Βυθισμένοι στα σκοτεινά νερά του αυτοσχεδιασμού και της ηχητικής έντασης, οι SUMAC δεν είναι απλώς μια μπάντα, είναι ένα ζωντανό πείραμα. Με μέλη που έχουν διανύσει μυθικές πορείες σε συγκροτήματα όπως οι Isis, Russian Circles και Baptists, η τριάδα ανασυνθέτει τα όρια του heavy ήχου. Στο νέο τους άλμπουμ The Healer, εξερευνούν τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στην καταστροφή και τη δημιουργία, παντρεύοντας την ακατέργαστη ενέργεια του στούντιο με τη βαθιά φιλοσοφία της στιγμής. O μπασίστας Brian Cook, συνομιλεί με τον Άρη Ζαρκαδάκη για τη δύναμη του αυτοσχεδιασμού, την πνευματική διάσταση της μουσικής και την αναζήτηση του αυθεντικού μέσα από τις ρωγμές της τελειότητας.
Οι συνθέσεις σας συχνά φαίνονται αυθόρμητες αλλά ταυτόχρονα μελετημένες. Πώς ισορροπείτε μεταξύ δομής και αυτοσχεδιασμού στο στούντιο;
Και οι δομημένες και οι αυτοσχεδιαστικές πλευρές της μπάντας φέρνουν προκλήσεις στο στούντιο. Θέλουμε προφανώς τα δομημένα μέρη να είναι σφιχτά και συνεκτικά, οπότε υπάρχει η αναμενόμενη προσοχή στη λεπτομέρεια και στην απόδοση όταν τα ηχογραφούμε. Τα αυθόρμητα σημεία απαιτούν μια διαφορετική πειθαρχία, όχι τόσο να είμαστε συγχρονισμένοι μεταξύ μας όσο να μπορούμε να τρεφόμαστε ο ένας από τον άλλον και να αιχμαλωτίζουμε αυτή την ιδιαίτερη μαγεία που συμβαίνει με τον αυτοσχεδιασμό, κάτι που δεν είναι πάντα εγγυημένο. Ιδανικά, ηχογραφούμε τα άλμπουμ μας ζωντανά στο στούντιο με ελάχιστα overdubs, αλλά επειδή οι συνθέσεις μας τείνουν να είναι αρκετά μεγάλες, συχνά τις ηχογραφούμε σε τμήματα. Αυτό μας επιτρέπει να κάνουμε πολλαπλά περάσματα στα αυτοσχεδιαστικά σημεία και να επιλέγουμε τις καλύτερες εκτελέσεις. Φυσικά, υπάρχουν και άλλα μέρη που θολώνουν τη γραμμή μεταξύ αυτοσχεδιασμού και δομής, ίσως οι νότες είναι σταθερές αλλά το τέμπο είναι ρευστό, ή το αντίστροφο, και αυτά φέρνουν τις δικές τους μοναδικές προκλήσεις. Τελικά, πρέπει να είμαστε ευέλικτοι στην προσέγγιση της ηχογράφησης, αλλά αυτό είναι που κρατά τη διαδικασία συναρπαστική και φρέσκια.

Μπορείτε να μας περιγράψετε πώς γεννιέται ένα τυπικό κομμάτι των Sumac από το πρώτο riff μέχρι την τελική μίξη;
Για τα περισσότερα τραγούδια, ο Aaron ηχογραφεί ένα πρόχειρο κομμάτι με κιθάρα στο σπίτι και το μοιράζεται με τον Nick και εμένα. Αυτά τα demo συνήθως δεν περιλαμβάνουν φωνητικά ή συνοδευτικά τύμπανα ή μπάσο (με μία ή δύο εξαιρέσεις). Ο Nick γράφει στη συνέχεια τα τύμπανα πάνω στο demo, και μετά είναι δική μου δουλειά να ενώσω τα τύμπανα και την κιθάρα με το μπάσο. Υπάρχουν περιπτώσεις που θα πειράξουμε λίγο τη δομή του κομματιού σ’ αυτό το σημείο, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις τα τραγούδια παραμένουν πιστά στην αρχική σύνθεση του Aaron. Επειδή όλοι μένουμε σε διαφορετικές πόλεις (ο Nick μένει μάλιστα τρεις ώρες βόρεια, σε άλλη χώρα), δεν έχουμε πολύ χρόνο για πρόβες ως μπάντα, οπότε μεγάλο μέρος της σύνθεσης γίνεται ανεξάρτητα.
