Η επιστροφή των Whitechapel μετά από τέσσερα χρόνια είναι γεγονός και αυτή τη φορά έρχονται με πολύ αγριεμένες διαθέσεις. Αφήνουν στην άκρη τον ήχο των δύο προηγούμενων κυκλοφοριών και μας γυρνάνε μια δεκαπενταετία πίσω, τότε που δίδασκαν πως πρέπει παίζεται το deathcore. Το “Hymns in Dissonance”, όπως ονομάζεται το ένατο album των Αμερικανών, βρίσκεται εδώ για να κάνει τους παλιούς οπαδούς (ένδοξες εποχές MySpace) να τρίβουν τα χέρια τους.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι Whitechapel δεν ακολούθησαν την πεπατημένη και σε καμία περίπτωση δεν επαναπαύθηκαν στην επιτυχία τους. Την τελευταία δεκαετία τόλμησαν το κάτι διαφορετικό, πειραματίστηκαν αρκετά και εξελίχθηκαν με πολύ όμορφο και ομαλό τρόπο, διατηρώντας πάντοτε την ταυτότητά τους. Τα πρώτα δείγματα τα συναντήσαμε στο “Mark of the Blade” και τα είδαμε να ολοκληρώνονται στα “The Valley” και “Kin”. Πρόσθεσαν πολλές νηφάλιες στιγμές, αρκετές μελωδίες, οι στίχοι έγιναν πιο εσωτερικοί, οι ταχύτητες έπεσαν αισθητά και ο Phil Bozemanεπιστράτευσε ουκ ολίγες φορές τα καθαρά του φωνητικά.
Στο “Hymns in Dissonance” αυτά τα στοιχεία δεν χωράνε. Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν κλασικό Whitechapel δίσκο, έτσι όπως έπαιζαν μέχρι και το 2012. Ο ήχος έχει τον απαραίτητο oldschool χαρακτήρα, χωρίς βέβαια να λείπει η πιο μοντέρνα προσέγγιση. Σε αυτό, τα εύσημα πρέπει να δοθούν και στην αψεγάδιαστη παραγωγή που έγινε δια χειρός του κιθαρίστα της μπάντας, Zach Householder.
Οι περσινές βαρύγδουπες δηλώσεις του Bozeman για ολική επιστροφή στις ρίζες σε συνδυασμό με την επιστροφή του παλιού logo και τα δολοφονικά singles που κυκλοφόρησαν, ήταν αρκετά για να ανεβάσουμε τις προσδοκίες μας στα ύψη. Τέτοιο comeback βέβαια κανείς δε νομίζω να περίμενε. Το πρώτο χαστούκι το έδωσαν με το ασταμάτητο “A Visceral Retch”. Κτηνωδία επικρατεί σε όλο το κομμάτι, αλλά αυτός που πρωταγωνιστεί εδώ είναι ο Phil. Ακούγεται πιο τσαντισμένος και ακραίος από ποτέ, υπενθυμίζοντας επίσης γιατί ανήκει στην ελίτ του deathcore.
Το δεύτερο single πρόκειται για μία από τις πιο ολοκληρωμένες συνθέσεις των Whitechapel. Τα περιλαμβάνει όλα. Φωνητικά που στάζουν μόνο κακία, διαβολική ατμόσφαιρα, ισοπεδωτικό breakdown και καταστροφικά drums που κάνουν την κατάσταση ακόμα πιο χαοτική. Γενικά, το παίξιμο του νεοεισαχθέντος Brandon Zackey είναι αρρωστημένο καθ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου. Μπήκε στην μπάντα πριν λίγο καιρό και ήδη την ανέβασε επίπεδο.
Μαζί με αυτά τα δύο τραγούδια, στις κορυφαίες στιγμές συγκαταλέγεται επίσης το εναρκτήριο “Prisoner 666” που χτίζεται σιγά-σιγά και κορυφώνεται με τα κυνικά φωνητικά του Phil, το “Bedlam” που ακούγεται σαν αδερφάκι του “The Saw Is The Law” και το εξουθενωτικό “Diabolic Slumber” που σε σημεία νιώθεις ότι ακούς Suicide Silence.
Ο δίσκος μας έπιασε στον ύπνο και αυτό τον κάνει να ακούγεται ακόμα πιο εντυπωσιακός. Καλοί οι πειραματισμοί των προηγούμενων κυκλοφοριών, αλλά εδώ μιλάμε για νοσταλγία. Το “Hymns in Dissonance” φέρνει αναμνήσεις, όχι μόνο από τις παλιές καλές εποχές των Whitechapel, αλλά από ολόκληρης της deathcore σκηνής.