Κυριακή βράδυ, ακριβώς μία εβδομάδα μετά το Πάσχα (μία γιορτή περισσότερο νηστείας παρά καταναλωτισμού), οι Mammal Hands, εμφανίζονται στο Gazarte, και πηγαία, με διακατέχει μία ενεργή και ανάλαφρη χαρά -όπως μάλλον, έχω τοποθετήσει μέσα μου, το νιώσιμο της μουσικής τους. Με σύμμαχο τον ανοιξιάτικο αέρα που φυσάει δυνατά, κατηφορίζω προς το Γκάζι, και νιώθω ήδη, την αλά Βρετάνια κατάνυξη που επρόκειτο να μας προσφέρουν. Μαζί με μία όμορφη λαχτάρα, αυτή της σύνδεσης με τη μπάντα, που επιτυγχάνεται κατά τις live παρουσιάσεις.
Ανταπόκριση: Κική Ηλιάδου / Φωτογραφίες: Νικόλας Μαυροφόρος
Το Gazarte, ανανεωμένο από την τελευταία φορά που το επισκέφτηκα, έχει ανάψει κεράκια που μοσχοβολούν τα τραπεζάκια των καθήμενων αλλά και περιφερειακά στο χώρο, με θύμιση από μπουάτ. Το jazz-post τρίο από τη Βρετανία, με τον ταξιδιάρικο, κινηματογραφικό χαρακτήρα και τη συναισθηματική δυναμική, βρίσκεται επί σκηνής λίγο πριν τις 21.30. ‘Είμαστε πάρα πολύ χαρούμενοι που είμαστε εδώ απόψε’, δηλώνουν με την καλησπέρα τους.

Μίνιμαλ προβόλια χρωματίζουν και στραφταλίζουν σημεία από τα μουσικά όργανα, τα χέρια και το σώμα τους, σαν σπινθήρες ηλεκτρισμού. “Nightingale”. Η προσοχή μας, πιάνεται επιπλέον, στην επιδεξιότητα που καταθέτουν τις ατμόσφαιρες που δημιουργούν και ευφραίνουν την καρδίαν. “Becoming”, όπως χτίζεται με μελωδικά, contemporary classical μουσικά ανοίγματα/γέφυρες σε συνεχόμενη ροή, ζυμώνεται σε ρυθμική κίνηση και καταλήγει με σχολαστική φόρα, υιοθετώντας ένα πολύ υψηλότερο τέμπο, μάχιμο και δραστήριο. Το “Black Sails” θα συνεχίσει αέρινα την πλεύση στον μουσικό τους ωκεανό, φέρνοντας μας παράλληλα, τη δροσιά του. Θαρρείς πως μέσα από την ορχηστρική τους εκτέλεση-συνεργασία, τελείται μία δοξασία, σου τραγουδά νοητά, το φαινόμενο που ονοματίζουμε ως ζωή, με όλες της τις δυσκολίες, τα πάθη και τις ανησυχίες, μα πάντοτε γλυκιά και ελπιδοφόρα. Πειρακτικά και ψυχεδελιάζοντας, folk-συγγενικά, απαντάνε “Kudu”. Η σκέψη συνειρμικά, αναμοχλεύει παραδόσεις και ήχους, που λίγο-πολύ, ζουν μαζί μας. Σαν την σημασία της ανά(σ)τασης, αυτό που συμβαίνει, είναι αν μη τι άλλο, ξεχωριστό.

Τα αδέλφια Smart, όνομα και πράγμα, εξερευνούν το σύμπαν, μετά μουσικής. Το (όποιο απ’ όλα) σαξόφωνο του Jordan, όσο συμφωνεί με τις όμορφες μελωδίες του Nick στο πιάνο, επαυξάνει. Τις υπερασπίζεται δηλαδή και τις προτρέπει επαναλαμβανόμενα να διαρκούν, ή και, αισιόδοξα να ονειροπολούν. Στα θέματα δε, όπου με σπασμούς στα πλήκτρα εκφράζονται, αντιδρά και παραληρεί κατόπιν, με τη σειρά του. Μαεστρικά στα τύμπανα ο Rob Turner, γινγκ γιανγκ, εξισορροπεί την συστηματική έρευνα ύψους, πλάτους και βάθους, ώστε να υπερισχύει της φθοράς, αλλάζοντας μπαγκέτες και ύφη. Μεταξύ των συνθέσεων, των συμπαικτών του και του ίδιου, αποτελεί τη βάση, στην εξελικτική αυτή διαδικασία της αρμονίας. Σιγοντάρει, συντονίζεται ή διακριτικά αναπτύσσεται με συγκεκομένα breakbeats σε ταιριαστούς, acid jazz ιδιωματισμούς.

‘Θα δοκιμάσω μια άλλη, καινούρια track’, μας ενημερώνει σπαστά ο Jordan, δεν έχουν φέρει merch μαζί τους, μα θα είναι τριγύρω μετά, αν θελήσουμε να τους πούμε ένα γεια. Με το γνώριμο σε όλους από το κοινό, αγαπημένο και σκανδαλιστικά υπέροχο “The Spinner”, κελαηδώντας, θα μας αποχαιρετίσουν , αφού μας ευχαριστήσουν που παρευρεθήκαμε στο event. Το encore (‘one more, real last one’), δεν θ’ αργήσει να σηματοδοτήσει τη λήξη αυτής της βραδιάς. Χαμογελούν στο χειροκρότημα, αγκαλιάζονται, υποκλίνονται, εμπνέουν.