Συνθέτετε με γνώμονα τις εμφανίσεις σας επί σκηνής ή αυτό είναι μια ξεχωριστή μετάφραση της μουσικής σας, σε σχέση με το άκουσμα στις ηχογραφήσεις;
Ναι. Αυτή η μουσική είναι φτιαγμένη για να βιώνεται ζωντανά ή να ακούγεται σε δίσκο με την αίσθηση ότι ακούς τρεις μουσικούς να παίζουν μαζί σε ένα δωμάτιο. Προσπαθούμε να κρατάμε τις ηχογραφήσεις αρκετά πιστές στο πώς θα εκτελεστούν τα κομμάτια ζωντανά, αν και αυτά αναπόφευκτα εξελίσσονται καθώς τα παίζουμε στις συναυλίες.
Η δουλειά σας με τον Keiji Haino είναι ακραία και τολμηρή. Τι μάθατε από τα κοινά σας sessions, που άλλαξε την προσέγγισή σας στους Sumac;
Ο Keiji Haino είναι ένας απίστευτα εμπνευσμένος καλλιτέχνης και είμαστε ευγνώμονες που δουλέψαμε μαζί του. Έχει περάσει τη ζωή του δημιουργώντας μουσική μέσα από μια ροή συνείδησης. Μας είπε κάποτε: «Ξοδεύω πολύ χρόνο σκεπτόμενος τη μουσική πριν παίξω, ώστε να μην χρειάζεται να σκέφτομαι καθόλου όταν είμαι στη σκηνή». Θαυμάζω πραγματικά αυτή τη φιλοσοφία. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου που παίζω μόνος μου στο σπίτι είναι πολύ συγκεντρωμένο, είτε κάνω πρόβες σε κάτι που έχω ήδη γράψει είτε προσπαθώ να συνθέσω κάτι καινούργιο. Ήταν μια καλή υπενθύμιση να παίξω απλώς… χωρίς προσδοκίες, χωρίς την ιδέα ότι είναι δουλειά, χωρίς να χρειάζεται να γίνει κάτι συγκεκριμένο. Απλώς να παίξω και να είμαι παρών στη στιγμή και να είμαι εντάξει με την πιθανότητα ότι κάτι υπέροχο μπορεί να συμβεί και να χαθεί για πάντα.
Πώς επηρεάζει το παρελθόν κάθε μέλους ξεχωριστά (Isis, Russian Circles, Baptists) τη δυναμική της μπάντας;
Δεν θέλω να μιλήσω εκ μέρους του Nick και του Aaron, αλλά προσωπικά προσπαθώ να φέρω τη βασική πειθαρχία και γνώση από τα άλλα μουσικά μου πρότζεκτ, ενώ ταυτόχρονα προσπαθώ να ξεφύγω από τις συνήθειες που ανέπτυξα εκεί. Δεν έχει νόημα να είμαι σε διαφορετικές μπάντες που κάνουν το ίδιο πράγμα. Οι Russian Circles είναι πολύ ορχηστρωμένοι και δομημένοι, και ο δικός μου ρόλος εκεί περιλαμβάνει πολλά όργανα (μπάσο, συνθεσάιζερ, μπαριτόνο κιθάρα) και πολλά εφέ. Με τους Sumac, ο στόχος είναι να εξερευνήσω τις ηχητικές δυνατότητες με ένα μικρότερο και πιο μίνιμαλ σύνολο εξοπλισμού, ενώ απομακρύνομαι από την πιο σκόπιμα δομημένη μουσική διαδικασία. Ή για να το πω απλά: βλέπω τους Russian Circles σαν κλασική μουσική και τους Sumac σαν τζαζ.

