Από τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι η συναυλιακή επιστροφή των Rammstein στη χώρα μας, 14 χρόνια μετά, θα λάβει χώρα μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο, η φαντασία αλλά και η προσμονή για το τελικό οπτικοακουστικό αποτέλεσμα άγγιξε την κορυφή, τόσο για τους ορκισμένους οπαδούς τους, όσο και για όσους ελκύονται από τόσο μεγάλα καλλιτεχνικά events.
Ανταπόκριση: Γιώργος Ξενικουδάκης / Φωτογραφίες: Jens Koch Photography & Olaf Heine Studio
Οι δεκάδες χιλιάδες θεατές άρχισαν να μαζεύονται από νωρίς στον ευρύτερο χώρο του σταδίου, ώστε να έχουν γρήγορη πρόσβαση στα χρειαζούμενα «εφόδια» αλλά και στο stand του merch. Ο χώρος είχε μισογεμίσει όταν οι δύο πιανίστριες που συνθέτουν το σχήμα των Abélard ανέβηκαν στον πύργο που είχε στηθεί για αυτό το σκοπό στη μέση της αρένας. Για 45 λεπτά μας παρουσίασαν πιανιστικές διασκευές σε υλικό των headliners με περίσσεια δεξιοτεχνίας αλλά και συναισθήματος. Η αλήθεια είναι πως μετά από ένα διάστημα μάλλον κούρασαν παρά ζέσταναν το κοινό για όσα θα ακολουθούσαν.
Ακριβώς στην ώρα τους οι Γερμανοί έκαναν την εντυπωσιακή τους κάθοδο στην τεράστια σκηνή μέσω ανοιχτού ανελκυστήρα υπό τους ήχους του “Music for the Royal Fireworks” του Handel. Το μπάσιμο με το “Ramm 4” ήταν ενδεικτικό της μεγάλης έντασης του ήχου ο οποίος μάλιστα μετά τα “Links 2-3-4” και “Keine Lust” καθάρισε και, σε συνδυασμό με το απερχόμενο φως του Ήλιου, έβαλε το, κάπως μουδιασμένο αρχικά κοινό, στο vibe της συναυλίας. Για της επόμενες δύο ώρες οι Rammstein μας έκαναν ενεργούς θεατές σε ένα μελόδραμα δίχως προηγούμενο κινούμενοι αριστοτεχνικά μεταξύ του γκροτέσκου και του μαύρου χιούμορ, του ρομαντισμού και της καφρίλας, χωρίς ποτέ να χάνουν το μέτρο.

Μέσα από ένα σκηνικό που περιελάμβανε εντυπωσιακά πυροτεχνουργήματα και φωτισμούς και που έφτανε στο κοινό μέσω 4 πυλώνων ως το τέλος τη αρένας γίναμε κοινωνοί ενός τεράστιου θεάματος, που ανάλογο του λίγες φορές έχουμε δει στη χώρα μας. Δεν θα ξεχάσουμε το σκηνικό πολέμου στο “Mein Herz brennt” και στο “Sonne” που γινόταν ορατό από ακόμα και από κοντινές περιοχές των Βορείων προαστίων. Το πράσινο σκοτάδι στο “Puppe” όταν το μεγάλο καρότσι με το μωρό πήρε φωτιά και τα «αποκαΐδια» του έφτασαν σε κάθε άκρη του σταδίου. Θα μείνει στη συναυλιακή ιστορία το πανέμορφο σκηνικό μετά τη σύμπραξη με τις Abélard στο “Engel”, καθώς η μπάντα επέστρεψε με φουσκωτές βάρκες, οι οποίες έπλεαν πάνω στα χέρια του κοινού, από τον πύργο στη σκηνή.

Το μόνιμο βασανιστήριο του αεικίνητου πληκτρά “Flake” κορυφώθηκε όταν, κατά τη διάρκεια του “Mein Teil” ο Lindemann, ντυμένος σεφ, προσπάθησε να τον βράσει μέσα σε ένα μεγάλο καζάνι, πρώτα με ένα φλογοβόλο και στη συνέχεια με ένα κανόνι(!). Συγκινητική ήταν επίσης η οπτική αναφορά στους Kraftwerk με τις νέον φωτεινές φιγούρες στο Deutschland. Μετά από δύο encore, τα οποία περιελάμβαναν την κολοσσιαία «εκσπερμάτιση» του Till προς τις πρώτες σειρές του κοινού στο “Pussy” αλλά και το μεταλλικό σφυροκόπημα στο “Rammstein” η μπάντα αποχώρησε μέσω του ίδιου ανελκυστήρα μέσα στην αποθέωση του κοινού. Το show των Rammstein είναι ταυτόχρονα συναυλία και installation. Είναι μουσική έκφραση δοσμένη στην εντέλεια αλλά και εικαστική δήλωση προς τους θεατές. Ελπίζουμε να μην χρειαστούμε τόσα χρόνια για να τους ξαναδούμε κοντά μας.
