Όταν μιλάμε για τους Rita Mosss, το duo (ενίοτε και trio) από την Αθήνα, καλό θα ήταν η υποκειμενική σου αντίληψη για το καλαίσθητο και το καλο-δουλεμένο να παραμερίζονται, και να αντιμετωπίζεις κατάματα αυτό που τόσο καιρό προσπερνάς αδιάφορος, και μιλάω για τη σαπίλα που σε περικυκλώνει.
Τα δύο album των Rita Mosss τα οποία κυκλοφορούν πλέον και σαν ένα, στην ομώνυμη κασέτα τους, είναι δύο εξαιρετικά κατά τη γνώμη μου noise punk παραδείγματα της ελληνικής σκηνής, και αυτό όχι λόγο της ηχητικής αισθητικής που πολλοί θα προσπαθούσαν να εντοπίσουν, περισσότερο μάλλον λόγο της απόλυτης ταύτισης των συνθέσεων και του ύφους του δίσκου, με το περιβάλλον του. Εφόσον ένα περιβάλλον σάπιο, καταθλιπτικό, απελπιστικό και πολλά τέτοια ακόμα υφίσταται μάλλον εκείνοι που περιμένουν την διαμετρικά αντίθετη εξέλιξη των πραγμάτων με το περιβάλλον τους, εκείνη την “έλα μωρέ έτσι είναι τα πράγματα τι να κάνουμε αγνόησέ τα και προχώρα χαμογελώντας” δε θα βρούνε με τίποτα αυτό που ψάχνουν στον δίσκο των Rita Mosss. Άλλωστε όπως και οι ίδιοι δηλώνουν: “σε γενικές γραμμές επειδή η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια μοιάζει με προϊστορικό βόθρο βροντόσαυρων η μουσική μας δε μπορεί παρά να είναι χαρούμενη αισιόδοξη και γεμάτη θετική ενέργεια σαν την Αμίτα μόσιον ένα πράγμα.”
Ο δίσκος είναι σάπιος, καυστικός, ενοχλητικός στα αυτιά ακροατών συνηθισμένων στα ματζόρε, αναστατώνει και δημιουργεί βαβούρα και σούσουρο για το τι μουσική είναι αυτό. Σα να επαναπροσδιορίζει την ζωή και την επιβίωση, την ανοχή της καθημερινής σαπίλας απέναντι σε ιδέες και ιδανικά, σε αντιλήψεις για το πώς αυτό ο κόσμος θα έπρεπε να είναι. Έτσι και ο δίσκος των Rita Mosss ξεκινάει από πιο δομημένα πιο punk κομμάτια, σαφώς με σκληρό ήχο στις κιθάρες και πολλά feedback και με τύμπανα κάπως πιο αφηρημένα, και περνάει σε γενικώς πιο αφηρημένες ιδέες πιο noise συνθέσεις ομαλά και σταδιακά, “χτίζοντας” έτσι την ανοχή στα αυτιά του ακροατή, ετοιμάζοντας τον να ακούσει πράγματα που σίγουρα δεν είχε φανταστεί. Από το “A Lullaby for a no rich infant” το πρώτο κομμάτι του δίσκου, το οποίο είναι και “εύπεπτο” και δομημένο και μελωδικό, μέχρι το “Spring Is Coming / Christ Resurected” περίπου στα μισά του δίσκου, κάθε προβλεψιμότητα του punk έχει χαθεί έχοντας πάρει τη θέση του, οι αφηρημένες και χαοτικές δομές του noise. Δομές τέτοιες που καταφέρνουν στο σύνολο τους μια πολύ αρμονική μετάβαση στα αυτιά του ακροατή από το σκληροπυρηνικό χαοτικό οριακά “cult” punk στο πιο αφηρημένο εσκεμμένα σάπιο noise.
Ο ήχος στο σύνολό του και λαμβάνοντας υπόψιν τα μουσικά πλαίσια στα οποία κινούνται οι Rita Mosss, μπορεί κανείς να πει ότι είναι καλός και ισορροπημένος. Και τα τύμπανα έχουν αισθητή παρουσία και οι κιθάρες είναι ξερές και όταν πρέπει χαοτικές και εκκωφαντικές καλύπτοντας τη φωνή εξαναγκάζοντάς σε να τις ακούσεις και να μη τις αγνοήσεις, σ’αρέσουν δε σ’αρέσουν!
Σε γενικές γραμμές αν κάτι μου κάνει εντύπωση είναι η δυνατότητα των Rita Mosss να συνθέσουν κάτι τόσο εναρμονισμένο, τόσο “καμουφλαρισμένο” με το περιβάλλον του σαν τις ασπρόμαυρες στάσεις μπροστά από το κατάμαυρο πολυτεχνείο που φαίνεται να εξαφανίστηκαν. Είναι δύο δίσκοι – μια κασέτα- που βγήκαν από το σάπιο με στόχο να αναδείξουν το πόσο σάπιο είναι. Προσωπικά θεωρώ ότι πρόκειται περισσότερο για μια μουσική αφύπνιση και έκκληση αντιμετώπισης της πραγματικότητας όπως και όσο σάπιας είναι, παρά την ανοχή της καθημερινής επιβίωσης, ανάμεσα στα σκατά που κάνουμε στην άκρη για να δούμε λίγο κάτι τις, λίγο κάτι όχι και τόσο σάπιο κάτι πιο γνώριμο που μπορούμε να αντιμετωπίσουμε. Όχι, ΡΙΤΑ ΜΟΣΣΣ σημαίνει noise, σημαίνει punk, σημαίνει αμφιλεγόμενη άποψη για τη μουσική την αισθητική και την όρεξη, σημαίνει ξύπνα σημαίνει“σκατά” και όποιος αντέχει και θέλει, τα βλέπει όποιος δεν, κάνει τα στραβά μάτια!!! Και τα σκατά όσο και αν τα παραμερίζεις και προσαρμόζεσαι πάντα δίπλα σου θα είναι. Είτε θα τα αντιμετωπίσεις και θα τα “καθαρίσεις” είτε θα τα παραμερίζεις κολυμπώντας πάντα δίπλα τους.