Δεύτερη χρονιά στο Hellfest για το team του Rockin’Athens και ήδη είχε παρθεί η απόφαση πως το όλο θέμα θα αντιμετωπιζόταν διαφορετικά. Θέλαμε να δούμε περισσότερα full sets (στην περσινή edition ήμασταν συνέχεια στη “γύρα”) και να φωτογραφίσουμε περισσότερες to-die-for εμφανίσεις, παρά να εμμείνουμε στην αρχή “να υπάρχουν φωτογραφίες για κάθε reported act και το αντίστροφο”, εγχειρήματα τα οποία επιτύχαμε μόνο μερικώς. Ιδού λοιπόν το αποτέλεσμα από το –δεύτερο σε σειρά, σε δύο συναπτά έτη- τριήμερο οδοιπορικό μας στο αγροτικό Clisson, της όμορφης καπιταλιστικής Γαλλίας.
Aνταπόκριση: Δημήτρης Κότσης & Αναστασία Παπαδάκη
Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες εδώ)
Λόγω της διαμονής μας στην Ναντ, σε αντίθεση με τους διαμένοντες στο camping του festival, το πρωινό εγερτήριο απείχε τουλάχιστον δύο ώρες (ένεκα και της καθυστέρησης στην κύρια είσοδο, την οποία αργότερα μάθαμε πως μπορούσαμε να παρακάμψουμε, ένεκα των VIP passes μας) από το πρώτο act που θα καταφέρναμε να απολαύσουμε από την πρώτη του νότα. Η εμφάνιση των Νορβηγών modern rock’n’roll heroes Audrey Horne στο Mainstage ΙΙ στις 11:40 μας σήκωσε στο πόδι από νωρίς, προσφέροντάς μας ωστόσο ένα από τα πιο απολαυστικά shows του τριημέρου. Στα αυτιά και τα μάτια μου, οι Audrey Horne φαντάζουν σαν μία πιο μεταλλική έκδοση των Hellacopters, γεγονός που επισφραγίζει η high energy σκηνική τους παρουσία, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο συνεπήραν το ακόμη λιγοστό κοινό (μερικές χιλιάδες κόσμου) που βρισκόταν στην μία από τις δύο κεντρικές σκηνές του festival. Από το εναρκτήριο προηχογραφημένο intro του “Redemption Blues” μέχρι το θριαμβευτικό κλείσιμο με το sing along του “Waiting for the Night”, οι Νορβηγοί μας προσέφεραν ένα show υψηλών προδιαγραφών, σημαίνοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο –για εμάς τουλάχιστον- την έναρξη της τριήμερης περιπέτειάς μας!
Μικρή αναμονή στο official festival merchandise stand για το παραδοσιακό shopping therapy και ήταν η σειρά των Nashville Pussy να μας στείλουν στο bar για τις πρώτες μπύρες της ημέρας. Για όσους δεν τους γνωρίζουν, το κουαρτέτο από την Ατλάντα των ΗΠΑ επιδίδεται σε ένα βλαχοαμερικάνικο hard rock, χωρίς εκπλήξεις, αλλά με μία μοναδική ικανότητα στη δημιουργία party ατμόσφαιρας. Η ενεργητική παρουσία των δύο δεσποινίδων σε κιθάρα και μπάσο, αντιστάθμιζε την στατικότητα του frontman και mainman του σχήματος Blaine Cartwright, που με το southern γρέζι του και το αλήτικο attitude έδινε μία συμπαγή υπόσταση στην εμφάνιση του σχήματος. Win win.
Η επίσκεψή μας στο Warzone (punk / hardcore stage) μας επιφύλασσε την πρώτη έκπληξη της ημέρας, μιας που ο εν λόγω χώρος ήταν αρκετά αναβαθμισμένος σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, με την χωρητικότητα του να έχει αυξηθεί αισθητά και με αρκετά πλέον spots που επέτρεπαν την ορατότητα ακόμη και αρκετά μακριά από τη σκηνή. Οι All Pigs Must Die που εκείνη την ώρα ανέβαιναν στη σκηνή, αποδείχτηκαν εκπληκτικοί, γεγονός που δεν επισκίασε ούτε η πρώτη έντονη βροχή του τριημέρου που μόλις ξεκινούσε. Το μισανθρωπικό και δεόντως σκοτεινό crust-ο-ειδές punk hardcore των Αμερικανών έσπειρε τον πανικό στις πρώτες σειρές του venue, δημιουργώντας moshing pits και κάνοντας κεφάλια να κουνιόνται πάνω-κάτω ρυθμικά σε όλο των υπόλοιπο χώρο. Η παρουσία του Ben Koller των Converge (τους οποίους θα βλέπαμε αργότερα στο ίδιο stage) πίσω από το drumkit λέει πολλά από μόνη της άλλωστε.
