Ο Jerry Cantrell θέλει αίμα και δεν αστειεύεται. Με το επιμεταλλωμένο grunge του δημιουργεί, στο τέταρτο προσωπικό του album, τη φυσική συνέχεια του αριστουργηματικού “Black Gives Way to Blue”, του κύριου μουσικού του οχήματος. Φυσικά οι Alice in Chains είναι παρόντες σαν ήχος και ύφος, κυρίως λόγω της χαρακτηριστικής φωνής του Cantrell αλλά και των ιδιαίτερων κιθαριστικών αρμονιών που αυτός σκαρώνει.
Σε όλη τη διάρκεια του album είναι εμφανής η σκοτεινή διάθεση, είτε αυτή δίνεται με heavy riffολογία (“Vilified”) είτε με ακομπλεξάριστη μελωδικότητα (“Afterglow”). Ο αστείρευτος συνθέτης παίρνει ώθηση από τους σημαντικούς μουσικούς που συμμετέχουν, όπως οι Duff McKagan (ο οποίος δίνει μια χαρακτηριστική ‘αλητεία’ στο μπάσο), Mike Bordin και Robert Trujillo (ιδανικό rhythm section) και Gil Sharone, δημιουργώντας αλλεπάλληλες εναλλαγές στο ύφος, γεγονός που κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή αμείωτο.
Ακούστε για παράδειγμα πως ο ρυθμικός χαρακτήρας του ομώνυμου κομματιού (ακούγεται σαν το αδερφάκι του “Norwegian Hammerworks Corp.” των Madrugada) δίνει τη θέση του στη σκοτεινή americana του “Echoes of Laughter” (ιδανικού συντρόφου σε μακρινά βραδινά ταξίδια με το αμάξι). Στο δε “Throw Me a Line” και “Let it Lie” οι Black Sabbath εποχής “Sabbath Bloody Sabbath” και “Master of Reality” φαίνονται πιο επίκαιροι από ποτέ.
Συνολικά πρόκειται για μία συλλογή εμπνευσμένης τραγουδοποιΐας που βασίζεται σε απλά υλικά για να παράξει το Alice in Chains album που δεν ξέραμε ότι χρειαζόμαστε. Αποτελεί έτσι νομοτελειακά απαραίτητη προσθήκη στη δισκοθήκη μας για το 2024, καθώς σπανίζουν πια δίσκοι επικεντρωμένοι στην παραδοσιακή δομή των τραγουδιών, με ζεστή παραγωγή και χωρίς ανούσιες προσπάθειες εντυπωσιασμού.