Αυτά τα live στο An Club… μας βάζουν κατευθείαν στο θέμα!
Ανταπόκριση: Κική Ηλιάδου / Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Η βραδιά ξεκίνησε λίγο μετά τις 21:00 με τις μελωδίες των Grey River & The Smoky Mountain να μας ταξιδεύουν από bluegrass και folk ήχους σε irish και Americana ρυθμούς. Υπέροχοι, νεοσύστατοι, αποδεικνύουν πως η μουσική μπορεί να γεννιέται σε τόπους αλλά επηρεάζει – επηρεάζεται, αναμιγνύεται, διαχρονικά μεταφέρεται και αισίως κουμπώνει παντού. Τα ενδεικτικά “Shallow Grave”, “Silver Line” και “When Everybody’s Gone” από την ήδη ηχογραφημένη πρώτη τους δουλειά, μας έπεισαν πως σύνορα η μουσική δεν έχει. Σαν από βιωματικά βασισμένα στη μετάφραση της μοναδικής διασκευής τους “Ballad For Beelzebub” μας προετοίμασαν για τη συνέχεια της βραδιάς. Υμνούμε τους παλιούς, δίνουμε χώρο στους νέους. “…Υou can’t come down till the brimstone turns to ice…”.
Επόμενοι επί σκηνής οι The Love & Suicide Death Club, το side project των The Dark Rags, να μας επικοινωνούν αρχικά ένα “Better Day” όταν με σταθερά τα χτυπήματα -όπως τα αγαπησιάρικα dark παραμύθια- σαν να τα έχεις κάπου ξανακούσει, παλεύεις με την επανάληψη. Εκεί όπου χώθηκαν εύστοχα χροιές μεταλλικές και πέρασαν ένα ride την wave pop επιρροή τους στην πιο punk και country rock’n’roll εκδοχή της με το που διασκεύασαν αντίστοιχα τα “Mother Of Earth” και “Oil Field Is Burning”. Αφού ζεστάθηκαν, εμφανίστηκε μία υπόσχεση για μία πιο ψυχεδελική πλευρά τους κατά το “Only Love” και τελικά ένα “Bleeding Roses Tale” που όντως μας άγγιξε. Για το επιπλέον μας κέντρισε την αναμονή για το αποτέλεσμα που θα φέρει το πρώτο τους “10 Bullets For The Heart” album. Βουρ στη δουλειά!
Dr. Albert Flipout’s One Can Band feat. Mickey Pantelous. Γιατί θέλει μαγκιά, μεράκι και θέληση του ίδιου του can να γίνεται από κονσερβοκούτι, όχι μόνο μουσικό όργανο αλλά και ρήμα. Όπως ένας μονάχα άνθρωπος λειτουργεί ως σχήμα. Ιδιόμορφη ηχηρότητα, παραμορφωμένος ήχος, επί μέρους σαν επίτηδες ξεκούρδιστος, ύφος ηλεκτρικής κιθάρας, φυσαρμόνικα και φωνητικά που πότε ενυδατώνουν και πότε εμποτίζουν τον τόνο και το στυλ του. Για την έναρξη το ομότιτλο της πρώτης δισκογραφικής του δουλειάς “I Can’t Find My Pills”… but… “I Can Band” -αν και ακυκλοφόρητος- μέχρι και το ερωτικό “Under My Blanket” στο “This Ball This Chain”, στα βρώμικα blues δεσμεύτηκε το setlist. Ανέκδοτο το that godamm voodoo τον παρότρυνε να θυμηθεί κάτι ακόμη από την εφηβεία του. Προστέθηκε μία ελαφρά afro funky χροιά στο “There Goes Jack” να καταλήγει στα tres bien μινόρε από το “Nickels And Dimes” στην παραγγελιά της ντάμας του Jess για διασκευή Tom Waits. “Tango Till They’re Sore” απάντησε αναπολώντας και συνέχισε σε ανάλογο ύφος “See Me Hanging From The Ceiling”. Σαν από gospel που ρίχνει φώς με σαρκασμό στις σκοτεινές πλευρές της ζωής, θίγει την παγκόσμια διάσταση της κρίσης (βλέπε δεύτερο προσωπικό του album “North of Africa”). Αντισυμβατικός έως ότου η country δεν απέχει και πολύ από την desert πλευρά του είδους, καληνυχτίζει με το “Down By The Riverside” και υποδέχεται τους από άλλη διάσταση βγαλμένους Skull & dawn.
Οι ορίζοντες άνοιξαν. Κρανίου τόπος και το bourbon να ρέει κινηματογραφικά. Βασικοί ήρωες οι σκοτεινοί Skull & dawn. Α short trip to hell που κράτησε πάνω από δίωρο με ιστορίες να εξυμνούν κρυφά μηνύματα. Υou’ll never bedevil my family again απέναντι σε προδοσίες, φόνους, Αμερική και ένα όχι ασφυκτικά γεμάτο An. Ατμόσφαιρα ιδανική να χωρέσει ένα live πάρτυ όταν το κλίμα μοιάζει με μια μεγάλη πλέον παρέα της αναμενόμενης παρουσίασης του “Zombie Horses”. Μεταξύ άλλων αναφορικά τα “Voodoo Train”, “Desert” , “Howling Lady”, “No longer Mine” και “Born Dead” (με guest τη Βάσω στο ακορντεόν). Μύηση και ντεμπούτο. Μέχρι και το “Νεκρός Καιρός” ακούσαμε από ένα πειραματικό αλλά αριστουργηματικό side project που αγγίζει doom απήχηση. Έχουν την σκοτεινή τους πλευρά και υπό την απουσία του Δ. Καρρά. “Devil and the Farmer’s Wife” από διασκευές και στα συμπληρωματικά από William Elliot Whitmore, Nick Cave και Violent Femmes πριν τη βουτιά στον Johnny Cash. Η τιμητική λόγω της ημέρας (γενεθλίων του).
Ασταμάτητοι, δεμένοι και γεμάτοι όρεξη έπαιξαν λίγο με τα πνευστά, λίγο με το μπάντζο, περισσότερο με τα περίτεχνα γυρίσματα στα χτυπήματα και τα ηχηρά κόντρα σόλο μεταξύ Νότου και από τα έγκατα της γης παλμό, αρκετό καλπασμό και άφθονο rock’n’roll εξορκίζοντας το κατά βάθος εγχώριο χαντάκωμα που έχει φάει το είδος με μόνο τους άχτι το κάλεσμα σε ένα country fest. Κλείσιμο με gathering σφραγίδα, η μουσική συγκατάθεση σε πολυμορφικό καθηλωτικό jamming και η αποχώρηση γεμάτη, ενθουσιώδη και ευχάριστα ικανοποιητική. Παίζοντας μεταξύ θανάτου και ζωής, παραμένουμε ζωντανοί και μάχιμοι.