Το Σάββατο που πέρασε είχαν ενεργοποιηθεί μηχανισμοί-λόγοι για έξοδο και παρουσία σε διάφορα σημεία και χώρους στην πόλη μας. Δεν θα κοιμόταν εύκολα. Ή έστω, ήσυχη το βράδυ. Πάντοτε στο τέλος της, η άνοιξη έφερνε και τις γιορτές της μουσικής, πόσο μάλλον σε προεκλογική περίοδο. Ενώ, λοιπόν, οι Cinematic Orchestra θα εμφανίζονταν στην πλατεία Κοτζιά, και καθώς στο Γεωπονικό Λεξ, Anser κ.ά. θα έδειχναν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στους «4 του Πειραιά», το Rockinathens επέλεξε να παρευρεθεί στο noise-pop/psych-garage live των αρκετά αγαπητών για το ελληνικό κοινό, The Raveonettes.
Ανταπόκριση: Κική Ηλιάδου / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (πλήρες photo report εδώ)
Την αρχή θα προλόγιζαν οι Noda and the Pappas, ένα σχήμα των έξι, με κύριους, μάλλον, εμπνευστές τους Νώντα Παππά (κιθάρα/κύρια φωνή) και Σέργιο Βούδρη (μπάσο/φωνή). Συντροφικά, ο Ο. Τζιρίτας θα ενισχύσει τη δύναμη της κιθάρας, o Κ. Σεργίου, εναλλακτικά, σε κλασική κιθάρα, που ενίοτε εναλλασσόταν με το σαξόφωνο, στα τύμπανα ο Π. Κωστόπουλος, και στα πλήκτρα ο Κ. Συνοδινός, και εδώ θα τολμήσω να δηλώσω πως ήταν ο πιο δυνατός κρίκος, αφού παρείχε το λεπτεπίλεπτο ενδιαφέρον στον ήχο τους.
Και το λέω αυτό, γιατί γενικά δεν λάβαμε κάτι καινούριο σε άκουσμα, από ένα προσεγμένο, οικείο και γνωστό μουσικό ύφος, αυτό το οποίο κυμαίνεται στη smooth α λά Beatles/Stones πλευρά των late 60’s – 70’s. Ναι μεν με όλη την τεχνική και την αγάπη τους ως προς αυτό, γεγονός που διακρίνεις, αλλά χωρίς να φέρουν και κάτι το επιπλέον, το προσωπικό ή το χειροπιαστά διαφορετικό. Σαν να συνδεθήκαμε μέσα από ένα τηλέφωνο. Αυτό που σηκώνει ο Νώντας.
Στην ενορχήστρωση και στα φωνητικά ενέδινε συμπληρωματικά όλη η μπάντα, ήταν καλά προβαρισμένοι, συντονισμένοι και δεμένοι μεταξύ τους, μα κατά τη γνώμη μου, προσκολλημένοι στο είδος, με αποτέλεσμα να στενεύει η εξέλιξή του. Θα διακρίνω το “Blue” ως την πιο εκφραστικά δυνατή στιγμή του setlist. Sorry guys…
“Attack Of The Ghost Riders”. Το ξεκίνημα ακαριαίο και, πράγματι, η διαφορά στον ήχο, στις δονήσεις και στο συναίσθημα ήταν τόσο έντονη, λες και δεχθήκαμε attack. Για την απόδοση του ήχου στο έπακρον, το δίδυμο του Sune Rose Wagner και της Sharin Foo συμπεριφέρεται, περιοδεύει και εμφανίζεται on stage ως full band. Απαραίτητη, έτσι, η έξτρα ταλαντούχα κιθάρα, όπως παρομοίως και το υπέροχο drumming, ώστε να δέσει τη συνταγή των The Raveonettes στα χρόνια, στο σήμερα. Μονομιάς, λοιπόν, ο ήχος γέμισε τον χώρο και το κεφάλι μας.
Τα ηχεία θορυβούν, στα reverb αντανακλούν, και οι παραμορφώσεις επικρατούν και μας κυριεύουν. Από τα όρια του garage, στο fuzz και την κυκλική τάση-μανία της ψυχεδέλειας, οι ενώσεις ζυμώνονται επιδέξια. Οι διπλές φωνές σε διαφορετικές οκτάβες και συχνότητες συγχρονίζονται αρμονικά και απόλυτα. Το “Whip It On“ θα συμπεριληφθεί στο set, σχεδόν αναμενόμενα, λόγω της προωθητικής αφίσας των 20 του χρόνων, όταν το “Chains” εκρηκτικά και παιχνιδιάρικα επιμένει στη μελωδία της noise, μεταξύ ηλεκτρισμένης shoegaze. “Cops On Our Tail”, ο κιθαριστικός καταιγισμός που οδηγεί στο πρόσφατο “My Tornado” αισθηματικό στροβιλισμό, πάσα καλή για το νωχελικό “Bowels Of The Beast”.
Ταχύτητες και γκάζια διαδοχικά επανέρχονται,“Beat City”, “That Great Love Sound”. Ενισχύοντας τη σύλληψη, τη δομή και την υπόστασή τους στο garage περιβάλλον, δρομολογούν τη βραδιά στο ντεμπούτο full length album τους, “Chain Gang Of Love”, να φέρεται επετειακά. Για την αλλαγή στο mood εκμεταλλεύονται το επίμονο “Hallucinations”, η τροπή προς την ψυχεδέλεια του “Lust Lust Lust” και του νεκρού ήχου “Dead Sound” θα ορίσει την πολυπλοκότητα του “Endless Sleeper”.
Επειδή τυχαίνει να είναι η αγαπημένη μου εκδοχή τους, έχω ένα μικρό, προσωπικό παράπονο. Θα ήθελα περισσότερα από αυτό το kind, όπως και του “When Night Is Almost Done” που έριξε την αυλαία, αφήνοντας τους δυο τους στα «άδεια» (σχετικά) σανίδια της σκηνής, στους λιτούς προβολείς, στον ορισμό της minimal αισθητικής. Αρκετοί ήταν αυτοί, πάντως, που ζητούσαν το “Heart Of Stone” (μαζί τους κι εγώ), πριν μας εγκαταλείψουν. To “Love In A Trashcan”, όμως, δεν είχε ακουστεί ακόμα… Οπότε, έτσι κι έγινε, με την επαναφορά τους για το encore. Και το Gagarin ντύθηκε στα κόκκινα. Το “Αly, Walk With Me”, κέρασμα. Με την καλοκαιρινή του αύρα να ξύνει ασταμάτητα κιθαριστικά, μέχρι να σημάνει το πιο κατάλληλο, να σηματοδοτήσει το φινάλε. Εις το επανιδείν.