Οι Murder Capital είναι ένα σχήμα από το Δουβλίνο της Ιρλανδίας που μας είχε προσφέρει ένα πολύ ευχάριστο «μπαμ» με το ντεμπούτο τους “When I have Fears” πίσω στο 2019. Σε αντίθεση με τους συντοπίτες τους Fontaines D.C. που είναι πιο «συνεπείς» δισκογραφικά τα χρόνια που πέρασαν, για τους Murder Capital έπρεπε να φτάσει το 2023 προκειμένου να ακούσουμε το 2ο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ με τίτλο “Gigi’s Recovery”. Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις 20 Ιανουαρίου του 2023 μέσω του label Human Season Records το οποίο τρέχει η ίδια η μπάντα, σε format βινυλίου, CD και φυσικά σε όλες τις streaming πλατφόρμες.
Η μπάντα μας είχε συστηθεί με μια πολύ δική της εκδοχή του σύγχρονου post punk revival ήχου, στα χνάρια των Gang of Four, Wire, ή ακόμα και με πιο πειραματικά ακούσματα του παρελθόντος όπως οι Pere Ubu. Η σύγκριση με τους Fontaines αναπόφευκτη, τόσο λόγω καταγωγής, όσο και λόγω χρονολογικής σύμπτωσης στις πρώτες τους κυκλοφορίες, το 2019. Δε θα ήθελα ωστόσο να μπω σε αυτή τη διαδικασία, θεωρώντας το άδικο για την εξαιρετική μουσική προσωπικότητα που διαθέτει η κάθε μια από αυτές τις μπάντες ξεχωριστά.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. To “Gigi’s Recovery” με ξένισε πολύ στην πρώτη του ακρόαση, κυρίως λόγω της διαφαινόμενης στροφής της μπάντας σε ένα πιο σκοτεινό και εσωτερικό, πειραματικό indie υβρίδιο, το οποίο δύσκολα θα μπορούσα να χαρακτηρίσω στο σύνολό του σαν post-punk. Ο δίσκος διακατέχεται πιθανότατα από κάποιο στιχουργικό concept για το οποίο όμως δεν μπόρεσα να βρω παραπάνω πληροφορίες, πέραν του πολύ όμορφου και απλοϊκά ποιητικού στιχουργικού του περιεχομένου. Ζωή, απώλεια, διαχείριση. Με βασικό πυλώνα αυτό το τρίπτυχο, το άλμπουμ ακούγεται πολύ καλύτερα σαν ένα ενιαίο σύνολο, παρά σαν μεμονωμένα κομμάτια.
Οι συνολικές ακροάσεις συνέχισαν, με το άλμπουμ να κατακάθεται όλο και περισσότερο μέσα μου και να προσομοιάζει σε μια προσωπική εξομολόγηση. Κάπου εδώ να σημειωθεί η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στο κομμάτι παραγωγή-ενορχήστρωση. Η πολύ έξυπνη χρήση των delays (στοιχείο που υπήρχε και στο προηγούμενο άλμπουμ), η λιτή αλλά καταλυτική απόχρωση που προσφέρουν τα synths καθώς και η σχεδόν trip hop προσέγγιση των τυμπάνων, δημιουργούν ένα ψηφιδωτό ιδεών και δηλώσεων που δένει αρμονικά στο σύνολο και τη ροή. Το songwriting κυμαίνεται ως επί το πλείστον σε mid tempo μοτίβα διανθισμένα με έξυπνες κιθαριστικές πινελιές που πολλές φορές οδηγούν σε ένα λυτρωτικό ξέσπασμα μελωδικότητας και έξυπνης αρμονικότητας με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τελείωμα του «The lie becomes the self».
Δε θα ήθελα να σταθώ σε κάποιο συγκεκριμένο κομμάτι σαν «ανώτερο», τόσο λόγω της παραπάνω δήλωσης περί συνόλου, όσο και λόγω του ότι ο δίσκος δομήθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχουν χιτάκια αλλά ούτε και fillers. Κάθε νότα έχει το νόημά της και κάθε στροφή έχει λόγο ύπαρξης. Αν θα έπρεπε να αναφέρω επιρροές, θα σημείωνα πως στην τωρινή της φάση η μπάντα χρωστά περισσότερο σε σχήματα όπως οι National και οι Arcade Fire, παρά στους θρύλους του post punk σύμπαντος.
Το “Gigi’s Recovery” ήταν το πρώτο μου βινυλιακό instant buy από το bandcamp για το 2023, και αυτό λέει πολλά. Όχι, δεν έχει την ενέργεια και την ίσως πιο εφηβική αφέλεια του ντεμπούτου τους και όχι δεν είναι καλύτερος δίσκος από το “When I have fears”. Ωστόσο η λεπτομερής επικέντρωση στο songwriting και η διάθεση της μπάντας να αναπτύξει τον ήχο της πέραν των στεγανών της μοδάτης post punk των τελευταίων ετών, με ωθούν στο να δώσω στο άλμπουμ ένα θετικό πρόσημο, και να το συστήσω σε κόσμο που προτιμά να απολαμβάνει τη μουσική τελετουργικά σε ένα ήσυχο δωμάτιο, παρά στο κινητό με ακουστικά στο δρόμο. Όσοι απολαύσατε τα λίγο πιο τολμηρά post punk πονήματα των τελευταίων ετών όπως το “Drunk Tank Pink” των Shame ή το “Green Field” των Squid, επενδύστε άφοβα εδώ.