Μία ημέρα πριν την εμφάνισή τους επί ελληνικού εδάφους, είχαμε την ευκαιρία να γίνουμε μάρτυρες του φαινομένου Havok. Το σχετικά νεοφώτιστο thrash metal κουαρτέτο σίγουρα δεν τετραγωνίζει τον κύκλο, όμως οι ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού του γεμάτου Altar Stage έδειξαν πως μιλάμε για μια ταχύτατα ανερχόμενη δύναμη στον χώρο του ακραίου ήχου και πως θα μπορούσε να ισχύει οτιδήποτε άλλο, από τη στιγμή που οι Αμερικανοί άλωσαν τη σκηνή, προσφέροντας ένα speed thrash θέαμα… πολλών οκτανίων!
Το επαναληπτικό industrial-ίζον, Γαλλόφωνο, nu metal των Mass Hysteria μας άφησε παντελώς αδιάφορους. Το κοινό του Hellfest όμως, που εκείνη την ώρα είχε αρχίσει να αυξάνεται με επικίνδυνους ρυθμούς, είχε διαφορετική άποψη, όπως φάνηκε, αποθεώνοντας τη μπάντα, σε στιγμές πολύ πιο θερμά απ’ ότι αυτό συνέβαινε στους “μεγάλους” headliners των τριών ημερών, κάνοντάς μας να πιστέψουμε πως μάλλον μιλάμε για τους local heroes της Γαλλικής σκηνής. Εντυπωσιακή ανταπόκριση, σε ένα υλικό, που πραγματικά δεν μας είπε τίποτα.
Οι τεράστιοι Anthrax δεν χρειάζονται συστάσεις. Είναι ωστόσο από τις μπάντες που θα προτιμούσες να δεις σε ένα headline show, λόγω της μεγάλης ιστορίας και δισκογραφίας τους, που δίνουν δυνατότητες για πολύ χορταστικά setlists. Εδώ δεν είχαμε κάτι τέτοιο, αλλά μια σεβαστή αναφορά στο ένδοξο παρελθόν (“Caught in a Mosh”, “Antisocial”, “Got the Time” και το κλείσιμο με το εμβληματικό “Indians”, με τον Joey Belladonna να φοράει τα παραδοσιακά ινδιάνικα φτερά στο κεφάλι), έμφαση στο φετινό “For All Kings” και ένα πέρασμα από το “Worship Music” που άλλωστε είχε σηματοδοτήσει την επιστροφή του προαναφερθέντος στο σχήμα, πίσω στο 2011. Η μπάντα παρουσιάστηκε όπως πάντα κινητικότατη, ανεβάζοντας τη διάθεση στα ύψη, με πολύτιμη την συμβολή σε αυτό του γεμάτου ενέργεια frontman της, που μας έδωσε και πάλι να καταλάβουμε πως όταν έχεις μεταλλική ψυχή, η ηλικία δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Εύγε και προσδοκούμε σύντομα headline εμφάνισή τους στη χώρα μας για να τους απολαύσουμε όπως πρέπει.
Το επόμενο σχήμα που θέλαμε οπωσδήποτε να δούμε με προσοχή, ήταν οι Killswitch Engage, δεν χάσαμε όμως την ευκαιρία να κάνουμε ένα πέρασμα από τις εμφανίσεις των Turbonegro και Earth στη λίγη ώρα που διαθέταμε. Το πλήρωμα των Turbonegro παρέδωσε –όπως αναμενόταν– σχεδόν ίδιο show με αυτό που προσφάτως απολαύσαμε στο Terra Vibe Park, στα πλαίσια του Rockwave Festival. Εκκεντρικές αμφιέσεις, best of setlist, και πολλά κιλά ενέργειας, με το κοινό του festival να πληθαίνει ακόμη περισσότερο και να ανταποκρίνεται με ιδιαίτερα θερμό τρόπο στις παροτρύνσεις και τα sing alongs των Νορβηγών. Για τους ιστορικούς instrumental psychedelic, drone, doom rockers Earth, είχαμε ακούσει και ακούμε πολλά ανά διαστήματα. Κάτι όμως δεν πήγε καλά εκεί. Άνευροι και μονότονοι (αυτό πες το γνωρίζαμε), φάνταζαν ανεπαρκείς να μας συνεπάρουν, ειδικότερα σε μία μέρα με τόσο πολλά shows υψηλών αποδόσεων.
