Κάθε δίσκος του Matt Elliott είναι μια εμπειρία. Κάθε ζωντανή εμφάνιση που δίνει δε, είναι κάτι περισσότερο. Το περίεργο είναι πως αυτή η εμπειρία διαφέρει για κάθε άνθρωπο και γι’αυτό σπάνια θα βρεθεί ταύτιση σε συζητήσεις για καλύτερα / αγαπημένα κομμάτια ή δίσκο. Η μουσική του κάνει project στον καθένα διαφορετικές αναμνήσεις, συναισθήματα και ενέργεια, ανάλογα με τα βιώματα και την ψυχολογική κατάσταση που θα βρίσκεται την εκάστοτε περίοδο. To ίδιο τραγούδι που για κάποιον μπορεί να είναι χαλαρό coffee shop music, άλλον τον βυθίζει στον βούρκο, και σε άλλον δίνει ψυχική δύναμη να ξεπεράσει δυσκολίες. Κάθε δίσκος όμως, έχει ένα main συναίσθημα που τον περιβάλλει.
Στο “Farewell to All We Know” το συναίσθημα αυτό προσωπικά το εκλαμβάνω ως μια απάθεια για το σήμερα, και μια αβεβαιότητα για το αύριο. Ο Elliott το εκφράζει με μαγικά instrumentals, διηφορούμενους και πανέξυπνους στίχους, στοιχειωτικές ενορχηστρώσεις, και όλα αυτά έχοντας πάντα ως βασικό σημείο αναφοράς τα φωνητικά του, ήρεμα σε βαθμό απάθειας, κιόμως τόσο επιβλητικά. Η ροή των συνθέσεων είναι απόλυτα φυσική, και για να αποτυπωθεί η δυναμική του δίσκου πρέπει να ακουστεί ολόκληρος οπότε η αναφορά σε μεμονωμένα κομμάτια μικρή σημασία έχει. Όμως, δεν γίνεται να μην κάνω ξεχωριστή μνεία στο “Hating the Player, Hating the Game”, που μοιάζει να είναι το επίκεντρο του album. Περικλείει όλα αυτά τα στοιχεία που κάνουν τον δίσκο να ξεχωρίζει, και ο στίχος “When you finally learn to live, then it’s already too late” λειτουργεί σαν περίληψη του concept.
Το “Farewell to All We Know” είναι ένα dystopian soundtrack της ζωής του σήμερα μέσα από τα μάτια του Matt Elliott, και -δυστυχώς- μοιάζει να πέφτει μέσα. Ακούγεται σκοτεινό, απόλυτο, απελπισμένο, όμως παράλληλα βάζει τον ακροατή σε μια διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης, ώστε να βρεί τον τρόπο να ξεπεράσει τις δυσκολίες, αφήνοντας μια επίγευση ελπίδας.