Υπάρχουν καλλιτέχνες εκτός metal που εμπνέουν τη μουσική ή τη θεματική των Sumac;
Ω ναι! Πολλοί. Αγαπάμε όλοι τη βαριά μουσική και αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της μουσικής μας διατροφής, αλλά μας ενδιαφέρει πολύ και η μουσική έξω από τον κόσμο του metal. Έτσι πρόχειρα, μερικοί καλλιτέχνες που ακούμε τελευταία είναι η Alice Coltrane, οι Tangerine Dream, οι Craven Faults, οι Etran de L’Aïr και ο Pharoah Sanders. Προσπαθούμε να αντλούμε έμπνευση από παντού.
Το τελευταίο σας άλμπουμ “The Healer” εξερευνά την καταστροφή και τη δημιουργία. Τι σας προσέλκυσε σ’ αυτή τη δυαδικότητα;
Αυτή η δυαδικότητα ήταν πάντα παρούσα στη μουσική μας. Μιλώντας προσωπικά, αν και νομίζω πως και οι άλλοι θα συμφωνούσαν, θεωρώ ότι οι αντιθέσεις είναι σημαντικές στη μουσική. Είναι θέμα αντίθεσης. Ένας καλός πίνακας έχει φως και σκοτάδι, αλλιώς είναι επίπεδος. Για να συνεχίσω την αναλογία, οι αγαπημένοι μου πίνακες έχουν κι αυτοί αυτή τη δυαδικότητα. Ένας φωτορεαλιστικός πίνακας είναι εντυπωσιακός, αλλά προτιμώ τους πίνακες του Chuck Close μετά την παράλυσή του, όταν άρχισε να δημιουργεί πορτρέτα από αφηρημένα σχήματα σε πλέγμα. Ίσως επειδή είμαι και εγώ καλλιτέχνης, απολαμβάνω την τέχνη που μου δίνει ένα παράθυρο στη διαδικασία, όπου βλέπεις τη δουλειά, όχι την προσπάθεια να κρύψει την ανθρώπινη ατέλεια.
Μου αρέσουν πράγματα που μοιάζουν ανολοκλήρωτα ή ελαττωματικά. Εκεί υπάρχει ευαλωτότητα… ένα σημάδι ότι κάτι είναι αληθινό και ίσως έχει φτάσει στα όριά του. Είναι πιο ικανοποιητικό να διαβάζεις ένα βιβλίο που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί λίγες λεπτομέρειες για να σχηματίσει εικόνες, παρά ένα που υπερεξηγεί τα πάντα. Ο ανθρώπινος νους θέλει να συμπληρώνει τα κενά, να ολοκληρώνει την εικόνα. Νομίζω πως είναι σημαντικό η μουσική να μοιάζει σαν κάτι που έχει αιχμαλωτιστεί σε μια δυναμική στιγμή, είτε φτιάχνεται είτε καταρρέει. Δεν θέλω να ακούω κάτι που ακούγεται σαν να δημιουργήθηκε σε μια τέλεια κατάσταση στασιμότητας.
Θεωρείς τους SUMAC ως κάτι πολιτικό, πνευματικό ή κάτι πιο στοιχειώδες;
Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα ερώτηση και δεν ξέρω αν έχω μια πραγματική απάντηση. Θα έλεγα ότι κάθε καλή μουσική – ή τέχνη γενικότερα – έχει ένα στοιχείο του πνευματικού και του πολιτικού. Η καλή τέχνη πρέπει να στοχεύει στη μεταρσίωση, μια ματιά στο θείο, οπότε θα έλεγα πως η μουσική μας επιδιώκει ένα πνευματικό στοιχείο. Παράλληλα, νομίζω πως η τέχνη στη σύγχρονη κοινωνία αποτελεί αντίσταση στο κυρίαρχο παράδειγμα. Η τέχνη είναι μια μυστική γλώσσα, ένας τρόπος να εκφράσεις κάτι πέρα από τις συνηθισμένες μορφές επικοινωνίας. Να αφιερώνεις τη ζωή σου στην τέχνη σημαίνει να αφιερώνεσαι στο να υπάρχεις έξω από το παράδειγμα.
