Ο παραγωγικός οίστρος των Thou, μιας από τις σημαντικότερες μπάντες του σκληρού ήχου της δεκαετίας, έρχεται επιτέλους να κορυφωθεί με την κυκλοφορία του full-length “Magus”. Αν και ο πρώτος ολοκληρωμένος δίσκος μετά το “Heathen” του 2014, η μπάντα δεν ήταν καθόλου στάσιμη. Σημεία αναφοράς αποτελούν η καταπληκτική συνεργασία με The Body αλλά και τα 3 (!) EP που προανήγγειλαν την κυκλοφορία του δίσκου. Στα EP αυτά (“The House Primordial”, “Inconsolable”, και “Rhea Sylvia”) είδαμε διάφορες εκδοχές της μπάντας, με το ύφος να κινείται από το sludge στο grunge, και από το doom και το black σε ακουστικές συνθέσεις με χαρακτηριστική άνεση. Το σύνολο όσων ακούσαμε στα EP δένει, λοιπόν, στον νέο δίσκο.
Η μουσική των Thou δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση, και το “Magus” το επιβεβαιώνει με τρόπο εμφατικό. Πολυεπίπεδος και δουλεμένος μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, ο δίσκος δεν απαιτεί μόνο την απόλυτη προσοχή σου, αλλά την κερδίζει με το σπαθί του, καθώς είναι πραγματικά αδύνατον να σε αποσπάσει κάτι από την ακρόαση του “Magus”. Όπως και στο “Heathen”, η διάρκεια αγγίζει τα 75 λεπτά, ωστόσο θεματικά ο δίσκος κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τον προκάτοχο του. Ενώ το “Heathen” εφορμούσε από την φύση, τον κόσμο των αισθήσεων, της απόλαυσης και του πόνου, το “Magus” επικεντρώνεται στην εσωτερικότητα, το άτομο, την αυτοκριτική, την ποίηση, απομακρύνεται από τον φυσικό κόσμο και αγγίζει την αφαιρετικότητα.
Είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί η ηχητική έκταση του “Magus”. Το εναρκτήριο “Inward” για παράδειγμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «κλασσικό» Thou κομμάτι, με sludge βάση αλλά και μια υποβόσκουσα black metal αισθητική, η οποία βγαίνει στο προσκήνιο στο ιντερλουδιακό “My Brother Caliban” που ακολουθεί, κι ας έχει διαρκεί μόλις ένα λεπτό και τέσσερα δευτερόλεπτα. Η ριφάρα του κομματιού έρχεται να δέσει με την αρχή του “Transcending Dualities”, το οποίο γυρνάει σε σαφώς πιο doom δομή, με εκπληκτικές κιθάρες. Το “The Changeling Prince” αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές του δίσκου, αργό και βαρύ, μελαγχολικό, αλλά και βασιλικό: “behind the mask/another mask”. Το “Sovereign Self” έχει ένα φανταστικό ακουστικό intro με γυναικεία φωνητικά, κάτι το οποίο θα δούμε και στο δεύτερο ιντερλούδιο που ακολουθεί “Divine Will”. Στο “In the Kingdom of Meaning”, όπως θα ήταν αναμενόμενο και από τον τίτλο του κομματιού, έχουμε μια φοβερά πολυεπίπεδη σύνθεση, με αργά και γρήγορα περάσματα, από ακουστικά σε καθοριστικά sludge σημεία. Το groove μπάσο της εισαγωγής του “Greater Invocation of Disgust” χτίζει την ένταση για μια χαοτική συνέχεια, που έρχεται όμως να δέσει με ένα εξαιρετικά μελωδικό ρεφρέν. Οι μελωδικές κιθάρες του “Greater Invocation of Disgust” ακολουθούνται από την ατονική προσέγγιση του “Elimination Rhetoric”, το οποίο, αν έχεις επιβιώσει μέχρι εκείνο το σημείο του δίσκου φροντίζει να σε συνθλίψει μια στροφή πριν το τέλος. Το “Supremacy” είναι το απόλυτο κλείσιμο για ένα δίσκο διαμάντι.
Το «καλοκαίρι των Thou» έρχεται να σφραγιστεί με τον ιδανικότερο τρόπο. Είναι προφανές ότι η μπάντα βρίσκεται στο καλύτερο σημείο της καριέρας της όταν καταφέρνει να κυκλοφορήσει τρία τόσο διαφορετικά μεταξύ τους EP και την ίδια στιγμή να τα ενώσει όλα αυτά με τέτοια ωριμότητα και σεβασμό, σε ένα δίσκο ορόσημο τόσο για την πορεία της, όσο και για το σύγχρονο σκληρό ήχο συνολικά.