Τζαμάλ, Social Waste, Joker/Two-Face, Nerom, Cypher Pool και Regular, στήνουν μία πολυδιάστατη hip-hop γιορτή.
Το hip-hop δε χορταίνει, εάν μέσα από τα beats του, δε φροντίσει πρωτίστως να φτάσουν στ’ αυτιά μας οι -σπαρακτικές συχνά- ιστορίες του. Είτε βιωματικές, είτε αφορμώμενες από το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, είναι πλασμένες για να αγγίξουν και να αφυπνίσουν αισθήματα και συνειδήσεις. Τουλάχιστον, αυτό συμβαίνει στην περίπτωση εκείνου του hip-hop που αρνείται κατηγορηματικά να εμπορευματοποιηθεί και να «πουλήσει» τη ψυχή του στον βωμό του χρήματος. Ο Τζαμάλ και οι Social Waste, συγκαταλέγονται ανάμεσα σ’ εκείνους τους εκπροσώπους του, που υπόσχονται να μην πάψουν να προσπαθούν γι’ αυτό, μέχρι τα πόδια τους να μη τους βαστάνε και η αντοχή τους να τους προδώσει. Η σύμπραξη των δύο αυτών αξιοσέβαστων «μαχητών» του είδους, το βράδυ της Πέμπτης στην Τεχνόπολη, μας έκανε να ξεχάσουμε πως τα κινητά μας συνηθίζουν να αποτελούν προέκταση του χεριού μας και να τραγουδήσουμε για όλα αυτά που μας ενώνουν κι ενίοτε, για όσα επιχειρούν να μας χωρίσουν.
Ανταπόκριση: Λουίζα Σολομών-Πάντα & Κική Ηλιάδου / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Ενώ η ενημέρωση για την αλλαγή της διεξαγωγής (από το Piraeus Academy στην Τεχνόπολη), ήταν σαφής από την ανακοίνωσή της, οι ώρες εμφάνισης μεταφέρθηκαν σχεδόν δύο ώρες μετά, στις 19:00, όταν δηλαδή ακούστηκαν τα πρώτα beats από τον Βίκτωρα, που συνόδευε τον σχετικά συνεσταλμένο για τη φάση – αν και αρρενωπό σε χροιά – Regular, τον πρώτο καλεσμένο της αποψινής συναυλίας.
Κεφάτος και με παρέα τον Nerom σε κάποιες καταλήξεις ή επαναλήψεις στίχων και προτάσεων, ερχόμενοι μαζί από τη Λάρισα, ο Regular ξεδίπλωσε τις «Σκέψεις» του, μας μίλησε για τους προβληματισμούς του, για φίλους, για το ραπ και τα τσιγάρα, έκανε αναφορές στη μάνα του («Είδωλα») και μας παρουσίασε και ένα καινούριο του κομμάτι με τον τίτλο «Δε Μοιάζουμε». Όπως αναφέρει ως «Ανάγκη» του ο ίδιος, «εγώ γράφω από παιδί για να ‘μαι καλά». Μέχρι εκεί, την έχει καλύψει. Ενδιαφέρουσες μελωδίες, υπάρχουν στοιχεία εξέλιξης, οπότε στο χέρι του, στην practice, στην ωρίμανση και στο μυαλό του, είναι πλέον οι στόχοι και η πορεία του.
