Οι Malevolence είναι χωρίς αμφιβολία ένα από τα πιο ενδιαφέροντα συγκροτήματα που έχουμε δει την τελευταία δεκαετία. Με τον μοναδικό τους Crowbar-meets-Hatebreed ήχο, κατάφεραν να φέρουν έναν ανανεωτικό αέρα στον κόσμο του σύγχρονου metal, ενώ κάθε νέα τους δουλειά τους βρίσκει ένα σκαλοπάτι πιο πάνω. Η ανοδική αυτή πορεία συνεχίζεται και στο καινούριο τους πόνημα. Ο τέταρτος δίσκος τους, με τον εύστοχο τίτλο “Where Only the Truth is Spoken”, αποτελεί το πιο ώριμο και στιβαρό βήμα τους μέχρι σήμερα. Είναι άλλη μια απόδειξη πως το όνομά τους έχει όλες τις προϋποθέσεις για να μεγαλώσει κι άλλο και να καθιερωθεί στην κορυφή.
Χωρίς να εγκαταλείπουν τον metal πυρήνα τους, χτίζουν πάνω σε hardcore και metalcore θεμέλια με απόλυτη προσήλωση στη λεπτομέρεια. Από το εντυπωσιακό εξώφυλλο μέχρι τις γεμάτες ενέργεια και ψυχή συνθέσεις, και την κρυστάλλινη παραγωγή του βραβευμένου με Grammy Josh Wilbur (Lamb of God, Trivium, Gojira), τα πάντα λειτουργούν σαν μέρη ενός ολοκληρωμένου μουσικού οικοδομήματος. Ένα δημιούργημα που ήρθε για να μείνει κολλημένο στα ηχεία για αρκετό καιρό.
Οι Malevolence συνεχίζουν να συνδυάζουν με μαεστρία στοιχεία από διαφορετικά παρακλάδια του σκληρού ήχου -από thrash και hardcore μέχρι metalcore και sludge- προσφέροντας ένα αποτέλεσμα πραγματικά καταιγιστικό. Τα breakdowns είναι εμπνευσμένα και δεν περιορίζονται στο τετριμμένο. Τα riffs καταφθάνουν ασταμάτητα, ενώ τα solos ανεβάζουν συνεχώς τον πήχη, με το ένα να ακούγεται πιο εντυπωσιακό από το άλλο. Τα κομμάτια άλλοτε εμφανίζονται γρήγορα και καταστροφικά και άλλοτε αργόσυρτα που σε τραβούν προς τα κάτω με την βαρύτητά τους. Αυτή η δυναμική ποικιλία τους επιτρέπει να κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατή σε κάθε λεπτό.
Ένα ακόμα δυνατό χαρτί στο οπλοστάσιο της μπάντας είναι φυσικά το δίδυμο των Alex Taylor και Konan Hall. Οι εναλλαγές στα φωνητικά είναι εξαιρετικές και προσδίδουν ακόμα μεγαλύτερη ένταση και συναίσθημα στις συνθέσεις. Ο πρώτος ακούγεται μόνιμα τσαντισμένος και έτοιμος για καυγά, ενώ ο δεύτερος με τα βαριά, επιβλητικά vocals του προσθέτει το απαραίτητο βάθος. Η συνύπαρξή τους είναι πλέον σήμα κατατεθέν των Malevolence και βρίσκει εδώ την καλύτερή της έκφραση.
Το εναρκτήριο “Blood to the Leech” ήταν ιδανική επιλογή για να ξεκινήσει ο δίσκος. Με ένα main riff που φέρνει στο μυαλό το “Slaughter the Martyr” των Machine Head, τρομακτικό breakdown στη μέση, beatdown για να επιβιώσουν μόνο οι δυνατοί και φωνητικά που δεν κάνουν βήμα πίσω, το κομμάτι σε βάζει απευθείας στο κλίμα. Το “Trenches” συνεχίζει με χουλιγκάνικο hardcore ύφος που υπόσχεται αμέτρητους κύκλους στα lives. Η ορμή παραμένει μέχρι τέλους, με μια μικρή ανάσα στο “Salt the Wound”, την πιο μελωδική στιγμή του album. Ξεχωρίζουν επίσης το βίαιο “In Spite” με τη συμμετοχή του Randy Blythe των Lamb of God και το groove-άτο thrash των “Counterfeit” και “With Dirt from my Grave”.
Με το “Where Only the Truth is Spoken” οι Malevolence κάνουν ξεκάθαρο ότι δεν είναι απλά ένα πολλά υποσχόμενο όνομα, αλλά μια μπάντα με αυτοπεποίθηση και ξεκάθαρη μουσική ταυτότητα. Το album αυτό είναι η κορύφωση της μέχρι τώρα πορείας τους και άλλη μια απόδειξη ότι, αν συνεχίσουν με αυτό τον ρυθμό, το μέλλον τους ανήκει δικαιωματικά.