Πιο νέος θα έλεγα ότι η μουσική στέκεται ενάντια στην εξουσία, αλλά πλέον πιστεύω ότι αυτό είναι λάθος. Η μουσική αφορά τη δημιουργία δύναμης. Η δύναμη δεν είναι ο εχθρός. Όλοι πρέπει να έχουν δύναμη. Η δύναμη είναι κακή μόνο όταν συγκεντρώνεται. Άρα το να φτιάχνεις μουσική ή τέχνη σήμερα είναι μια μορφή ανάκτησης της δύναμης, ακόμα κι αν είναι μόνο η μουσική που φτιάχνεις μόνος στο σπίτι σου. Κι αυτός είναι ο λόγος που η μουσική αρχίζει να φαίνεται κοινότοπη και αηδιαστική όταν την οικειοποιούνται τεράστιες εταιρείες.
Πόσο μεγάλο μέρος της μουσικής σας αφορά τη συναισθηματική έκφραση έναντι της αφηρημένης εξερεύνησης;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στην συναισθηματική έκφραση και την αφηρημένη εξερεύνηση. Αν δεν υπάρχει συναισθηματική έκφραση στην εξερεύνηση, τότε είναι αποτυχία. Στην πραγματικότητα, ίσως αυτό να είναι και η βασική διαφορά ανάμεσα στον καλό και τον κακό αυτοσχεδιασμό. Αν δεν το νιώθουμε όταν το παίζουμε, τότε περνάμε μια κακή βραδιά. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν το κοινό μπορεί να ξεχωρίσει μια “καλή” βραδιά από μια “κακή”… αν μπορούν να αντλήσουν κάποια συναισθηματική ουσία από τη μουσική μας ακόμα κι αν εμείς νιώθουμε ότι αποτύχαμε.
Δεν θέλω ποτέ το κοινό να φεύγει από τη συναυλία μας νιώθοντας ότι εξαπατήθηκε για την τιμή του εισιτηρίου, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει κάτι πολύ πιο συναρπαστικό στο να βλέπεις έναν καλλιτέχνη και να ξέρεις πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αποτυχίας. Δηλαδή, είναι πολύ πιο συναρπαστικό να πας σε τσίρκο όταν ξέρεις ότι ο ακροβάτης μπορεί να πέσει ή ο θηριοδαμαστής να δεχτεί επίθεση. Δεν θέλεις πραγματικά να δεις αυτά να συμβαίνουν, αλλά το να ξέρεις πως μπορεί να συμβούν σε κρατά περισσότερο παρόν και σε εγρήγορση στη στιγμή.
Με το “The Healer” να είναι το πέμπτο σας άλμπουμ, πως βλέπεις τους Sumac να εξελίσσονται στη συνέχεια;
Δεν είμαι σίγουρος. Δεν προβλέπω να κάνουμε ριζικές αλλαγές στον ήχο μας. Ένα βασικό στοιχείο του συγκροτήματος είναι να εξερευνούμε τα όρια του πιθανού μέσα στις περιορισμένες δυνατότητες των οργάνων μας. Αλλά ελπίζω να βρούμε νέους τρόπους να αλληλεπιδρούμε με τα όργανά μας και μεταξύ μας.