Ο Cypher Pool, που μάλλον γουστάρει τους skate-άδες περισσότερο από τους rap–άδες, αν και γέμισε με κόσμο, κουκούλες, skate και χρώμα την σκηνή, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει το θέαμα. Tα ωραία χορευτικά της τύπας και μια τούμπα σε στυλ breakdance, είναι αυτά που κρατώ. Κι αυτό το καταγράφω, γιατί έχω μάθει πως ό,τι βρίσκεται επάνω σε μία σκηνή, από το αντικείμενο μέχρι το υποκείμενο, πρέπει να έχει χρηστικότητα και σημασία (σημαίνον – σημαινόμενα). Εκτός από την κατάλληλη σημασία όμως, που θα πρέπει να δώσει στο περίεργο παρείστικο look – support που προμοτάρει γύρω από το όνομά του, καλό θα ήταν να σχηματίσει τη φωνή του σύμφωνα με τις δυνατότητές της, να σταματήσει τα όπου, άνευ λόγου βρισίδια που προέρχονται από life – style «κωλοπαιδισμού» και ασυνείδητου πατριαρχισμού, καθώς και να καλλιεργήσει αυτό που τελικά έχει να μας πει. Τα επιθετικά του beats με συνδέσεις Die Antwoord, θα πάνε κρίμα, θα με θυμηθεί! Συν μία καλογραμμένη συνέντευξή του που έπεσε στα χέρια μου, με ωθεί να τον προκαλέσω για επιπλέον ποιότητα. Νομίζω πως αν και ο ίδιος το θελήσει, θα το ‘χει. Έξυπνο τον κόβω.
O Nerom, που δεν έχει στην ουσία κατέβει καν από την σκηνή, θα πάρει το μικρόφωνο σαν τη σκυτάλη, ενώ στο πλευρό του αυτή τη φορά θα συμπληρώνει ο Regular. Είναι γρήγορος, βραχνός και ήδη εκμεταλλεύεται τα επίπεδα της μελωδικότητας που ενδέχεται να πάρει η φωνή του. Με το «Πες τα Παιδιά» (“Goodbye”) το ξεκίνησε και με το «Πες τα Παιδιά ΙΙ» το έληξε. Έτσι περισσότερο μελαγχολικός, ρομαντικός και συγκεκριμένος ως προς την στιχουργική του γραμμή, ευχαρίστησε τον παραγωγό αλλά και τον συνεργάτη του, μίλησε αρκετά για τους λόγους που κάνει rap και αργεί να πάρει πτυχίο («συγγνώμη μάνα») καθώς και χάρηκε εμφανώς, σαν να νίκησε το στοίχημα με τον εαυτό του, αφού έβγαλε μία σειρά από απανωτά flow σε ένα τραγούδι τύπου «φτύνω πνευμόνια». Εννοείται πως ακόμα μήνυμα στην ουσία, δεν έχει προβληθεί, μα η εφηβική ανησυχία για ξέσπασμα, χορό και αναμπουμπούλα είναι ένα μάχιμο χαρακτηριστικό της νιότης. – Κ.Η.
Ο Tsaki και ο Styl Mo, ή αλλιώς οι Jocker/ Two-Face ορθώνουν ανάστημα στη σκηνή του Urban Athens Festival με διάθεση που θα μπορούσε να μαρτυρήσει τη διεξαγωγή ενός rap battle. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό που βλέπουμε είναι δύο παθιασμένοι συνοδοιπόροι και όχι δύο αντίπαλοι. Από την ημέρα που χάραξαν τη δική τους, κοινή καλλιτεχνική πορεία, μέχρι και σήμερα, χώνουν ρίμες, προορισμένες να ξεσηκώσουν. Οι επικλήσεις απανωτές. Ο Tsaki απευθύνεται στον Mo και τούμπαλιν, θερμαίνοντας το δάπεδο της σκηνής, καθώς διαγράφουν μία αδιάκοπη κυκλική πορεία πάνω σε αυτή, αλλά και την διάθεση του κοινού, που παρά την αυξανόμενη μεν, αλλά σχετικά περιορισμένη ακόμη προσέλευσή του, χαρακτηρίζεται από τον έντονο ενθουσιασμό του. Όπως μας λένε άλλωστε και οι ίδιοι, η ουσία βρίσκεται στο να περάσουμε καλά, είτε είμαστε πολλοί, είτε λίγοι. Το “F16” κάνει την αρχή σε ένα setlist γεμάτο αγαπημένα tracks που σφύζουν από ζωή, μία κατάσταση που αποτυπώνεται ιδανικά μέσα από τις δυνατές μπασογραμμές, που όσο τα κομμάτια κυλούν, δυναμώνουν και κορυφώνονται. Το γρήγορο flow έρχεται να συγκαταλεχθεί στα ατού τους.
