Οι Penny Dreadful, μόλις κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους, “Deadwood“, και ο Γιώργος Χούλλης, βρήκε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον Γιάννη Καλιφατίδη (κιθάρα/φωνή) για αυτό το γεγονός και όχι μόνο…
Μετά από 3 χρόνια ύπαρξης κυκλοφορήσατε τον πρώτο σας δίσκο. Πώς αισθάνεσαι γι’ αυτό;
Αισθάνομαι υπέροχα. Πόσο μάλλον αφού καταφέραμε να ολοκληρώσουμε το άλμπουμ κάτω από τις γενικότερες δυσμενείς συνθήκες που επικρατούν στον τόπο. Αλλά σε πείσμα όλων όσων συμβαίνουν γύρω μας, είπαμε να μην το βάλουμε κάτω. Το άλμπουμ σφραγίζει αυτή την πρώτη περίοδο των 3 χρόνων που είπες. Και πάμε για άλλα…
Πως καταλήξατε στο όνομα “Deadwood”;
Μεταξύ άλλων, Deadwood ονομάζονται μεταφορικά αυτοί που όταν π.χ. μια επιχείρηση πάψει να τους χρειάζεται, τους πετάει στον δρόμο. Σαν να λέμε «καμένο χαρτί». Σίγουρα, ο τίτλος συνδέεται με το πνεύμα της εποχής, με τους ανθρώπους που χάνουν τη δουλειά τους, που από τη μία μέρα στην άλλη βαφτίζονται παρείσακτοι, που έχουν πέσει θύμα όλης αυτής της τεράστιας κοροϊδίας. Από την άλλη, ένα τέτοιο σύστημα είναι και για όλους εμάς Deadwood, δηλαδή σκουπίδι και καλά θα κάνουμε να το ξεφορτωθούμε μια ώρα αρχύτερα. Και μιλάω για σκουπίδια, όχι για ανακυκλώσιμο απόρριμμα, αν με εννοείς…
Δεν σου κρύβω ότι το πρώτο πράγμα που θυμήθηκα βλέποντας τον τίτλο ήταν εκείνη η παλιά αμερικάνικη σειρά του HBO. Σας επηρέασε καθόλου αυτό ή είναι απλή σύμπτωση;
Απλή σύμπτωση. Δεν την ξέρω καθόλου τη σειρά.
Μίλησέ μας για την διαδικασία των ηχογραφήσεων.
Γράψαμε μπάσο και τύμπανα σε ένα σαββατοκύριακο, τον Αύγουστο του 2012. Γράφαμε όλοι μαζί λάιβ, αλλά δεν κρατήσαμε τις κιθάρες και τα φωνητικά. Αυτά ξαναγράφτηκαν αργότερα. Οι ηχογραφήσεις ολοκληρώθηκαν γύρω στον Οκτώβριο του 2012. Από εκεί και πέρα, χρειάστηκε αρκετός χρόνος για μίξεις, μέχρι να συλλάβουμε τον ήχο που θέλαμε να δώσουμε στο άλμπουμ. Ακολούθησε η γνωστή διαδικασία του mastering και της αναζήτησης εταιρείας.
Ποιός ανέλαβε το artwork;
Το artwork είναι φτιαγμένο όλο στο χέρι, από τη γραμματοσειρά μέχρι την τελευταία πινελιά. Το έφτιαξε ο φίλος Δημήτρης Στεβής που, εκτός από εξαιρετικός γραφίστας, είναι και φοβερός drummer. Κοίτα, για εμάς είναι σημαντικό να συνεργαζόμαστε με τους ανθρώπους στη βάση μιας κολεκτίβας. Αυτό ισχύει και για τον Δημήτρη και για τον Στέφανο Δουβίτσα που ανέλαβε το recording και τη μίξη αλλά και για όσους στενούς και αγαπημένους φίλους και φίλες τρέχουν γι’ αυτή την μπάντα. Ναι μεν στη σκηνή βλέπεις τέσσερις ανθρώπους, αλλά για να στηθεί όλο αυτό το πράγμα έχουν τρέξει και άλλοι άνθρωποι.
Με τι θέματα καταπιάνεστε στιχουργικά;
Κυρίως με προσωπικά βιώματα, με όσα συμβαίνουν γύρω μας, με τον έρωτα αλλά και με ιστορίες ανθρώπων που τις διαβάζουμε και τις επεξεργαζόμαστε στιχουργικά, όπως π.χ. τα δύο murder ballads που υπάρχουν στον δίσκο.
Απ’ ό,τι ξέρω ασχολείσαι με την μετάφραση βιβλίων. Σ’επηρεάζει καθόλου όταν γράφεις στίχους;
Θα ήταν ψέμα να ισχυριστώ το αντίθετο. Όταν είσαι σκυμμένος πάνω από λογοτεχνικά κείμενα, είναι αδύνατον να μην αφήσουν το στίγμα τους πάνω σου και να μη σ’ επηρεάσουν. Κάτι γίνεται όμως μέσα στο ανθρώπινο μυαλό, κάπως τα αλέθεις όλα μαζί και στο τέλος βγαίνει κάτι που είναι και πάλι δικό σου.
Μίλησε μας για το παρελθόν σου σε άλλες μπάντες πριν από τους Penny Dreadful.
