Το ντουέτο των Xylouris White αποτελεί ένα από τα πιο συναρπαστικά μουσικά projects των τελευταίων χρόνων, ενώ το συνεχές σούσουρο γύρω από την ιδιαίτερη μουσική τους έχει στρέψει την προσοχή πολλών μουσικόφιλων -και όχι μόνο- πάνω τους. Το εμπνευσμένο μουσικό υβρίδιο που εκπροσωπούν, μπλέκει περίτεχνα την παραδοσιακή μουσική της Κρήτης με το post-rock και τους Jazz πειραματισμούς.
Aνταπόκριση: Πάνος Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Άκης Βαλεργάκης (περισσότερες εδώ)
Παρά το φορτωμένο συναυλιακό πρόγραμμα της ημέρας, η προσέλευση στο venue της Κοδριγκτώνος ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητική, αφού από νωρίς ένα πρόχειρα γραμμένο χαρτί στην είσοδο ενημέρωνε πως η παράσταση ήταν sold out. Στο κοινό που γέμιζε ασφυκτικά τον χώρο έβλεπες άτομα κάθε ηλικίας και από διαφορετικές κουλτούρες, γεγονός που αποδείκνυε το πολιτιστικό ενδιαφέρον της βραδιάς.
Γύρω στις 22:00 και μέσω θερμού χειροκροτήματος, ο Γιώργος Ξυλούρης και ο Αυστραλός Jim White (γνωστός κυρίως από τους Dirty Three) πήραν θέση σε λαούτο και τύμπανα αντίστοιχα και μετά από έναν απλό χαιρετισμό, ξεδίπλωσαν το ταλέντο και το εξαιρετικό μουσικό τους ταπεραμέντο πείθοντας με ευκολία και τους πιο δυσκολόπιστους. Το set τους πέρα από κάποιες βασικές μελωδικές γραμμές που συναντάς και στον δίσκο τους, αποτελούταν κυρίως από αυτοσχεδιασμούς πάνω σε παραδοσιακούς ρυθμούς και θέματα, με αρκετά από αυτά να συνοδεύονται και από τα φωνητικά του Ψαρογιώργη.
Το πιο ενδιαφέρον συμπέρασμα από αυτή τη αξιοπερίεργη συνεύρεση είναι πως πέρα από την rock απομυθοποίηση της παραδοσιακής μουσικής, είναι το πόσο εύκολα μπορούν δύο εντελώς διαφορετικές σχολές να βρουν ένα κοινό συνθετικό μονοπάτι και να αποκτήσουν χαρακτηριστικό ήχο. Ο ξυπόλητος Jim, με τις εκπληκτικές ικανότητες του ως drummer, άλλαζε συνεχώς τις δυναμικές της εξέλιξης του κάθε πειραματισμού τους, ενώ ο Ξυλούρης μπορούσε μόνο με ένα βλέμμα να καταλάβει την κάθε αλλαγή της δομής του κάθε κομματιού.
Φυσικά όλα τα παραπάνω έχουν ενδιαφέρον αν ξέρεις τι ακριβώς έχεις επιλέξει να παρακολουθήσεις, αφού κάποια μειοψηφία του κόσμου έδειξε να μπερδεύεται λίγο για αυτό που συνέβαινε μπροστά του. Παρ’ όλα αυτά, το δέος που προκαλούν δύο τέτοιες μορφές της μουσικής όταν είναι επί σκηνής είναι μια ανεπανάληπτη εμπειρία που πρέπει να τη ζήσεις.