Όταν πληροφορήθηκα ότι ο επερχόμενος δίσκος του Ty Segall θα άγγιζε τη μία ώρα, ένιωσα μία περίεργη αμηχανία. Από τη μία ενθουσιάστηκα, διότι συνειδητοποίησα ότι η -μεγαλύτερη του ενός έτους- αναμονή για αυτό το άλμπουμ, θα άξιζε τον κόπο, αν επρόκειτο να πάρουμε στα χέρια μας ένα διαμαντάκι τέτοιας διάρκειας. Από την άλλη, όμως, δεν ήμουν βέβαιος ότι ένας καλλιτέχνης με το ύφος και τις -κατά τα άλλα- ευχάριστες εμμονές τού αγαπημένου μας πολυοργανίστα θα ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει σε μία τέτοια πρόκληση, ούτε αν θα κατάφερνε να αποφύγει τις τετριμμένες κακοτοπιές, με πιθανή συνέπεια ένα ανιαρό τελικό αποτέλεσμα.
Μετά από αυτές τις, εν τέλει αβάσιμες, ανησυχίες, άκουσα το «Manipulator». Ευτυχώς για εμένα και για τη μουσική γενικότερα, ο Ty αποδείχθηκε ανώτερος των περιστάσεων και, ξεπερνώντας τις προσωπικές μου προσδοκίες, διέλυσε όποιες αμφιβολίες θα μπορούσε να έχει κανείς για την αξία του.
Από την πρώτη ακρόαση, η οποία έγινε σαν σε μια ρουφηξιά από παλιό καλιφορνέζικο τσιγάρο, αυτό σκέφτηκα αρχικά ήταν ότι μπορώ πλέον να δηλώσω μετά λόγου γνώσεως πως τα φασαριόζικα μονοπάτια της garage και της psychedelic τού ανήκουν δικαιωματικά. Ο Ty βγαίνει για άλλη μια φορά βόλτα στα γνώριμα μουσικά λημέρια του και συνδυάζοντας τη βρωμιά της κιθάρας τουμε τη λυρικότητα της -σχεδόν pop star προδιαγραφών- φωνής του μας προσφέρει ίσως τον καλύτερο solo δίσκο του και χαρίζει και σε εμένα τηνρ προσωπική μου φθινοπωρινή μουσική συνοδεία.
Με τη δομή που έχει το χορταστικό «Manipulator» θα άξιζε να είναι soundtrack μιας υποθετικής ταινίας του Oliver Stone με τον Jason Leeσε πρωταγωνιστικό ρόλο να κάνει roadtripστη δυτική ακτή. Το ομώνυμο intro με τα ψυχεδελικά του πλήκτρα να επαναλαμβάνονται στα όρια του αυτισμού και τις κιθάρες να γεμίζουν τσιρίζοντας τα φωνητικά, σε μπάζει αμέσως στο κλίμα του δίσκου και σε οδηγεί στο δυναμική συνέχεια. Με μελωδικά τραγούδια όπως τα «The Singer» και «Don’t You Wanna Know? (Sue)» να ντύνουν το album με τις απαραίτητες αυξομειώσεις στην ένταση, καταλήγεις στο λυτρωτικό «The Feels». Ενώ, με το «Stick Around» για κλείσιμο, ο δίσκος σε αφήνει με έναν αντιφατικό συνδυασμό μουσικής ολοκλήρωσης και ανυπόμονης εγκαρτέρησης.
Highlight 1: Όταν ακούς το «Feel» και επιβεβαιώνεσαι: ο έρωτας της ζωής σου είναι πράγματι ηλίθιος που επέλεξε κάποιον άλλον.
Highlight 2: Όταν βγάζεις καινούργιο γκομενάκι από το απέναντι πεζοδρόμιο απλώς περπατώντας και γνέφοντάς του, μόνο και μόνο επειδή εκείνη τη στιγμή ακούς το «Stick Around».