Η σχέση του Roger Waters (αλλά και των υπόλοιπων Pink Floyd) με τη χώρα μας είναι λίγο πολύ γνωστή, οπότε ήταν κάπως αναμενόμενο έστω και σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία να προσθέσει άλλη μια ημερομηνία στο δεύτερο σκέλος της Ευρωπαϊκής περιοδείας για το “The Wall”. Η συναυλία πέρασε δια πυρός και σιδήρου, λόγω της αλλαγής χώρου, (ένα πήγαινε-έλα ανάμεσα σε ΟΑΚΑ και Terravibe), αλλά τελικά παρά τη χαμηλή (για τα δεδομένα της εμβέλειας του show) προσέλευση κόσμου ο Roger Waters ξαναπαρουσίασε το πνευματικό του παιδί μπροστά στο ελληνικό κοινό…
Ανταπόκριση: Γιώργος Χούλλης / Φωτογραφίες: Στέργιος Ανδρεάδης
Το πρόγραμμα τηρήθηκε κατα γράμμα και στις 21:30 και μετά απο μερικές οδηγίες σχετικά με τη χρήση φωτογραφικών μηχανών και flash (όχι όπως πρόπερσι που ζητήθηκε μέσω video στα Eλληνικά απο τον ίδιο τον Waters), ακούστηκε απο τα ηχεία το I Am Spartacus (sample απο την ταινία του Kubrick) και το “In The Flesh?” με τα εκτυφλωτικά πυροτεχνήματα και το αεροπλάνο που συγκρούεται με το τείχος. Στο πρώτο μέρος μια παιδική ηλικία που στιγματίστηκε απ;o το θάνατο του πατέρα στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, την υπερπροστασία της μητέρας, το σκληρό εκπαιδευτικό σύστημα και η κατάρρευση ενός γάμου, γεννούν το φόβο και την απόγνωση και γίνονται τα τούβλα που χτίζουν το τείχος της απομόνωσης του ήρωα από την κοινωνία.Ο Roger ευχαριστεί και καλοσωρίζει το κοινό μιλώντας άπταιστα Ελληνικά και συνεχίζει τιμώντας τον Jean Charles De Mendez δείχνωντας τις κοινωνικές και πολιτικές ανησυχιές του (για τις οποίες άλλωστε ανέκαθεν φημίζοταν). Αν και η Ελληνική γλώσσα είναι δύσκολη όπως είπε ο ίδιος τελικά τα κατάφερε καί προλόγισε το “Mother” σε μια εκτέλεση που σκόρπισε ανατριχίλες και έλαβε την αρνητική απάντηση στο επίμαχο σημείο.
Αν και υπήρχε ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό (που έλεγε και ο λαϊκός τροβαδούρος), να δούμε τον Gilmour στη κορυφή του τοίχου να κάνει τη μεγάλη έκπληξη στο “Comfortably Numb”, δεν μπορώ ν’αρνηθώ οτι ο Dave Kilmister κατάφερε ν’αναπληρώσει αυτό το κενό με τον καλύτερο τρόπο, ενώ θα ήταν μεγάλο έγκλημα να παραλείψω και τον εξαιρετικό Snowy White. Από το show δεν θα μπορούσε να λείπει και το ιπτάμενο γουρούνι που πέταξε πάνω απο τα κεφάλια του κοινού στο “Run Like Hell” και ξεφούσκωσε σχεδόν ταυτόχρονα με τη πτώση του τοίχους στο “The Trial” όπου ο ήρωας υπομένει την τελική καταδίκη. Το φινάλε φυσικά ήρθε με το “Outside The Wall” και τον Waters εμφανώς κουρασμένο και καταϊδρωμένο (η ζέστη όντως ήταν απάλευτη), να συστήνει ένα-ένα τα μέλη της μπάντας του και ν’αποχαιρετά στα Ελληνικά τον κόσμο.
Σαφώς και υπάρχει στα στόματα πολλών η γκρίνια του τύπου “αμάν πια αυτός ο Waters με το The Wall κάθε τρεις και λίγο” καθώς και το γεγονός οτι ήξερες απο την αρχή τι θ’ακούσεις χωρίς να περιμένεις και πολλές εκπλήξεις (ειδικά αν ήσουν παρών στο προπέρσινο τριήμερο). Είναι όντως αλήθεια ότι ο Roger έχει παραμελήσει τη σόλο καριέρα του η οποία έχει αξιόλογους δίσκους (όπως το Radio K.A.O.S αλλά και το Ca Ira)αλλά η οπτικοακουστική εμπειρία που προσφέρει με το Wall τον βγάζει απ;o τη λούμπα όπου έχουν πέσει διάφοροι της γενιάς του που καταφεύγουν στη σιγουριά του παρελθόντος τους. Άλλωστε το concept του δίσκου, σε δύσκολες εποχές όπως η σημερινή, είναι και πάλι επίκαιρο μιας και η απόσταση απο την λογική στην απόλυτη τρέλα και την απομόνωση, που έρχεται συνήθως ως επακόλουθο, μπορεί να είναι μικρότερη απ’οτι μπορεί να φανταστεί κανείς.