Πόσες φορές μπορείς να δεις μια μπάντα πριν την βαρεθείς; Δε ξέρω, πόσες φορές μπορείς να πιεις μια μπύρα πριν την βαρεθείς; Πόσες φορές μπορείς να φας μουσακά; Ωραία αυτή η αέναη συλλογή εμπειριών που επιτάσσει το σύγχρονο lifestyle, αλλά ας μην γελιόμαστε σύντροφοι. Μερικά πράγματα δεν είναι “εμπειρίες”. Είναι απολαύσεις.
Ανταπόκριση: Μανώλης Ροδοκανάκης / Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Χρηστίδης (περισσότερες εδώ)
Η βραδιά ξεκίνησε με τους Σουηδούς Eleine – δε θέλω ανώριμα και ελεεινά αστεία με το όνομά τους, μεγάλα παιδιά είστε – οι οποίοι επιχείρησαν να βυθίσουν το Κύτταρο στο σκοτάδι. Με κάπως μέτρια αποτελέσματα η αλήθεια είναι. Πολύ καλοστημένη η μπάντα, με πολύ όμορφη σκηνική παρουσία και ακόμα πιο όμορφη τραγουδίστρια αλλά πώς το λένε ρε παιδί μου, όχι άλλες γυναίκες που βλέπουμε και δεν ακούμε. Και δεν είναι ότι φάλτσαρε η τύπισσα, είναι ότι ήταν τόσο χαμηλά που κυριολεκτικά δε μπορούσαμε να την ακούσουμε. Αν προσθέσεις τώρα σε αυτό και το γεγονός ότι η κιθάρα δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου, καταλαβαίνεις ότι αυτό το μπασοτύμπανο-με-πλήκτρα που είδαμε δεν ήταν για πολλά. Προσπάθησαν να παίξουν με τον κόσμο τα παιδιά, προσπάθησαν να τον ξεσηκώσουν, κάτι κατάφεραν προς το τέλος, αλλά σε γενικές γραμμές το σκοτάδι έπεσε στην συνέχεια.
Γιατί οι The Foreshadowing δεν χρειάστηκε να προσπαθήσουν καθόλου. Μετά από ένα “έντεχνο” intro, οι Ιταλοί με πραγματικά αφοπλιστική άνεση άπλωσαν ένα βαρύ σκοτεινό πέπλο πάνω από το Κύτταρο και έστησαν μαεστρικά την ιδανική ατμόσφαιρα για την συνέχεια. Βαρύ, πένθιμο ατμοσφαιρικό doom, με σαφείς αναφορές στον απολεσθέντα παράδεισο, με heavy metal αμεσότητα, με όμορφες συνθέσεις και με μια πραγματικά ιδανική φωνή μπροστά. Απλά πράγματα, και όμως τόσο αποτελεσματικά όταν έχεις να κάνεις με μάστορες. Οι The Foreshadowing κέρδισαν την ανταπόκριση του κόσμου χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια από πλευράς τους και είμαι σίγουρος ότι το ελληνικό κοινό θα τους θυμάται.
Κάπως έτσι ήρθε η ώρα των λύκων και των μαγισσών. Οι Moonspell πάτησαν σκηνή με τη σιγουριά που πάντα το κάνουν, το ταξίδι στον μαγικά σκοτεινό τους κόσμο ήταν το ίδιο πειστικό όσο κάθε άλλη φορά, και η ανταλλαγή αυθεντικής αγάπης εκατέρωθεν κάτι παραπάνω από εμφανής. Εδώ όμως πρέπει να μείνουμε – δυστυχώς – σε κάποια πιο πεζά πράγματα. Αδιανόητο για live Moonspell καθώς και για τον άψογο ήχο που έχουμε συνηθίσει στο Κύτταρο να τεντώνουμε σαν τους κουφούς τα αυτιά μας μπας και καταφέρουμε να ακούσουμε λίγο την κιθάρα. Θα έχω να λέω στα εγγόνια μου ότι στην θεατρικότερη εκτέλεση του Vampiria, το βασικό riff – ένα από τα καλύτερα riffs που έχουν γραφτεί, έτσι; – σχεδόν δεν ακούστηκε. Κρίμα κι άδικο. Όσο όμορφο ήχο είχαν τα solos, τόσο άφαντα ήταν τα ρυθμικά. Τώρα που το είπα και το έβγαλα από μέσα μου…
Βασικά τι θέλετε να κάνω τώρα; Να σας πώ αν παίξανε καλά οι Moonspell; Σοβαρα; Ακούστε λοιπόν. Οι Moonspell παίζουν πάντα καλά. Είναι η πιο επαγγελματική και ταυτόχρονα πιο ψυχωμένη μπάντα που μπορείτε να δείτε. Όχι, αλήθεια. Κάθε τους live είναι καθαρή ψυχαγωγία, και αυτός είναι ο λόγος που πολύς κόσμος, ακόμα και μη φανατικός, δεν τους χάνει ποτέ. Από τον χαμό του “Opium” στην ανατριχίλα του “Alma Mater” και από το πανηγύρι του “Ataegina” στο όργιο του “Medusalem” οι Moonspell θέλουν μία, μόνο μία εμφάνιση για να σε πείσουν. Και πάω στοίχημα ότι πολύς κόσμος που τους είδε την Κυριακή πρώτη φορά, θα τους ξαναδεί. Ακόμα και αν δεν είχαν κιθάρα. Ακόμα κι αν δεν είχαν το “Mephisto” Ακόμα κι αν δεν ήταν το καλύτερο live τους. Οι απολαύσεις που λέγαμε στην αρχή.