Sir Paul McCartney. Ο κύριος εμπνευστής της χρήσης ορχήστρας εγχόρδων στη ροκ μουσική. Η αλλιώς, Macca, ένα σκαθάρι που δεν το βάζει κάτω.
Οι τίτλοι και οι διακρίσεις, πολλές. Εκτός από τα βραβεία που απέσπασε, για τη συνολική του μουσική προσφορά, χρίστηκε ιππότης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, τιμάται με τον τίτλο του Αξιωματικού της Λεγεώνας της Τιμής και παρομοίως, ως Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Ηλίου του Περού, ως μέλος του Τάγματος των Εταίρων της Τιμής, όπως και της Αμερικανικής Ακαδημίας των Τεχνών και των Επιστημών.
Η αλήθεια είναι, πως με την προσωπική του καριέρα, δεν έχω ασχοληθεί ιδιαίτερα. Παρ’ όλα αυτά, η τελευταία του δουλειά, που στην ουσία προαγάγει τον προτελευταίο του δίσκο “III”, που κυκλοφόρησε πέρυσι, σε “III Imagined” στο φέτος, βρήκε τον τρόπο και τον χώρο, να με βάλει στη διαδικασία της μελέτης. Εφόσον λοιπόν, περιλαμβάνει τα ίδια τραγούδια, θα το εξετάσω συγκριτικά με τον προκάτοχό του. Η ιστορία του album βέβαια, έγκειται από το 1967, όταν ακόμη το υλικό του “Carnival of Light”, αποτελούσε μία unreleased, avant-garde ηχογράφηση. Έτσι, επεξεργάζοντάς το στο σήμερα, καταφέρνει να μεταμορφωθεί εύκολα σε ένα classy set από remixes. Αντισυμβατικό, ευέλικτο και λειτουργικό, ως προς το ίδιο και ως προς το μουσικό του είδος/ύφος. Ο λόγος διπλός. Σαφώς η ιστορία του, αλλά και οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν.
Αρχικά η φρεσκάδα του “Find My Way“, που ενέπνευσε ο Beck και απέκτησε μία πιο κουλ, dance funk χροιά. Οπωσδήποτε το “Pretty Boys”, ένα try to feel alive κομμάτι, με την χαρακτηριστική ταξιδιάρικη βλέψη και διάθεση των Khruangbin. Εννοείται το “Slidin'”, ένα εκ φύσεως δυναμικό track, κατόπιν μιξαρίσματος από τον EOB (Ed O’ Brien/Radiohead), απογειώθηκε σε ένα hard-trippy-grooving-disco jam. Τέλος, όταν το “Lavatory Lil” πέφτει στα χέρια και το μυαλό του Josh Homme, τα έξτρα credits, αν και μοιάζουν σοβαρά προβλεπόμενα, τελικά ξαφνιάζουν. Είναι σχετικά συγκρατημένα. Ίσως, λέω ίσως, ώστε να διασωθεί η αρχική του σύλληψη. Αλλιώς, μάλλον βαριότανε. Anyway. Στα επιπλέον, θα ξεχωρίσω και το “Women And Wives”, που με τη βοήθεια της St.Vincent, αντηχεί σαν δείγμα φουτουριστικής μπλουζιάς.
Για τα προσωπικά μου γούστα, η αστοχία εκτέλεσης, απαντάται στο “Deep Deep Feeling”. Όχι ότι είναι άσχημο ως 3D RDN remix (Robert ‘3D’ Del Naja/Massive Attack), μα η υπεροχή του beat που techno-ποιείται, έναντι των φωνητικών παιχνιδισμάτων (όταν έχεις κατά νου το original), αποδυναμώνει την αίγλη του συναισθήματος. Και deep deep feeling, χωρίς συναίσθημα, ίσον, άλλο ένα χορευτικό κομμάτι των trendy bars. Άδικο.