Τι ελπίζετε να πάρουν οι ακροατές από έναν δίσκο των Sumac ή από μια ζωντανή εμφάνιση;
Νομίζω ότι ο κόσμος μας βλέπει σαν metal συγκρότημα, αλλά ειλικρινά ελπίζω ότι φεύγοντας από τη συναυλία ή ακούγοντας τους δίσκους μας νιώθουν πως πήραν κάτι παραπάνω από την απλή ένταση της δυνατής μουσικής. Ένα μεγάλο μέρος του στόχου μας είναι να αποδώσουμε συναίσθημα μέσα από ήχους που δεν είναι πολιτισμικά ή ενστικτωδώς συνδεδεμένοι με την έκφραση συγκεκριμένων συναισθημάτων. Ο καθένας μπορεί να γράψει ένα τραγούδι σε μείζονα κλίμακα για να εκφράσει χαρά. Είναι σχεδόν πολύ προφανές. Γινόμαστε απαθείς απέναντί του. Δεν θέλουμε ο κόσμος να νιώθει απαθής.
Πώς ορίζετε την επιτυχία για μια μπάντα όπως οι Sumac, όπου η προσβασιμότητα δεν είναι ο στόχος;
Ζούμε σε μια κουλτούρα που δίνει μεγάλη σημασία στους αριθμούς. Αλλά δεν θα έπρεπε να έχει σημασία αν σε μια συναυλία είναι 15 άτομα ή 15.000, ή αν πουλάς 100 δίσκους ή 100.000. Έχω φίλους που βγάζουν πολύ καλά λεφτά παίζοντας μουσική και φαίνονται εντελώς δυστυχισμένοι, και άλλους που μόλις τα βγάζουν πέρα στις περιοδείες αλλά περνούν την καλύτερη περίοδο της ζωής τους. Η ευτυχία είναι το μόνο μέτρο της επιτυχίας, κι αυτός είναι ο μόνος στόχος που μπορούμε να έχουμε.
***ENGLISH VERSION***
Your compositions often feel spontaneous yet deliberate. How do you balance structure and improvisation in the studio?
Both the structured and improvised aspects of the band involve challenges in the studio. We obviously want the structured sections to be tight and cohesive, so there’s the expected attention to detail and performance when we’re recording those parts. The spontaneous sections require a different discipline less about being locked in together, and more about feeding off of each other and capturing that elusive magic of improvisation, which isn’t always guaranteed. Ideally, we record our albums live in the studio with minimal overdubs, but since our compositions tend to be quite long, we often record in sections. This allows us to do multiple passes on the improvised parts and choose the best performances. Of course, there are other parts that blur the line between improvisation and structure perhaps the note progressions are fixed, but the tempo is fluid, or vice versa and those bring unique challenges too. Ultimately, we need to be flexible in our recording approach, but that keeps the process exciting and fresh.
Can you walk us through how a typical SUMAC track comes together from riff to final mix?
For most songs, Aaron records a guitar demo at home and shares it with Nick and me. These demos usually don’t include vocals or accompanying drums or bass (with maybe one or two exceptions). Nick then writes drum parts over the demo, and it becomes my job to glue the drums and guitar together with bass. Occasionally we’ll tweak the song structure at this stage, but more often than not, the songs stay true to Aaron’s original idea. Since we all live in different cities (Nick actually lives three hours north, in another country), we don’t get much time to rehearse together so a lot of our writing happens independently.
Do you write with live performance in mind, or is that a separate translation of the music?
Yes. This music is meant to be experienced live or listened to on record with the sense that you’re hearing three musicians in a room, playing together. We try to keep the recordings faithful to how the songs will be played live, though they inevitably evolve through performance.
Your work with Keiji Haino is wild and boundary-pushing. What did you learn from those sessions that changed your approach to SUMAC?
Keiji Haino is an incredibly inspiring artist, and we’re grateful to have worked with him. He’s spent his life creating music through a stream-of-consciousness approach. He once told us, “I spend a lot of time thinking about music before I play so that I don’t have to think at all once I’m on stage”. I really admire that philosophy. So much of my solo playing is focused either rehearsing existing material or trying to write something new. Working with Haino reminded me to just play without expectations, without feeling like it’s work, and without the pressure for it to become something. Just be in the moment and accept that something great might happen and then disappear forever.
