Για το κλασικό προοδευτικό metal, οι Liquid Tension Experiment είναι κάτι το πολύ ιδιαίτερο. Δημιουργημένοι από την αφρόκρεμα των μουσικών της χρυσής δεκαετίας του, εξέφραζαν το πόθο τους είδους να υπερβεί τα εσκαμμένα, να αφήσει πίσω τις συμβάσεις που φαίνονταν αδιανόητες με τα ριζοσπαστικά του προστάγματα. Με μόλις δύο δίσκους καβάλησαν το ρεύμα της εποχής τους για να φθάσουν με τις τολμηρές ακροβασίες τους πολύ μακριά από την αφετηρία του, ίσως στο απώτερο σημείο όπως εκ των υστέρων φάνηκε.
Μετά από μια αποχή σχεδόν είκοσι ετών, αυτό που για πολύ καιρό φάνταζε αδιανόητο, πραγματοποιήθηκε. Η υπέρβαση των προσωπικών διαφωνιών ανάμεσα στον Mike Portnoy και τον John Petrucci οδήγησε στην επανασύσταση της μπάντας και το νέο πόνημα, που φέρει απλά το αριθμό 3, είναι εδώ μαζί μας.
Ο δίσκος από τις πρώτες του νότες φαίνεται να συνεχίζει εκεί που είχαν σταματήσει οι προκάτοχοι του με το ίδιο πνεύμα πειραματισμού να διατρέχει το περιεχόμενο του. O υπέροχος βετεράνος Tony Levin μαζί με πρώην και νυν μέλη των Dream Theater προσπαθούν να στήσουν τη ίδια γέφυρα προς το προοδευτικό ουρανό όπως έκαναν και στις απαρχές τους.
Oι Liquid Tension Experiment συνυφαίνουν το metal, τη jazz, το προοδευτικό rock προσφέροντας στο τελικό αποτέλεσμα ρυθμούς αδιανόητους που μόνο οι συγκεκριμένοι μουσικοί μπορούν ίσως να επιτύχουν. Υπάρχει επίσης σύνδεση με παλιά κομμάτια της μπάντας που γίνονται η βάση για να αναπτυχθούν νέες ιδέες. Ο δίσκος στις σχεδόν δύο ώρες διάρκεια του φαίνεται να προσπαθεί να καλύψει το κενό της μακρόχρονης απουσίας τους.
Σίγουρα όλα τα προηγούμενα φαίνονται εντυπωσιακά αλλά την ίδια ώρα είναι και αναμενόμενα. Αυτό που κάποτε αναδεικνυόταν ως πρωτοπορία με τη πάροδο του χρόνου δεν είναι το ίδιο ανατρεπτικό όπως και τότε. Στο 3 ναι μεν ακούμε όλα αυτά που κατέστησαν εντυπωσιακό το προοδευτικό metal αλλά δυστυχώς γίνεται αντιληπτό και η αδυναμία εξέλιξης του ήχου σε κάτι πέρα από τα κλασικά του γνωρίσματα.
Ο νέος δίσκος των LΤΕ μπορεί νομίζω να περιγραφεί έτσι: είναι εντυπωσιακός σε όλα τα συστατικά που τον αποτελούν αλλά δεν εξελίσσει τον ήχο που μας άφησαν ως κληροδότημα οι προκάτοχοί του.
Σίγουρα θα αρέσει σε πολύ κόσμο, σε άλλους θα ξυπνήσει αναμνήσεις και σε άλλους θα εξάψει το πάθος με την άρτια εκτελεσμένες συνθέσεις του. Σίγουρα επίσης η κυκλοφορία συνιστά ένα σημαντικό γεγονός αλλά αυτό που συνιστά τη δική μου, καθαρά προσωπική ένσταση, είναι πως το 3 πολύ δύσκολα θα αναγορευτεί τόσο διαχρονικό όσο τα άλλα δύο που διαδέχεται.