Παλιότερα, όταν ζούσα στη Γερμανία, τραγουδούσα και έπαιζα κιθάρα στους Into the Abyss. Η μπάντα κινούνταν αρχικά σε πιο σκοτεινά μονοπάτια αλλά στο τελευταίο στούντιο άλμπουμ που κυκλοφόρησε το 1998 επικράτησε μάλλον η αγάπη για τους Hawkwind και τη νεοψυχεδέλεια. Αλλά περνούσα και μια φάση όπου ήμουν πυροβολημένος με την παραδοσιακή μουσική του ευρύτερου Μεσογειακού χώρου, οπότε υπήρχαν και αρκετές επιρροές από εκεί. Από εκεί και πέρα, με κέρδισαν η Αμερική και η Αυστραλία.
Το “Deadwood” κυκλοφορεί και σε περιορισμένες κόπιες βινυλίου. Τι πιστεύεις για την επιστροφή του βινυλίου σαν format, είναι οριστική η απλά ένα βεγγαλικό που έσκασε και θα σβήσει;
Αυτό δεν μπορώ να το πω με απόλυτη βεβαιότητα. Σίγουρα η μουσική βιομηχανία έχει πληγεί θανάσιμα από την πειρατεία και κοιτάζει να σώσει το τομάρι της καταφεύγοντας και στο βινύλιο, μέχρι να βρεθεί κάποιος άλλος τρόπος. Δεν μας αφορά ιδιαίτερα σαν μπάντα. Εμείς το βινύλιο το βγάλαμε από φανατίλα και από άποψη αλλά και επειδή πιστεύουμε ότι το αναλογικό είναι αλλιώς.
Τελευταία γίνεται λόγος για το Spotify. Πόσο πιστεύεις ότι εξυπηρετεί η καταστρέφει τη μουσική;
Δεν έχω ασχοληθεί με το Spotify για να έχω γνώμη.
Αν η μουσική των Penny Dreadful γινόταν soundtrack για μια ταινία ποιά θα ήθελες να ήταν αυτή;
Όλο και κάποιο κομμάτι θα μου άρεσε να το δω σε μια από τις ταινίες των αδερφών Coen ή του Τarantino. Όπως και στο “Shotgun Stories” του Jeff Nichols ή στο “Winter’s Bone” της Debra Granik. Απ’ ό,τι βλέπεις, επιμένουμε αμερικανικά – με την καλή έννοια.
Ποιά η γνώμη σου για την σημερινή ελληνική σκηνή και ποιές μπάντες ξεχωρίζεις απ’ αυτήν;
Η ανεξάρτητη ελληνική σκηνή ήταν ανέκαθεν ζωντανή και δημιουργική και μας έχει δώσει απίστευτα διαμάντια που είχαν την ατυχία να μείνουν λίγο πολύ στο περιθώριο επειδή ακριβώς ήταν ελληνικά. Εδώ και μερικά χρόνια, παρατηρείται μια ολοένα και μεγαλύτερη έκρηξη, με σχεδόν κάθε πιτσιρικά να παίζει και σε μια μπάντα. Αυτό είναι καταπληκτικό! Από νέες μπάντες ξεχωρίζω τους Dustbowl, Thee Holy Strangers, Dark Rags και Bog Art. Από πιο σκοτεινά πράγματα μου αρέσουν οι New Zero God ενώ από τα πιο σκληρά γουστάρω τους Mahakala. Και σίγουρα παραλείπω δεκάδες άλλες. Αν οι μπάντες συνειδητοποιήσουν της δύναμή τους και ενωθούν σε μια μεγάλη σκηνή, είμαι βέβαιος ότι τα πράγματα θ’ αλλάξουν προς το καλύτερο.
Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Πάνω απ’ όλα είμαστε live μπάντα. Οπότε άμεση προτεραιότητα αυτή τη στιγμή έχουν οι ζωντανές εμφανίσεις, για να υποστηρίξουμε και το άλμπουμ. Η επόμενη κυκλοφορία δεν θ’ αργήσει να έρθει. Ήδη έχουμε αρχίσει να δουλεύουμε νέο υλικό. Μάλλον κάποιο επτάιντσο μες στην επόμενη χρονιά και ένα δεύτερο άλμπουμ μέσα στο 2015. Κάπως έτσι το σκεφτόμαστε. Δεν πιεζόμαστε όμως. Αν ζούσαμε στην Αμερική, ίσως πιεζόμασταν περισσότερο (γέλια)!
Και μια ερώτηση για να κλείσουμε σε High Fidelity style. Μπορείς να μας δώσεις το αγαπημένο σου Top 5 όλων των εποχών σε βιβλία και δίσκους;
OK, αλλά πρόκειται για συναισθηματική επιλογή της στιγμής που μπορεί κάλλιστα να αλλάξει μέσα στην επόμενη ώρα.
Neil Young & Crazy Horse – Zuma
Velvet Underground & Nico
The Mothers of Invention – Absolutely Free
NickCave & The Bad Seeds – The Firstborn is Dead
The Gun Club – Mother Juno
&
W. G. Sebald – Οι δακτύλιοι του Κρόνου
Jack Kerouac – On the Road
Albert Camus – Ο ξένος
Theodore Sturgeon – More Than Human
Norman Spinrad – Little Heroes,
Το τελευταίο είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά σε θαυμάσια μετάφραση από τον Δημήτρη Αρβανίτη και υπό τον τίτλο Η Μηχανή του Ροκ εντ Ρολ.
OΚ Γιάννη, thanks a lot. Ό,τι καλύτερο σας εύχομαι!
Εγώ σ’ ευχαριστώ, Γιώργο. Να είσαι καλά!