Με μια πραγματικά ζηλευτή δισκογραφία δεκαπέντε studio albums η οποία εκτείνεται σε ένα διάστημα 40 ετών, οι Γαλλοκαναδοί Voivod, είναι σίγουρα πολύ παραπάνω από ακόμη μία heavy metal μπάντα. Αλλά αυτή τη διαπίστωση πιθανότατα την έχετε κάνει ήδη από μόνοι σας, αλλιώς δε θα είχατε μπει στον κόπο να διαβάσετε αυτό το κείμενο.
Στην καριέρα αλλά και στη δισκογραφία των Voivod μπορεί κανείς να βρει τα πάντα. Αποχωρήσεις και επιστροφές βασικών μελών, θάνατο βασικού μέλους, προσθήκες “διασήμων” μελών, speed metal στα ξεκινήματα με προσμίξεις από progressive και thrash στην πορεία, βραβεία Juno (καναδικά Grammy) και Progressive Music Awards, είσοδο στο Billboard. To βασικότερο και σημαντικότερο όμως είναι ότι θεωρούνται από ειδικούς και μη, ως οι πατέρες του μοντέρνου progressive metal. Και αυτό αρκεί για να καταλάβεις το μέγεθος των Voivod, χωρίς καν να μπεις στον κόπο να μελετήσεις αναλυτικά τα παραπάνω.
Για να μη συνεχίσω να μακρηγορώ για τη σπουδαιότητα αυτού του, δυστυχώς παραγνωρισμένου από πολλούς, συγκροτήματος, θα προχωρήσω στο παρασύνθημα και θα προσπαθήσω να σας παρουσιάσω συνοπτικά τις 5 κορυφαίες δισκογραφικές τους στιγμές, οι οποίες (για μένα) όλες ανήκουν στο διάστημα 1987-1993.
Nothingface (1989)
Το πέμπτο χρονολογικά album της μπάντας είναι και το -κατά πολλούς- καλύτερο αλλά και το πιο επιτυχημένο (από εμπορικής άποψης) καθώς είναι και το μόνο που κατάφερε να μπεί στο Billboard 200 και πιο συγκεκριμένα στο #114. Είναι το magnus opus των Voivod, η τέλεια μίξη του thrash με το progressive metal. Όλες οι μοντέρνες progressive metal μπάντες πρέπει να έχουν μελετήσει διεξοδικά το “Nothingface”. Κορυφαία στιγμή το opening track (ή το δεύτερο ανάλογα την έκδοση) “The Unknown Knows”. Σε γενικές γραμμές, πολύ μπροστά από την εποχή του. To Rock Hard το έχει συμπεριλάβει στα 500 καλύτερα καλύτερα heavy metal albums όλων των εποχών (#350)
Dimension Hatröss (1988)
Πιο επιθετικό και λιγότερο χαοτικό από το “Nothingface”, ισάξιο όμως ποιοτικά και συνήθως η δεύτερη (μπορεί και πρώτη) απάντηση στην ερώτηση για το ποιο είναι το καλύτερο album των Voivod. Ένα αριστούργημα του “τεχνικού” (αν και αδόκιμος όρος) thrash metal. Εξαιρετικές συνθέσεις, παίξιμο, πειραματισμοί, ατμόσφαιρα, παραγωγή. Ένα concept sci-fi progressive thrash album! Και αυτό μπροστά από την εποχή του. #78 στη λίστα του Rolling Stone με τα 100 καλύτερα heavy metal albums όλων των εποχών.
Killing Technology (1987)
Η πρώτη στιγμή όπου οι Voivod αρχίζουν να ξεφεύγουν από τις επιρροές των Venom και των Motorhead αλλά και τα στεγανά του speed-thrash metal προσθέτοντας το απαραίτητο αλατοπίπερο στον ήχο τους, ώστε εκείνη την περίοδο να μην έχουν πλέον καμία σχέση με οποιαδήποτε μπάντα θα μπορούσε κανείς να τους βάλει μαζί στο ίδιο κουτί. Τεχνικό thrash με progressive στοιχεία, το “Killing Technology” βρίσκει τους Voivod ανώτερους από τα 2 προηγούμενα albums τους σε συνθέσεις, παραγωγή αλλά και εκτέλεση.
The Outer Limits (1993)
Το “The Outer Limits” κλείνει μια συναρπαστική εξαετία (1987-1993), όπου, όπως προανέφερα, κυκλοφόρησαν -κατά γενική ομολογία- τα πέντε καλύτερα albums τους. Η κακή εμπoρική πορεία του “Angel Rat” (1991) έφερε τη γκρίνια της μαμάς-εταιρίας MCA, κατόπιν η γκρίνια μεταφέρθηκε ανάμεσα στα μέλη και όλα αυτά έφεραν την πρώτη αποχώρηση από την αρχική σύνθεση του συγκροτήματος, αυτή του μπασίστα Blacky, ο οποίος αντικαταστάθηκε, σχετικά ανεπιτυχώς από τον Pierre St-Jean για την ηχογράφηση του “The Outer Limits”, το οποίο στέκεται αρκετά πίσω από την προαναφερθείσα τριάδα αλλά και πολύ πιο μπροστά από τον προκάτοχό του. Η παραγωγή και πάλι εξαιρετική, όπως και τα φωνητικά του Snake.
Angel Rat (1991)
To “Angel Rat” δε μπόρεσε να σταθεί στα ίδια επίπεδα με τον προκάτοχό του, το αριστουργηματικο “Nothingface”. Δεν είναι κακό album, απλά διαφορετικό. Όλα εδώ είναι πιο ήπια. Το album διακρίνεται από alternative/progressive/psychedelic rock στοιχεία, απομακρυσμένο από τον progreesive metal/ thrash ήχο που είχαν ακολουθήσει οι Voivod στα τρία προηγούμενα album τους. Σίγουρα ρόλο στην αλλαγή αυτή έπαιξε το ότι την παραγωγή ανέλαβε o Terry Brown (Rush, Cutting Crew, Fates Warning οπότε καταλαβαίνετε…). Κριτικοί και κοινό το υποδέχτηκαν με ανάμεικτα συναισθήματα, κάτι που συνεχίζει να ισχύει ακόμη και σήμερα, κυρίως ανάμεσα στους fans.