Δύσκολο να υπάρξει ποτέ καλύτερη metalcore μπάντα από τους Killswitch Engage επί σκηνής. Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το αν τους ευνόησε ο κρυστάλινος ήχος ή το ασφυκτικά γεμάτο Warzone που κουνιόταν στους ρυθμούς τους, αλλά υπήρξαν στιγμές που δυσκολευόμασταν να ξεχωρίσουμε αυτό που ακούμε, από τις εκτελέσεις των albums. Μοναδική παραφωνία σε αυτό, η σε στιγμές αδύναμη να ανταπεξέλθει, φωνή του Jesse Leach (ειδικότερα σε σύγκριση με αυτή του προκατόχου του, Howard Jones και πιο συγκεκριμένα σε κομμάτια που ο δεύτερος έχει ερμηνεύσει δισκογραφικά), αλλά και η ελαφρώς απροσάρμοστη σκηνική παρουσία του κιθαρίστα και ιδρυτικού μέλους Adam Dutkiewicz, που έσπειρε κύμα γέλιου και δυσαρέσκειας, κυρίως με τα σεξιστικά του σχόλια στο μικρόφωνο.
Οι Melvins έκαναν το πιο αντιεμπορικό ξεκίνημα που θα μπορούσαν να κάνουν, με το θορυβώδες “Eye Flys” που δεν άργησε να διώξει τους μη μυημένους αλλά και το κοινό μικρότερων ηλικιών που προσπαθούσε να καταλάβει τι συμβαίνει. Η συνέχεια με το “Deuce” των Kiss, προμήνυε ένα –αν μη τι άλλο- ιδιαίτερο setlist: ακολούθησε ένα πέρασμα από όλη την δισκογραφία τους, αλλά και διασκευές σε Green River, Redd Kross και Alice Cooper. Oι Melvins μπορούν δικαιωματικά να θεωρηθούν ένα από τα πιο εκκεντρικά live acts που μπορεί κάποιος να βρει στον δρόμο του. Όποιοι ήταν παρόντες στην διπλή τους συναυλιακή εμφάνιση εν Αθήναις, στα πλαίσια της άκρως θορυβώδους συνεργασίας που είχε τότε στηθεί με τους Big Business, έχουν έναν παραπάνω λόγο να με πιστέψουν σε αυτό. Epic.
Mε την παρουσία των απολαυστικότατων Hatebreed στο Mainstage II, εκτός από τα –παραδοσιακά για τον ήχο- walls of death «άνοιξαν» και οι ουρανοί, κάνοντας το σκληροπυρηνικό κοινό των Αμερικάνων να χοροπηδάει με τους ύμνους των αγαπημένων “Supremacy” και “The Rise of Brutality” μέσα στη λάσπη και τη βροχή. Το hardcore των Hatebreed αποτελεί εγγύηση για τους φίλους του είδους και η ηγετική μορφή του σχήματος, ο… superstar Jamey Jasta, ξέρει πολύ καλά το παιχνίδι της επικοινωνίας με τον κόσμο.
Φυσικά δε θα μπορούσαμε να χάσουμε το show των πολυσυζητημένων Volbeat, μια από τις πιο διασκεδαστικές μπάντες της ημέρας, οι οποίοι όμως μας έκαναν και να βουρκώσουμε λίγο αφιερώνοντας τα “Goodbye Forever”, “Fallen” και “The Mirror and the Reaper” στους Mohammed Ali, στον πατέρα του τραγουδιστή τους, Michael Poulsen, και στον Lemmy αντίστοιχα. Παιχτικά ήταν άψογοι, το setlist τους μοιρασμένο σε όλες τους τις κυκλοφορίες, ενώ ο frontman τους δεν έχασε πραγματικά νότα. Σε αυτό βοήθησαν βέβαια και τα in-ear monitors, τα οποία o συμπαθέστατος Poulsen ευχαρίστησε για την ύπαρξή τους, καθώς –όπως δήλωσε χαριτολογώντας- ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο κώφωσης και κρατούν τον Axl Rose σε απόσταση από τους Volbeat.
Πάντα υπάρχει χρόνος για ακόμη μια ανεβαστική μπάντα κι έτσι στη σχεδόν μισή ώρα που είχαμε μέχρι τους Converge, αποφασίσαμε να δούμε τους Dropkick Murphys. Όπως και στο Rockwave, έτσι και στο Hellfest, η παρέα από τη Βοστώνη ξεκίνησε με το “The Boys are Back” εκτινάζοντας διασκέδαση και μπύρες στα ύψη. Aν γουστάρετε celtic punk με όλη τη γραφικότητα που το διακατέχει, τότε οι Dropkick Murphys είναι το ναρκωτικό σας.