Καθώς η ώρα περνάει, ο κόσμος αυξάνεται και αγκυροβολεί μπροστά στη σκηνή. Τα “Τη Σελήνη πήγαμε πιο πάνω”, το χορευτικό “Όνειρο βροχή”, αλλά και τα “Drops” και “Malibu”, έχουν πυγμή, ηχούν δυνατά κι ωθούν τον κόσμο σε ένα εξίσου δυνατό τραγούδισμα των στίχων, με τον χορό να μην απουσιάζει. Καθ’ όλη τη διάρκεια του live, οι Jocker/ Two-Face, επιβεβαιώνουν αυτό για το οποίο φημίζονται πως ξέρουν να κάνουν καλά: να ψυχαγωγούν μέσα από τα εκκωφαντικά beats, το επαγγελματικό performing και την παιχνιδιάρικη στιχουργική, που αγαπά να προκαλεί. Το «Όσα ο Bono», ένα νέο track, που θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβρη και του οποίο δείγμα μας παρουσίασαν σε playback μορφή, αλλά και το “Swan”, κατευθύνουν το απόγευμα στην κορύφωσή του, που συνάδει με τη λήξη της εμφάνισής τους, όπως αυτή πραγματώνεται μέσα από τα «Φούτερ», ένα κομμάτι από την Bong Da City-εποχή του Tsaki και «Σπασ’ το», που ώθησε τη νεολαία στο ξεφάντωμα, αλλά και τον σχηματισμό ενός σιφουνιασμένου cicrle pit, που παρέσερνε ό,τι βρισκόταν στο διάβα του.
Μη σε τρομάζει το “autotune”. Μη σε τρομάζει το στιχουργικό σεξιστικό «παραλήρημα», ούτε η επίκληση σε ακριβά αμάξια, υπέρογκα ποσά και ναρκωτικές ουσίες. Όσο η ψυχή θα προσωποποιείται, αποκτώντας λαλιά, όσο τα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας θα δίνουν τροφή για σκέψη, όσο το καλό και το όμορφο θα δίνουν ελπίδα για την εξασθένιση αυτών, το αγνό hip-hop θα παραμένει ακλόνητο. Και αν υπάρχει κάποιο group της rap σκηνής, που φροντίζει γι’ αυτό, τότε ακούει σίγουρα στο όνομα Social Waste. Η ψυχή τους, μοιάζει να βρίσκεται σε μία διαρκή πάλη, με πρωταγωνιστές τα αντικρουόμενα κι αντιμαχόμενα συναισθήματα. Η λαλιά τους, διψά να ακουστεί, να αγγίξει και να επηρεάσει. Η συνείδησή τους, ξέρει πως πρέπει να φέρει εις πέρας το χρέος της. Το βράδυ της Πέμπτης, η σκηνή έγινε το πολιτικό βήμα τους, στο οποίο ειπώθηκαν λέξεις, τις οποίες οι εκπρόσωποι του πολιτικού βίου βλασφημούν και ατιμάζουν. Κι εμείς, γίναμε το δικό τους ακροατήριο, που ταυτίστηκε με τις αλήθειες τους και τραγούδησε ηχηρά γι’ αυτές.
