Αν η συναυλία αυτή λάβαινε χώρα υπό το όνομα Pink Floyd θα μπορούσε να γεμίσει το ΟΑΚΑ. Το συγκεκριμένο event όμως ήταν φτιαγμένο για εκλεκτικούς εραστές τις ψυχεδελικής περιόδου του, κατά πολλούς, μεγαλύτερου rock συγκροτήματος όλων των εποχών. Και αυτό γιατί το setlist του project , στο οποίο ηγείται ο θρυλικός ντράμερ του σχήματος Nick Mason, θα περιοριζόταν σε υλικό που κυκλοφόρησε μέχρι το 1972. Το κοινό που αποτελείτο από ένα μεγάλο εύρος ηλικιών (είδαμε δίπλα μας από εικοσάρηδες μέχρι εβδομηντάρηδες) έγινε γρήγορα μία παρέα ακόμη και πριν την έναρξη της συναυλίας. Η όμορφη καλοκαιρινή βραδιά συνέβαλε στη θετική αύρα που κυριαρχούσε.
Ανταπόκριση: Γιώργος Ξενικουδάκης / Φωτογραφίες: Αφροδίτη Ζαγγανά
Η αρχή έγινε με το “One of these Days” ενώ ακολούθησε το πρώτο single του σχήματος “Arnold Layne” από το μακρινό 1967. Μέχρι το “Fearless” ό ήχος ήταν λίγο ασαφής και υποτονικός, πράγμα που διορθώθηκε στον ψυχεδελικό ύμνο “Obscured by Clouds”. Ο φωτισμός της σκηνής ήταν εντυπωσιακός ενώ τα τραγούδια συνοδεύονταν από διακριτικές αλλά άκρως ατμοσφαιρικές προβολές στο πίσω μέρος της σκηνής δημιουργώντας ένα συμπαγές οπτικοακουστικό θέαμα.
Στα highlights του πρώτου set, το οποίο κράτησε μία ώρα, ανήκε το μέχρι τώρα ακυκλοφόρητο “Vegetable Man” που είχε παιχτεί μόνο σε πρόβες χωρίς να ολοκληρωθεί ποτέ. Εκπληκτική ήταν η απόδοση του “Atom Heart Mother” πλαισιωμένου από το “if”. Ο ήλιος έδυσε την κατάλληλη ώρα ώστε να λάμψουν οι πύρινοι πίδακες του δικού μας αστεριού. Με το “Set the Controls for the Heart of the Sun” ταξιδέψαμε στο κέντρο του ηλιακού συστήματος ενώ ο θεϊκός μπασίστας, αντικαταστάτης του Roger Waters, κωμικός και γαμπρός του Richard Wright, κύριος Guy Pratt ξύπνησε το τεράστιο γκονγκ στο πίσω μέρος της σκηνής.

Το διαστημικό ταξίδι συνεχίστηκε ακάθεκτο στο δεύτερο μέρος με τους ύμνους “Interstellar Overdrive” και “Astronomy Domine”. O Nick Mason έπαιρνε συχνά το μικρόφωνο και το ρόλο του frontman εκφράζοντας τη χαρά του που παίζει στην Αθήνα και δίνοντας ιστορικά trivia για τα κομμάτια και τα albums των Floyd, όπως το γεγονός πως το σχέδιο στο εξώφυλλο του Relics ήταν δικό του. Στις κιθάρες με κρυστάλλινο ήχο, o εμπνευστής του project Lee Harris και ο Gary Kemp (Spandau Ballet) κατέθεσαν ψυχή στα “Childhood’s end” και “Lucifer Sam”. Το αποκορύφωμα όμως της συναυλίας, το κομμάτι που από μόνο του θα άξιζε την προσέλευση ήταν το θρυλικό “Echoes” το οποίο παίχτηκε στην ολότητά του. Η μπάντα κατόρθωσε να αναπαράγει το ηχητικό αποτέλεσμα του θρυλικού τραγουδιού δημιουργώντας αίσθημα μέθεξης και έκσταση στο κοινό ταξιδεύοντας μας στο θρυλικό “Live at Pompeii”.
Οι δύο ώρες του κανονικού set δεν φάνηκαν να πτοούν την μπάντα και το “See Emily Play” στην καλύτερη, κατά τον Mason, φορά που αποδόθηκε στην περιοδεία, έκανε τους πάντες να σηκωθούν και να χορέψουν. Τα “A Saucerful of Secrets” και “Bike” έκλεισαν ιδανικά και σε υψηλούς τόνους ένα τεράστιο live, εμπειρία ζωής. Είχαμε την σπάνια ευκαιρία να απολαύσουμε τραγούδια που δεν πρόκειται να ξανακούσουμε εύκολα ζωντανά. Αποχωρήσαμε με ένα τεράστιο χαμόγελο σαν αυτό του «τρελού» Syd Barret που είχαμε την αίσθηση ότι ήταν πάντα μαζί μας.
