Τι είναι οι Lucifer; Μία από τις πιο διασκεδαστικές μπάντες εκεί έξω, που πλέον φέρνει την εγγυημένη σφραγίδα της Σουηδίας. Έχοντας στο δυναμικό τους την υπέρτατη φωνάρα της Johanna Sadonis και το “πολυεργαλείο” Nicke Andersson, γνωρίζεις εξαρχής ότι τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά με την μουσική τους. Το συγκρότημα συνεχίζει το όμορφο σερί που ξεκίνησε το 2015 με το ντεμπούτο του, παρουσιάζοντάς μας πριν λίγες μέρες την τρίτη του ολοκληρωμένη δουλειά με όνομα, “Lucifer III”. Την έμπνευση που δεν χρησιμοποιούν για να βρουν ένα πιο ευφάνταστο τίτλο στους δίσκους τους (“Lucifer I” και “Lucifer II” οι δύο προηγούμενοι), ευτυχώς την ξοδεύουν στις συνθέσεις τους.
Μπορεί μέσα στα έξι χρόνια ύπαρξής τους να έχουν ταλαιπωρηθεί από πάρα πολλές αλλαγές στο line up τους, αυτό όμως δεν φαίνεται να επηρέασε ιδιαίτερα την μουσική τους. Ο βασικός πυρήνας του ήχου τους παραμένει “κολλημένος” στο rock των 70’s. Πάνω εκεί έρχονται να προσθέσουν διάφορες πινελιές, όπως σκοτεινά doom riffs που φέρνουν στο μυαλό Black Sabbath και Blue Öyster Cult, καθώς και έναν πιο ανάλαφρο gothic αέρα. Αυτά τα στοιχεία, λοιπόν, τα έμπλεξαν πολύ σωστά μεταξύ τους, δημιουργώντας άλλον έναν πολύ ενδιαφέρον δίσκο.
Και τα εννέα κομμάτια του “Lucifer III” βρίσκονται πάνω-κάτω στο ίδιο μήκος κύματος, χωρίς ιδιαίτερα σκαμπανεβάσματα στο ύφος. Αυτό το occult mood που φροντίζει να σε βάλει το εναρκτήριο “Ghosts”, το οποίο ο Tobias Forge θα ήθελε το είχε γράψει εκείνος και γενικά αυτή η μουντή ατμόσφαιρα που επικρατεί μέχρι τέλους, κάνει την ακρόαση να κυλάει σα νεράκι. Το ακούς “μονοκοπανιάς” και για τα επόμενα 40 λεπτά είσαι προσηλωμένος στον απόκοσμο χαρακτήρα του.
Εξαιρετική δουλειά έχει γίνει και στις κιθάρες. Ίσως οι καλύτερες που έχουν γράψει μέχρι σήμερα. Τα riffs άλλοτε σου φέρνουν μια γλυκιά μελαγχολία (“Pacific Blues”, “Cemetery Eyes”), άλλοτε απλά rock-άρουν (“Lucifer”, “Flanked By Snakes”) και άλλοτε είναι πιο heavy (“Coffin Fever”), ενώ τα solos ξετρυπώνουν από εκεί που δεν το περιμένεις. Όσον αφορά την εντυπωσιακή φωνή της Johanna Sadonis δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Για ακόμα μία κυκλοφορία κλέβει την παράσταση. Μελωδική και σκοτεινή την ίδια στιγμή, αποδίδει άψογα το feeling των στίχων.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ένας δίσκος γραμμένος το 2020 να μπορεί, μέσα από μερικές νότες, να σε ταξιδέψει στο rock που παιζόταν πριν 40 (και βάλε) χρόνια. Απολαυστική κυκλοφορία από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο λεπτό.