Όταν πριν τέσσερα περίπου είχε πρωτοφτάσει στα αυτιά μας το “La Nuit”, είχαμε εκπλαγεί από το γεγονός ότι μια χούφτα πιτσιρικάδες, γιατί τότε ακόμη με το ζόρι ο μέσος όρος ηλικίας της μπάντας ξεπερνούσε τα 20 έτη, μπορούσαν να κυκλοφορήσουν ένα τόσο άρτιο σε σύλληψη και εκτέλεση πρώτο single. Το δικαιολογημένο βουητό που προκλήθηκε, είτε στον διαδικτυακό μουσικό τύπο είτε στα κοινωνικά μέσα, δεν άργησε να φτάσει στα αυτιά των διοργανωτών των μεγαλύτερων εγχώριων φεστιβάλ και οι Royal Arch σύντομα βρέθηκαν να ανοίγουν για καλλιτέχνες όπως οι Nick Cave and the Bad Seeds, Editors, Fontaines D.C. και Florence and the Machine.
Αντί να επαναπαυθούν από αυτή την απρόσμενα γρήγορη επιτυχία ή να λυγίσουν κάτω από το βάρος των αυξημένων προσδοκιών που αυτή συνεπαγόταν, οι νεαροί Αθηναίοι δεν βιάστηκαν να την εκταμιεύσουν αλλά δούλεψαν συστηματικά πάνω στο υλικό που προοριζόταν για το ντεμπούτο άλμπουμ τους. Και το “Love & Terror” το αποδεικνύει περίτρανα, καθώς πρόκειται για μια εσοδεία οκτώ κομματιών που βαδίζουν μεταξύ της post-punk αναβίωσης που σημάδεψε την indie των zeros και της shoegaze που σφύζουν από ενέργεια, σχεδόν καθένα από τα οποία θα μπορούσε να γίνει εξίσου επιτυχημένο single.
Κάτω από την επίβλεψη του έμπειρου και επανειλημμένα συνεπή Άλεξ Μπόλπαση που επιμελείται την παραγωγή, οι άλλοτε στακάτες κι άλλοτε μελωδικές δίδυμες κιθάρες του Νίκου Κόκκινου και του Βασίλη Δούση, είτε αντηχούν κρυστάλλινα διαυγείς είτε μαίνονται λουσμένες στην παραμόρφωση, πρωταγωνιστούν. Ο Ηλίας Κόκκινος και ο Ορέστης Λουκάς, σε τύμπανα και μπάσο αντίστοιχα, δίνουν ώθηση στα κομμάτια χτίζοντας την υποβόσκουσα ένταση με επίμονους ή την ευφορική διάθεση με groovy ρυθμούς, ενώ ο Ηλίας Νασρί τραγουδά με περίσσεια αυτοπεποίθηση και χωρίς υπερβολές δραματικότητα.
Θα μπορούσε ίσως κανείς να χαρακτηρίσει τους Royal Arch ως κάπως αναχρονιστικούς, αλλά πόσο παράλογο ή αναπάντεχο είναι τελικά μια indie rock μπάντα, σε ασυμφωνία με τις όποιες επικρατούσες τάσεις, να έχει αναφορές σε και επιρροές από μια εποχή που η κιθαριστική μουσική είχε υπολογίσιμη διείσδυση στην δημοφιλή κουλτούρα για τελευταία φορά; Και τι σημασία έχει όταν τα τραγούδια είναι τόσο καλά και τα hooks τόσο πιασάρικα; Το ότι ερεθίζουν λίγο παραπάνω τους αδένες νοσταλγίας ορισμένων ατόμων που είχαμε ζήσει εκείνη την εποχή μόνο σαν κερασάκι στην τούρτα μας φαίνεται.