Σάββατο βράδυ, και ο δρόμος με έβγαλε κάπου στα Εξάρχεια, σε ένα μέρος τουλάχιστον αξιοσέβαστο, καθώς στην ιστορική μακρόχρονη πορεία του έχει φιλοξενήσει κατά καιρούς σημαντικές προσωπικότητες. Για άλλη μία φορά, το line up δεν απογοήτευσε. Φυσικά και αναφέρομαι στο ΑΝ Club. Καθώς έφτασα και το ιστορικό του logo χαράχτηκε πάνω στο χέρι μου, περίμενα να αρχίσει μία από τις πιο ενδιαφέρουσες instrumental εμπειρίες του τελευταίου μήνα.
Ανταπόκριση: Έφη Καραμουσάλη / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (περισσότερες δείτε εδώ)
Η αλήθεια είναι πως άργησε να ξεκινήσει, με τους δείκτες του ρολογιού να δείχνουν 21:45. Δέκα λεπτά αργότερα εμφανίζονται οι Their Methlab πάνω στο stage και, ενώ συνδέουν τα καλώδια τους στους ενισχυτές, παίρνω μία βαθιά ανάσα και περιμένω να με συνεπάρει το Post Rock / Metal κύμα τους. Εκρηκτικά τύμπανα, άκρως συγχρονισμένα με το μπάσο, ξεκινούν με άτιτλο κομμάτι. Στην πορεία, έμαθα πως όλα τα κομμάτια που έπαιξαν ήταν άτιτλα. Τρεις τύποι, ο κάθε ένας απόλυτα συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνει, άψογοι τεχνικά, έφεραν στο νου μου μουσικές εικόνες από Russian Circles και Southpacific, γεγονός που με ικανοποίησε. Ίσως εάν υπήρχε περισσότερη επικοινωνία μεταξύ τους, το αποτέλεσμα να ήταν ιδανικό, και έτσι να μου περνούσαν πιο άμεσα τα κομμάτια τους και να κατάφερνα να κατανοήσω καλύτερα τι ακριβώς τους έκανε να εμπνευστούν και να συνθέσουν. Φυσικά δεν έλειψε η στιγμή που έσπασε η χορδή της κιθάρας και για κάποιους αυτό ίσως να αποτελούσε αρνητικό χαρακτηριστικό, έμενα όμως με έκανε να το δω κάπως διαφορετικά. Ενώ παρακολουθούσα τις κινήσεις του κιθαρίστα να αντικαθιστά την σπασμένη χορδή με μια καινούργια και την πρωτοβουλία του μπασίστα και του drummer να καλύψουν το κενό, σολάροντας σε ήπια πλαίσια, παρατήρησα πολλά στοιχεία που συνθέτουν τη φυσιογνωμία της μπάντας. Συμπερασματικά, είναι μία αρκετά καλή μπάντα με ολοφάνερες επιρροές και όχι τόσο συνηθισμένες και τεχνικά το έχουν. Ίσως αυτό που λείπει, για να ολοκληρωθεί ένα προφίλ που θα ελκύει το ενδιαφέρον, είναι φαντασία και η μοναδικότητα κάθε κομματιού, δηλαδή να πλάσουν χαρακτήρα για κάθε τραγούδι. Πιστεύω κάθε τραγούδι / μουσική είναι ένα έργο τέχνης που χρειάζεται συναίσθημα, ψυχή και διαφοροποίηση.
Ήταν 22:37 και οι Madebygrey βρίσκονταν ήδη στο stage του ΑΝ club. Όντας ενημερωμένη και ενθουσιασμένη, καθώς είχα ακούσει το #grief, ανυπομονούσα να ξεκινήσει. Η έναρξη απαρτιζόταν από intro και το “Beautiful Strange Otherness”, το όποιο αποτελεί το πρώτο κομμάτι του album. Ένα κομμάτι που προοικονομεί την εξέλιξη της live performance των Madebygrey. Το κομμάτι μπήκε δυναμικά, όσον αφορά τις δύο κιθάρες και το τρομπόνι, με άκρως προσεγμένη τεχνική. Οι αντιθέσεις πολλές μεταξύ τους, αλλά παρόλ’ αυτά, κατάφεραν με έναν μοναδικό τρόπο τον απόλυτο συγχρονισμό, διατηρώντας φυσικά τα post / rock στοιχεία της μπάντας, τα όποια δε χάθηκαν ανάμεσα στις ρομαντικές συνθέσεις του μέντορα, Αντώνη Χατζημιχάλη. Συναισθηματικά έντονο, το ηθικό αίσθημα του ανθρώπου εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μας με μια συγκλονιστική οπτικοακουστική μέθοδο. Επτά δεξιοτέχνες μουσικοί, παθιασμένοι και συνειδητοποιημένοι για την κάθε νότα που έπαιζαν. Η πορεία μας επιφύλασσε πιο ήπιους τόνους με τα φώτα να χαμηλώνουν και τους Madebygrey να επιλέγουν το “The Upward Turn”, ένα κομμάτι το όποιο διατηρεί τον ρομαντισμό και την εσωστρέφεια της βραδιάς, με τα δυο βιολιά να ξεδιπλώνουν μια ιστορία που κάνεις μας δεν γνωρίζει. Ο κάθε θαμώνας επιλεγεί να επινοήσει τη δική του ιστορία και να ταυτιστεί ταξιδεύοντας