσει να είμαστε πολύ εφευρετικοί ως προς την τεχνική υποστήριξη του σχήματος. Μας επηρεάζει και ψυχολογικά αφού ζούμε ανάμεσα σε, ως επί το πλείστον, δυστυχισμένους ανθρώπους.
Εάν ζουσατε σε άλλη χώρα, πιστεύετε πως η μουσική που θα παιζατε θα ήταν “ίδια”;
Κάποιοι από μας πιστεύουν πως θα ήταν η “ίδια” αφού η πρόσβαση σε ακούσματα και εξοπλισμό είναι διεθνοποιημένη και κάποιοι άλλοι το αντίθετο ακόμα και αν ζούσαμε σε μία πόλη 100 χιλιόμετρα έξω από την Αθήνα αφού η καθημερινότητά μας θα ήταν εντελώς διαφορετική.
Ποια η άποψή σας για την ελληνική μουσική σκηνή; Τόσο στον τομέα του post, όσο και στα υπόλοιπα παρακλάδια…
Η Ελλάδα ως τόπος έχει το πλεονέκτημα της γειτνίασης με την Ανατολή, γεγονός το οποίο φέρνει ακούσματα που δύσκολα φτάνουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κάτι αντίστοιχο ισχύει στον αμερικανικό νότο όπου η γειτονία με το Μεξικό γέννησε την Americana – Calexico, Giant Sand κλπ. Βγαίνει πολύ μουσική εδώ, παρότι δεν υπάρχει σοβαρή μουσική βιομηχανία. Η πληθυσμιακή συγκέντρωση σε δύο μεγάλες μητροπόλεις γεννάει πολλά συγκροτήματα. Συναυλιακά υπάρχει μεγάλη υστέρηση με κακοφτιαγμένους χώρους.
Ένας παραγωγός μιας ταινίας, σας πλησιάζει και σας ζητά να επιμεληθείτε το μουσικό κομμάτι του project του. Πως θα ήταν αυτή η ταινία; Ποιό το είδος – ύφος της;
Δεν μας έρχεται κάτι στο μυαλό είναι η αλήθεια. Η μουσική της μπάντας πάντως είναι αρκετά κινηματογραφική. Άλλωστε, για μια πολύ μεγάλη περίοδο, οι συναυλίες συνοδευόντουσαν από βίντεο-προβολή του Δάνη Καραϊσαρίδη, ο οποίος έχει χρησιμοποιήσει τη μουσική μας και σε ταινίες μικρού μήκους. Αν ερχόταν κάποιος φίλος ή κάποιος άνθρωπος με τον οποίον θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε και θα ταιριάζαμε, θα το σκεφτόμασταν σοβαρά. Γενικά, πιστεύουμε πως η μουσική μας θα μπορούσε να συνοδεύει ένα πολύ μεγάλο φάσμα κινηματογραφικών ταινιών.
Ποιά τα μελλοντικά σχέδιά σας;
Προσπαθούμε να παίζουμε όσο γίνεται περισσότερο ζωντανά γιατί το οξυγόνο μας είναι οι συναυλίες. Φιλοδοξούμε να ηχογραφήσουμε κι άλλα πράγματα μέσα στη χρονιά, ενώ συνεχώς αναβαθμίζουμε το studio. Στήνουμε ένα βαλκανικό-ευρωπαϊκό τουρ για το φθινόπωρο το οποίο ελπίζουμε πως θα καταφέρουμε να γίνει πραγματικότητα.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σας! Μπορείτε να κλείσετε όπως εσείς θέλετε την συνέντευξη!
Κι εμείς σ’ ευχαριστούμε πολύ Βασίλη, να ‘σαι καλά. Θέλουμε οι πρόσφυγες που ο πόλεμος έχει φέρει δίπλα μας να ζήσουν ανάμεσά μας, να παίξουν μουσική μαζί μας, να γίνουν δάσκαλοι για τα παιδιά μας, να γίνουν οι συγκάτοικοι και οι γείτονές μας. Μόνο καλό μπορούν να κάνουν σε αυτόν τον τόπο.