Ένα album, που ενώ αρχικά κινείται σε blues μελωδίες και pop περάσματα, διατηρεί τη σχέση με όλη αυτήν τη θορυβώδη acid, την ακατάστατη space rock και την προοδευτική ψυχεδέλεια, που μας έχουν συνηθίσει. Η ανησυχία τους έχει στραφεί περιβαλλοντικά, το boogie θα τους βγει σε βαθμό υπερβολικό – μα ένα βασικό χαρακτηριστικό είναι η υπερβολή που τους διέπει με όποιο είδος και να καταπιάνονται. Άλλα δύο στοιχεία, που παρά τη φαινομενικά διαφορετικότητα του δίσκου μένουν σταθερά, είναι η τρέλα που προσδίδουν με την αφθονία των μελωδιών και η παρανοϊκή χροιά της φωνής του Mackenzie.
Πειραγμένο country song ακούγεται το ομότιτλο εναρκτήριο track, με φυσική συνέχεια το “Boogieman Sam”. Πιο pop το “The Bird Song”, αποτελεί την προσωρινή διακοπή μίας boogie κατάστασης. Το “Plastic Boogie” επαναφέρει τη ξέφρενη διάθεση εναντίον των πλαστικών (πληροφοριακά έχει δημιουργηθεί ένα “νησί” από πλαστικά στον Ειρηνικό ωκεανό, που έχει τρεις φορές το μέγεθος της Γαλλίας) και ακολουθεί το “The Cruel Millennial”, που έχει μουσικά ανάλογες αναφορές. “Real Is Not Real”, ανεπιφύλακτα η θύμηση σε παλαιότερα τους κομμάτια, θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη του δίσκου. Το “This Thing”, αν και με φωνητικά από τον Joey Walker, θα ψηφιστεί το αγαπημένο μου. Ανατολίτικο house εμπεριέχει το “Acarine” (για την αρρώστια των μελισσών), λίγο πριν το τελευταίο “Cyboogie”, το πιο sky – fi, electronic και disco κομμάτι, που τελικά θα είναι αυτό που θα σου κάτσει στο μυαλό.
Ποικιλία μουσικών οργάνων εννοείται θα χρησιμοποιηθούν εκτός το mellotron και τα keyboards που παίζουν βασικό ρόλο, με τη φυσαρμόνικα να ενισχύει, το πιάνο σαν βοηθητικό παίκτη να υποστηρίζει και τα φλάουτο, organ, vibraphone και conga για τις επιπλέον ταραξιακές συν – εισφορές.