How does each member’s background (ISIS, Russian Circles, Baptists) influence the band’s dynamic?
I don’t want to speak for Nick and Aaron, but for my part, I try to bring the discipline and experience from other projects while actively avoiding the habits I developed in them. There’s no point in being in multiple bands that sound the same. Russian Circles is very orchestrated and structured. I play multiple instruments there (bass, synth, baritone guitar) with lots of effects. With SUMAC, the goal is to explore a wide tonal range using fewer tools, and to depart from more deliberately structured musical approaches. To put it simply: Russian Circles feels like classical music; SUMAC feels like jazz.
Are there any non-metal artists who inspire SUMAC’s sonic or thematic direction?
Oh yes plenty. We all love heavy music, and it’s a big part of what we consume, but we also take a lot of inspiration from outside the metal world. Just off the top of my head: Alice Coltrane, Tangerine Dream, Craven Faults, Etran de L’Aïr, and Pharoah Sanders have all influenced us recently. We try to draw inspiration from everywhere.
Your latest album “The Healer” explores destruction and creation, what drew you to that duality?
That duality has always been a part of our music. Personally and I think the others might agree I believe duality is essential. It’s about contrast. A good painting has light and dark, otherwise, it’s flat. My favorite paintings, like some of Chuck Close’s later works, reveal the process. They don’t try to hide flaws or human effort. I appreciate art that feels unfinished, flawed, vulnerable that gives you a glimpse into the process. Similarly in music, it’s more powerful when it feels like a captured moment, like things are either coming together or falling apart. I don’t want to hear something that sounds like it was created in a moment of perfect, sterile stasis.
Do you view SUMAC as political, spiritual, or something more elemental?
That’s a tough one. I think any good art has elements of both the political and the spiritual. Good art aims for transcendence that glimpse of the divine. It’s also a form of resistance. Art exists outside the dominant paradigm. Dedicating yourself to art is, in itself, a political act. In my younger years, I thought music was about resisting power, but I now believe music is about “creating” power. Power itself isn’t the enemy consolidated power is. Making music is a way to reclaim power, even if it’s just something you create at home. And when music gets co-opted by big corporations, that’s when it starts to feel hollow.
How much of your music is about emotional expression vs. Abstract exploration?
I don’t see a division between the two. If there’s no emotional expression in the exploration, it fails. That’s probably the biggest difference between good and bad improvisation. If we’re not feeling it, we’re having a bad night. The question is whether the audience can still connect, even if we can’t. I never want someone to leave a show feeling like they didn’t get their money’s worth, but I do think there’s something thrilling in knowing that a performance could fall apart. It’s like watching the circus the trapeze act is exciting “because” there’s risk. You don’t want failure, but the possibility of it makes you more present and engaged.
With “The Healer” being your fifth album, where do you see SUMAC evolving next?
I’m not entirely sure. I don’t see us drastically changing our sound. A big part of SUMAC is exploring what’s possible within the limits of our instruments. But I do hope we continue finding new ways to interact with those instruments and with each other.
What do you hope listeners take away from a SUMAC record or a live show?
People might see us as a metal band, but I hope they leave our shows or albums feeling like they experienced more than just volume and heaviness. We try to extract emotion from sounds that don’t inherently evoke specific feelings. Anyone can write a major key melody to convey happiness, that’s too easy. We don’t want listeners to feel numb.
How do you define success for a band like SUMAC, where accessibility isn’t the goal?
We live in a culture obsessed with numbers. But it doesn’t matter if there are 15 people at a show or 15,000; If you sell 100 records or 100,000. I know musicians who’ve made great money and are miserable, and others scraping by who are truly happy. For us, success means happiness. That’s all we can aim for.