Έντεκα χρόνια πέρασαν από την πρώτη φορά που είδαμε τους Converge επί Ελληνικού εδάφους και, μην έχοντας παρευρεθεί στο live τους το 2008, η προσμονή μας ήταν μεγάλη για την εμφάνισή τους στη σκηνή του Warzone. Όπως αναμενόταν, το punk / hardcore / crust / sludge / grind / whatever (!!!) κουαρτέτο από τις ΗΠΑ, δεν απογοήτευσε. Η παροξυσμική σκηνική παρουσία του frontman Jacon Bannon, είναι το πρώτο πράγμα που θα τραβήξει το βλέμα σου, σε μία συναυλία των Converge, όχι όμως το μοναδικό, μιας που στο χορταστικότατο setlist τους, που βασίστηκε κυρίως στα άκρως πετυχημένα εμπορικά “You Fail Me” και “Jane Doe” full length albums, απέδωσαν τα μέγιστα σε όλα τα επίπεδα, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του παραδόξως λιγοστού κοινού που εκείνη την ώρα βρισκόταν στον χώρο…
…γεγονός που εξηγήθηκε όταν κατά την πορεία μας προς το Mainstage I, με σκοπό να παρακολουθήσουμε τους Rammstein, ήρθαμε αντιμέτωποι με το πιο ασφυκτικό κλίμα που έχει τύχει να συναντήσουμε σε open air festival, αδυνατώντας ακόμη και να προσεγγίσουμε την αρένα της εν λόγω σκηνής. Έχοντας καταφέρει να διατηρησουμε ζωντανή μέσα μας την εμπειρία της συναυλίας τους στο Terra Vibe Park το 2010, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο Warzone, μη θέλοντας να ρισκάρουμε να χάσουμε το τέλος της εμφάνισης των Converge αλλά και την έναρξη αυτής των Kvelertak.
Οι Kvelertak, λοιπόν, υποστηρίζουν πως επιδίδονται σε ένα είδος που οι ίδιοι ονομάζουν “black’n’roll” και δεν έχουμε κανένα λόγο να το αμφισβητήσουμε. Με τον Erlend Hjelvik μεταμφιεσμένο σε κουκουβάγια (!) με μία αστραφτερή μάσκα και το υπόλοιπο team σε μεγάλα κέφια (τουλάχιστον αυτό μαρτυρούσε η ενεργητική τους σκηνική παρουσία), οι Νορβηγοί μας κράτησαν συντροφιά με υλικό και από τα τρία full length album τους, για όση ώρα χρειαζόταν, ώστε να φτάσουμε στο Main Stage II, την ώρα που οι Τhe Offspring είχαν μετά βίας παίξει 3-4 τραγούδια.
Είχαμε ακούσει πολλά για τις ζωντανές εμφανίσεις των The Offspring. Κάποιοι υποστήριζαν πως ο Dexter Holland δεν αποδίδει πλέον (φυσικά είναι τελείως άστοχο να συγκρίνεις την απόδοση ενός τραγουδιστή με αυτή της πρώτης νιότης του) και πως το όλο πράγμα είναι γενικότερα πεσμένο, ενώ κάποιοι άλλοι μιλούσαν για μία αγέραστη μπάντα που σε συνεπαίρνει. Όπως και να έχει, έξυπνα φερόμενοι, οι Αμερικανοί έχουν προσθέσει ένα ακόμη μέλος σε καθήκοντα κιθαρίστα και backing vocalist, που με φυσικό τρόπο καλύπτει τις ατασθαλείες των υπολοίπων, οι οποίοι όμως μοιάζουν μόνο ελάχιστα να έχουν χάσει από την –εκτελεστική τουλάχιστον– αίγλη του παρελθόντος. Με τα “Americana” και “Smash” full length albums να έχουν την τιμητική τους, οι The Offspring μας ξύπνησαν μνήμες από τα 90’s, ρίχνοντας με τον καλύτερο τρόπο αυλαία στην πρώτη μέρα του festival της καρδιάς μας.
Τι είδαμε στα κλεφτά:
Delain, Halestorm και Ramesses. Δυστυχώς κανένα από τα τρία συγκροτήματα δε μας ενθουσίασε.
Διαβάστε την ανταπόκριση της δεύτερης μέρας εδώ και ακολουθήστε αυτό το link για την τρίτη και τελευταία ημέρα του Hellfest!