Τα πνευστά, αλλά και τα έγχορδα, με τη γκάιντα να πρωταγωνιστεί σε αρκετά κομμάτια και να αφήνει το στίγμα της, τοποθετούνται στο stage για να δημιουργήσουν την αγαπημένη ατμόσφαιρα των Social Waste. Εκείνη που αναδύεται μέσα από τα νερά και την αύρα της Μεσογείου. Το κοινό, ως σαν βγαλμένο από μία άλλη, συνιφασμένη με τον ρομαντισμό εποχή, παραγκωνίζει τα κινητά, που μοιάζουν να μην έχουν θέση σε αυτή τη στιγμή, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Κι αυτή, γίνεται η φανερή απόδειξη της πλήρους ταύτισης του κοινού με τον καλλιτέχνη, ο οποίος μέσα σε μία διαδικασία μυητικού χαρακτήρα, φωτίζει το μυαλό και την ψυχή μας με τη μουσική και τις λέξεις του. Τα ντραμς είναι ογκώδη. Η ηλικία μοιάζει να μην υφίσταται κι έτσι μικροί και μεγάλοι αποκτούν μία κοινή φωνή, για να διαμαρτυρηθούν για όλα αυτά που τους χωρίζουν, για όλα όσα αντικρίζουν μέσα στην κοινωνία τους, που μοιάζουν να έχουν βαλθεί να τους εξοντώσουν.
Επί μία ώρα κι ένα τέταρτο, ξεχνάμε όλα αυτά που μας χωρίζουν και διατηρούμε μονάχα αυτό που μας ενώνει: την ανθρώπινη υπόστασή μας, απαλλαγμένη από διαχωρισμούς και διακρίσεις. Τα ντραμς καθοδηγούν, το «Για να νικήσουν» σκιαγραφώντας τη σύγχρονη υλιστική κοινωνία της Δύσης, δίνει τη θέση του στο «Το Hip Hop της Μεσογείου», ένα track-ωδή στην οικονομική και κοινωνική κρίση, με γρήγορο flow. Ακολουθούν δύο καινούρια κομμάτια, που αναμένεται να συγκαταλεχθούν στο επόμενο album των Social Waste, με τις νοητές εκείνες συνοριακές γραμμές που καλλιεργούν το μίσος και τον διαχωρισμό μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και τους πολέμους σε Ιράν και Υεμένη, να βρίσκεται στο επίκεντρο των στίχων τους. Ο κόσμος, δε χάνει την ευκαιρία να τραγουδήσει δυνατά και να στήσει ανά στιγμές ένα παραδοσιακό, χορευτικό γλέντι.
Κομβική στιγμή στο set της βραδιάς, που κάνει το δέρμα μας να ανατριχιάζει και το μυαλό μας να παιδεύεται, αποτελεί το κομμάτι «Στη Γιορτή της Ουτοπίας», με τον κόσμο να φωνάζει “Ο Παύλος ζει, τσακίστε τους Ναζί» και τους Social Waste να μας προτρέπουν να μην αφήσουμε τη Μάγδα Φύσσα μόνη της, στην μακρόπνοη κι εξαντλητική δίκη της Χρυσής Αυγής. Ο κόσμος χειροκροτά με πάθος, ως μία μορφή διαμαρτυρίας στην αστυνομική βία, όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από το κομμάτι που έχουν ηχογραφήσει μαζί με τους Αντίποινα, “Θα ‘τανε δε θα ‘ταν 15”. Οι στίχοι αφυπνίζουν τα συναισθήματά μας. Φέρνουν και πάλι στη μνήμη μας τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, το 15χρονο εκείνο παιδί, που δολοφονήθηκε, που στερήθηκε τα νεανικά του όνειρα, που αντίκρισε από νωρίς τον σκληρό κι άδικο χαρακτήρα της ενήλικης ζωής, όντας ένα ακόμη θύμα του αστυνομικού, θανατηφόρου μένους. «Τα Μέγαρα», όχι εκείνα μετά την Ελευσίνα, αλλά τα «κυριλέ», όπως χαρακτηριστικά μας λένε, είναι ένα ακόμη κομμάτι από το επερχόμενο μουσικό τους δημιούργημα.