στο χρόνο. Εκπληκτικό τρομπόνι και άψογη η χημεία με τα δυο βιολιά. Τέταρτο στη set list έρχεται ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια, το “Sunrays Will Make You See The Clouds”, όπου ο τίτλος αφήνει να εννοηθεί το μήνυμα του συνθέτη. Ένα οξύμωρο σχήμα που μας κάνει να αναρωτηθούμε πώς γίνεται οι ηλιακές ακτίνες να σε κάνουν να δεις τα σύννεφα; Πως γίνεται να σε κάνουν να δεις το οτιδήποτε; Ίσως να μην εννοεί με τα μάτια, αλλά με την ψυχή. Το κομμάτι δεν απέβαλε τον ορχηστρικό του ήχο, με ρεαλιστικές συγχορδίες να μας καλούν να αντικρίσουμε κατάματα το αδύνατο, το απροσάρμοστο, το μη συγκαταβατικό. Αρμονία και χάος, αντιθέσεις ακόμη και στους ρυθμούς του drummer και της κιθάρας. Και εννοείται, μετά την παρουσίαση όλων των μουσικών από το leader και μέντορα τους, έρχεται η στιγμή μου. Αν ήμουν ταινία, το soundtrack μου θα ήταν το “Bargaining”. Σαφέστατα η ομορφότερη στιγμή της βραδιάς. Η μεγαλοπρέπεια στη σύνθεση των βιολιών ήταν πρωτοφανής, καθώς η μελωδική έναρξη τους δεν μου άφησε αλλά περιθώρια να επιλέξω ανάμεσα στο ιδανικό και στο αρμονικό. Μαγική ατμόσφαιρα με τους μουσικούς να μην μπορούν να προδώσουν καμία σύνθεση, οι οποίοι εκτελούν ακριβώς χωρίς λάθη. Η τόσο ρομαντική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε το βράδυ του Σαββάτου είναι κάτι που θα κάνω πολύ καιρό να σταματήσω να σκέπτομαι. Αρχή, μέση και τέλος, μία αφήγηση με ήσυχα τύμπανα, με μέτρο, τόσο όσο έπρεπε έτσι ώστε να μη διαταραχθεί η αρμονία που επικρατούσε στο χώρο. Πιστεύω αυτή ήταν στιγμή των Madebygrey, γιατί κατάφεραν να βυθίσουν στο τέλμα οτιδήποτε αρνητικό, με συγκινητικά όμορφες μελωδίες που πήγαζαν από την αλάνθαστη τεχνική τους και το λυρικό διάλογο των βιολιών με τον μουσουργό. Ακολούθησαν τα “Immute” και “Numb”, τα όποια δεν κατάφεραν να χαραχτούν στο μυαλό μου, επειδή ίσως να έμοιαζαν λιγότερο μαγικά και εντυπωσιακά σε σχέση με τα παραπάνω. Σίγουρα η αγάπη του συνθέτη για το κινηματογραφικό post rock, αλλά και για την κλασσική μουσική, φάνηκε στο “Irreversible” και στο “Nothing Burns Twice”, κομμάτι από το EP “I have written a wicked book, and feel spotless as the lamb”, το όποιο έφερε στο μυαλό μου κινηματογραφικές εικόνες. Το εκρηκτικά ακουστικό θέαμα έλαβε τέλος με το “Waltz of Denial”.
Οι Τheir Methlab αποτέλεσαν μία ευχάριστη instrumental εμπειρία, καθώς διέκρινα επαγγελματισμό και δεξιοτεχνία. Κατά την γνώμη μου, εάν δουλέψουν παραπάνω τα κομμάτια τους και προσθέσουν περισσότερη φαντασία σε αυτά, έτσι ώστε να τα κάνουν να ξεχωρίσουν, σίγουρα θα αποβάλουν τη θαμπή εικόνα που είχαν το Σάββατο. Αναμφισβήτητα αποτελούν ένα τρίπτυχο από εξαιρετικούς τεχνικά μουσικούς, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, δεν αρκεί μόνο η αλάνθαστη τεχνική. Γενικά, όλη η υπόθεση περιστράφηκε γύρω από το #grief, με έντονα στοιχεία από Caspian και No Clear Mind, κυρίως από το album “Mets”. Η εσωστρέφεια και η δεξιοτεχνία τους δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από τις παραπάνω μπάντες (από Caspian και No Clear Mind), καθώς έγιναν κατανοητά τόσο τα μηνύματα που ήθελαν να μας περάσουν όσο και η εσωστρέφεια ενός μουσικού που διακατέχεται από ένα κύμα μεγαλειώδους έμπνευσης και μουσικής παιδείας. Progressive / post rock συνθέσεις με κινηματογραφικό χαρακτήρα ξεδιπλώθηκαν μπροστά μας, φορώντας το προσωπείο της αιώνιας νεότητας, που μέσα από συνεχή προσπάθεια και εξέλιξη η μουσική των madebygrey θα σε ταξιδεύει πίσω στον χρόνο, αναπολώντας στιγμές. Μία μαγική ατμόσφαιρα που επαναπροσδιόρισε την έννοια της νοσταλγίας, του θρήνου, της άρνησης. Θα το ξαναζούσα όλο αυτό με μεγάλη μου χαρά!