Στην ιστορία της μουσικής έχουν υπάρξει διάφοροι δίσκοι, που για τους δικούς τους λόγους έκαστος έχουν δημιουργήσει – πριν καν την κυκλοφορία τους – ντόρο. Αυτή εδώ η κυκλοφορία θα μπορούσε άνετα να συναγωνιστεί τις κυκλοφορίες των TOOL, στο πόσο πολύ hype είχε δημιουργηθεί πριν καν σκάσει μύτη στην αγορά. Μεγάλο ρόλο σε αυτό, βέβαια, έχουν παίξει οι ίδιοι οι Wintersun, με πρωτεργάτη τον Jari, ο οποίος είτε τους καλούσε σε crowdfunding για δημιουργία στούντιο, είτε στο να κυκλοφορεί έναν σκασμό μίνι κυκλοφορίες τραγουδιών, είτε από samples, είτε διαφορετικές εκδόσεις, γενικά ένας χαμός.
Μέσα σε όλον αυτόν τον χαμό, δεν θα κρύψω ότι, ως φαν τους, είχα απογοητευτεί. Από κάποιο σημείο και πέρα είχε γίνει το όλο θέμα γραφικό, σε σημείο όπου πίστευα πως αυτός ο δίσκος δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ, απλά θα μείνουμε με τα ατελείωτα podcasts του συγκροτήματος, όπου συζητάνε περί ανέμων και υδάτων (Δεν είναι και λίγα 12 χρόνια αναμονής, εδώ που τα λέμε). Και ξαφνικά, μια μέρα, βλέπω στην σελίδα του συγκροτήματος στο Facebook, ανακοίνωση για επίσημη κυκλοφορία του νέου δίσκου. Οπότε λογικό ήταν να αρχίσω να έχω και τις πρώτες ανησυχίες (θετικές πάντα) για το αποτέλεσμα.
Ξεκινώντας θα πω πως το κάθε τραγούδι αποτελείται από άπειρα – σύμφωνα με τα λεγόμενα του Jari – υπό-μέρη, τα οποία μετά από ατελείωτες ώρες δουλειάς έχουν ενωθεί, ώστε να βγει αυτό το αποτέλεσμα. Εδώ έρχεται και το δύσκολο μέρος. Λειτουργούν θετικά όλα αυτά τα υπό-μέρη; Παίζουν κανέναν ιδιαίτερο ρόλο; Το μέσο αυτί ενός ακροατή θα τα καταλάβει, ή θα χαθεί στη μετάφραση; Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Εμένα αν με ρώταγες, θα σου έλεγα ότι τα μισά δεν θα τα καταλάβαινα ποτέ, αν δεν μου έλεγε κανείς ότι ένα τραγούδι έχει τόσα πολλά από πίσω. Με ενοχλεί;; Ειλικρινέστατα, όχι.
Και επειδή ήδη έχω κάνει ήδη έναν τεράστιο πρόλογο, ας πάμε να μιλήσουμε επιτέλους για τα τραγούδια που το απαρτίζουν. Έξι τραγούδια, συνολικής διάρκειας περίπου 49 λεπτών. Στις εξτρά εκδόσεις που θα βγουν, σίγουρα θα υπάρχουν αλλαγές στη μίξη και στη διάρκεια. Εγώ θα μιλήσω για την στάνταρ κυκλοφορία, που θα ακούσουν όλοι. Ξεκινάμε με μια ανατολίτικη ακουστική εισαγωγή, κιθαριστική, ταξιδιάρικη, που μας πάει κάπου μεταξύ Φινλανδίας και Άπω Ανατολής (οξύμωρο ε;).
“The Way of The Fire”, και ξεκινάμε με το πρώτο έπος. Μία κλασική κιθάρα… και μετά έκρηξη!! Κοφτά riffs, ανελέητο και σωστά μελετημένο drumming, και μια φοβερή ενορχήστρωση από πίσω. Ρεφρέν που μας θυμίζει ότι μπορούν πολύ εύκολα να συνδυάσουν επιρροές από κλασικό heavy metal, power & μελωδικό death. Διάρκεια δέκα λεπτών, χωρίς να κουράζει.
“One With The Shadows”, και έχουμε μπροστά μας μiα επική μπαλάντα, με λίγες αντάξιες της. Να αναφέρω πως καταφέρνουν με κάποιο τρόπο να μου δίνουν μια πολύ ωραία μελαγχολική διάθεση με το τραγούδι αυτό.
Και μετά το ακουστικό ιντερλούδιο “Ominous Clouds”, που μου θύμισε πολύ Pink Floyd, ακολουθεί το – κατ’εμέ – καλύτερο τραγούδι του δίσκου, το “Storm”. Εδώ μιλάμε για έναν μέταλ ύμνο. Για ένα τραγούδι που θα ζήσει πολύ περισσότερο από εμάς. Απίστευτη εισαγωγή, με πιάνο να συνοδεύει την κιθάρα μελαγχολικά, υπό τους ήχους βροχής. Ένα καλπάζον riff, κιθαριστικά σόλο στο background, ορχηστρικά μέρη, όλα μαζί συνθέτουν ένα τρομερό τραγούδι. Είναι αυτό για το οποίο ναι, δεν με νοιάζουν τα 12 χρόνια αναμονής. Jari είναι αυτός, τελειομανής είναι, ό,τι θέλει κάνει.
Ο δίσκος κλείνει με το 13λεπτο “Silver Leaves”, το οποίο διακατέχεται από έναν μελαγχολικό ανατολίτικο ρυθμό, επικό, μαγικό, λες και είναι τραγουδισμένο από ξωτικά. “If only I could understand my dreams”, μας τραγουδάει ο Jari, κλείνοντας μαγευτικά έναν πολύ καλό δίσκο, αντάξιο της αναμονής του.