Η γκάιντα πρωταγωνιστεί, το χειροκρότημα του κοινού δυναμώνει, η μελαγχολία ριζώνει στην καρδιά μας και το μυσταγωγικό, ατμοσφαιρικό «Του Άρη», αγαπιέται πολύ. Λίγο πριν μας αποχαιρετήσουν, μας παίζουν τα «Του Χρόνη» και το κελαηδιστό μοιρολόι «Με τον καιρό να ‘ναι κόντρα». Όλη η ιστορία της μπάντας, όπως δηλώνουν και οι ίδιοι, έρχεται να συσσωρευτεί στο κομμάτι «Με μια πειρατική γαλέρα». Είναι εκείνη η στιγμή, που ο στίχος σμίγει με το σκηνικό που ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας, για να προσδώσουν μαζί τον ανάλογο ρομαντισμό, στη λήξη μίας φορτισμένης, γεμάτης με μηνύματα, συναισθήματα και κοινωνικές αναφορές εμφάνιση. Είναι η στιγμή κατά την οποία: «Το φεγγάρι, μέχρι κι εκείνο ραπάρει…» – Λ.Σ.-Π.
Το «Όπλο Στο Κρεβάτι» είναι η επιλογή του Τζαμάλ για την καλησπέρα του. Απλά και άνετα κινείται στην σκηνή, ποιητής της πιάτσας, ξέρει να τραβάει τα βλέμματα αφού η φόρμα του πάει, είναι αλήτικα σωστός και καθηλωτικός, τα λόγια του στοχεύουν σε βάθος, τα μηνύματα περνάνε μέσα από την εκφραστική street & straight ματιά – περιγραφή της πραγματικότητας, αλλά και από τα ξεκάρφωτα ξεκάθαρα ενδιάμεσα συνθήματα, π.χ. “Τ Ζ Μ Λ, γαμιέται η αστυνομία” .“Τα Γέλια Των Χαμένων”, αποτέλεσε την επίσημη καλησπέρα του, γεγονός που ενίσχυσαν οι φωτοβολίδες από το κοινό σε ένταση και φως. Μεγαλωμένος στο τσιμέντο, δήλωσε την αλληλεγγύη του για τους πολιτικούς κρατούμενους της 24/02, «Φτύναμε Αίμα», τα χαιρετίσματά του στον Σαντομά, «Κόκκινη Νύχτα», με τα ελαφριά scratchαρίσματα του Dj Stigma, αλλά και την ατελείωτη ροή των στίχων στο rap – άρισμα, που αναρωτιέσαι πως γίνεται και τους θυμάται απ’ έξω.
«Ή Αυτοί Ή Εμείς» και «Γιος Του Κανενός» που ακολουθούν, με κάνουν να πιστεύω πως επειδή η μελωδία και τα beats δεν είναι αρμονικά με αυτό το είδος freestyle που στην ουσία πιάνει, τελικά δημιουργείται το τίμιο, αναρχικό / χουλιγκάνικο μουσικό χάος που, είναι αυτό που μας κολλάει. Η «Ταράτσα» θα κοπεί αφού ο Τζαμάλ ζήτησε να το πάνε άλλη μία, το «Τατουάζ» είναι έξυπνο και χιουμοριστικό, η «Φαβέλα» μοιράζει φωνητικά στα παιδιά που βρέθηκαν στο Γκάζι. Η «Τζούρα Ρεαλισμού» αφιερωμένη στον ΛΕΞ, μελαγχολεί τις καταστροφές της νεολαίας και αποτέλεσε αφορμή να ξεδιψάσει («φωνάξτε λίγο κάτι, να πιω λίγο νερό»). Η «Αμαρτωλή Πόλη» διεκόπη τελείως, μας ζήτησε δέκα φορές συγγνώμη γι’ αυτό και μας καληνύχτισε με τα νοσταλγικά blues, «Τα Όνειρα Κοστίζουν», αφήνοντας μία υπόνοια είτε προσωπικά για νέο υλικό από Σεπτέμβρη, ή συνολικών αλλαγών στις πολιτικές, τις κοινωνικές και οικονομικές καταστάσεις. – Κ.Η.