Δε σου δίνεται και καθημερινά η ευκαιρία να παρακολουθήσεις έναν τόσο αγαπημένο δημιουργό ζωντανά, αυτό είναι γεγονός. Εννοείται πώς τις μέρες πριν την πραγματοποίηση της συναυλίας, προλόγισαν μαραθώνιοι που συμπεριλάμβαναν ταινίες από όλο το εύρος της φιλμογραφίας του John Carpenter – πετυχημένες, αποτυχημένες και τα cult classics. Η αδημονία ήταν μεγάλη και οι προσδοκίες υψηλές!
Ανταπόκριση: Μαρίλη Κουλολιά / Φωτογραφίες: Χριστίνα Αλώση
Η αλήθεια είναι πως, δεδομένης και της πληθώρας συναυλιών που λαμβάνουν χώρα ανά τη πόλη αυτή τη περίοδο (και την αρκετά τσιμπημένη τιμή του εισιτηρίου), η προσέλευση του κόσμου ήταν ιδιαίτερα χαμηλή. Ωστόσο, όσοι παρευρέθηκαν, εμφανώς λάτρεις της δουλειάς του Carpenter, ήταν απόλυτα συνειδητοποιημένοι σχετικά με όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν. Οι ταινίες τρόμου που όλοι αγαπήσαμε έλαβαν σάρκα και οστά ενώπιόν μας.
Οι επαναλαμβανόμενες μινιμαλιστικές συνθέσεις του Carpenter στοίχειωναν την ατμόσφαιρα. Αποσπάσματα από τις ταινίες του προβάλλονταν στην οθόνη που βρισκόταν τοποθετημένη στο πίσω μέρος της σκηνής. Ένα νοσταλγικό flash-back στις ανατριχίλες των “Εscape From New York” και “Assault On Precinct 13” αποτέλεσε τo εναρκτήριο κάλεσμα του Carpenter και των μουσικών του. Η συνέχεια δόθηκε με τα κομμάτια “Vortex” και “Mystery” από τα Lost Themes, δηλαδή, όπως και ο ίδιος ο δημιουργός τους δήλωσε, τα soundtracks για τις φρικιαστικές εκείνες ταινίες που δεν έχουν ακόμη συλληφθεί, αλλά βρίσκονται σε εξέλιξη στη φαντασία του κοινού κατά την ακρόασή τους.
Ακολούθησαν τα “The Fog” και το “They Live”. Κατά το ύστατο μάλιστα, το συγκρότημα φόρεσε τα μαύρα γυαλιά του, “κλείνοντας το μάτι” στους φανς με την εν λόγω κίνηση. Φόρος τιμής αποτάθηκε και στο, βραβευμένο με Όσκαρ, Ennio Morricone με την εκπληκτική εκτέλεση του “The Thing”. Εν συνεχεία, ο Carpenter παρέσυρε το κοινό σε πιο “σκοτεινά μονοπάτια”, ενώ χαρακτηριστικά δήλωσε «Let’s go a little darker», και συνέχισε με την εκτέλεση του εμβληματικού και τόσο διαδεδομένου στον κόσμο των ταινιών τρόμου soundtrack “Halloween”. Η λήξη του κυρίως set πραγματοποιήθηκε με το “ In The Mouth Of Madness”, ενώ το κοινό ζητωκραύγαζε για τη συνέχεια.
Χειροκροτήματα, επευφημίες και μια αίσθηση νοσταλγίας συνόδευσαν το δεύτερο μέρος της συναυλίας που έληξε με το “Christine”. Παιχνιδιάρικά, ζήτησε από το κοινό να προσέχει στους δρόμους, καθώς η Christine , το killer car από την ομώνυμη ταινία καραδοκεί (η Christine ήταν πράγματι παρκαρισμένη έξω από το venue – και πανέμορφη)…
Η συναυλία του Carpenter αποτέλεσε μια μοναδική εμπειρία, ωστόσο κάτι, κάτι έλειπε. Παρά το ολόσωστο περιτύλιγμα, η διεκπεραίωση της συναυλίας φάνταζε κάπως ρουτινιάρικη, μηχανική… αλλά και λόγω περιεχομένου, νοσταλγικά όμορφη.