Είχα διαβάσει κάποτε σε μια παλιά συνέντευξη των Týr, ότι αν και μέρος του όλου folk/Viking/pagan κινήματος, επιλέγουν πολύ συνειδητά να μην χρησιμοποιήσουν παραδοσιακά όργανα σαν φόρο τιμής στην παραδοσιακή μουσική των Νήσων Φερόε (ναι, από κει είναι, τα παλικάρια, όχι, τα Φερόε δεν είναι τροπικά νησιά και ναι, είχαν Vikings) η οποία είναι κατά κύριο λόγο φωνητική και δεν χρησιμοποιεί όργανα. Αυτό μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση τότε, και μέχρι τώρα με κάνει να σέβομαι απεριόριστα αυτή τη μπάντα: Εκεί που άλλοι πετάνε ένα βιολί κι ένα φλάουτο σε μια χεβυμεταλιά και καθαρίζουν, οι λεβέντες πρέπει να στηρίξουν όλη τους την Viking ατμόσφαιρα στις συνθέσεις και τις φωνητικές τους γραμμές. Και είναι σημαντικό να το τονίσουμε αυτό από την αρχή, για να συνειδητοποιήσουμε στη συνέχεια πόσο καλή δουλειά κάνουν.
Βέβαια, για να λέμε το mead mead και το drakkar drakkar, το album ξεκινάει λίγο μέτρια. Το εισαγωγικό “Blood of Heroes” κάνει μπαμ ότι πάει για hitάκι, αλλά το riff του θυμίζει τόσο πολύ Amon Amarth που σχεδόν τινάχτηκα όταν μπήκαν τα φωνητικά και δεν άκουσα τον Hegg. Το “Mare of My Night” που ακολουθεί κι αυτό υπολείπεται κάπως ατμόσφαιρας και συναισθήματος. Και μετά μπαίνει το “Hel Hath No Fury” και ερχόμαστε στα ίσια μας…
Σε γενικές γραμμές αυτό που θα σας πρότεινα να προσέξετε στον δίσκο είναι οι πραγματικά μαγευτικές φωνητικές γραμμές. Δεν είναι ότι οι συνθέσεις πάνε πίσω, ίσα ίσα, τα παιδιά είναι πολύ καλοί παίχτες, αγγίζοντας τα όρια της βιρτουοζίλας ώρες ώρες, βαράνε μια χαρά και τα κομμάτια ρέουν αβίαστα – σας είπα ότι τύμπανα παίζει ο Κόλλιας σ’αυτό; Ναι, ο Κόλλιας παίζει. Καταλαβαίνετε…Αλλά για να γυρίσουμε στο θέμα μας, αυτό που στα δικά μου αυτιά ξεχωρίζει τους Týr και τους προσδίδει χαρακτήρα είναι οι φωνητικές γραμμές τους. Δε ξέρω πώς συνθέτουν, αλλά εντύπωση μου είναι ότι τα κομμάτια «πατάνε» πάνω στις μελωδίες της φωνής και όχι το αντίθετο. Προσθέστε σε αυτό και συνθέσεις που όπως προείπα κάθε άλλο παρά αδιάφορες είναι, και έχουμε αν μη τι άλλο ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα.
Επειδή το «ενδιαφέρον» μπορεί να έχει διάφορες έννοιες, επιτρέψτε μου να πω εδώ ότι ο δίσκος είναι πολύ καλός. Ίσως λίγο άνισος, έχει καλές και κάπως πιο μέτριες στιγμές, αλλά έχει αυτόν τον ξεχωριστό αέρα των Týr που τον κάνει απολαυστικό. Έχει και –λίγο αδιάφορη– μπαλάντα με Liv Kristine αν θέλετε το πιο ρομαντικό σας, έχει και –αξιοπρεπέστατες– διασκευές σε “Where Eagles Dare” και “Cemetery Gates” για κερασάκι στην τούρτα, και κυρίως έχει πολύ και αυθεντικό συναίσθημα. Αν είστε φίλοι του είδους ακούστε τον οπωσδήποτε. Θα σας κάνει να ψάχνετε σπαθί και τσεκούρι. Για όλους τους υπόλοιπους είναι μια καλή ευκαιρία να δείτε πώς ένα άκουσμα μπορεί να είναι folk χωρίς κανένα folk όργανο. Μόνο και μόνο γι αυτό οι Týr αξίζουν σεβασμό.
[stextbox id=”black”]
Συνοψίζοντας…!
The Good: Σε περίπτωση που δεν το καταλάβατε ακόμα, το δυνατό σημείο του δίσκου είναι οι μελωδίες της φωνής. Ακούστε τις πολυφωνίες στο “Grindavísan” και δείτε και μόνοι σας πώς αυτή η γραμμή θα μπορούσε να σταθεί και μόνη της.
The Bad: Ο «κράχτης» του δίσκου φέρνει τόσο σε Amon Amarth που μάλλον κακό του κάνει…
Βαθμολογία: 3,5 /5
[/stextbox]