Στον απόηχο του online ξεκατινιάσματος περί συναυλιακής correct-ίλας (και φανατικής γηπεδίλας), ήρθε μάλλον και η στιγμή να μιλήσουμε για ένα -bigger than life- event, που η αξία του χάθηκε ανάμεσα στη κάπνα των καπνογόνων και τις υπερατού μάχες του τρουμεταλόμετρου. Την περασμένη Παρασκευή στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, οι Godspeed You! Black Emperor έδωσαν μάλλον το σημαντικότερο live ζωής τους, χαράζοντας στις μνήμες μας μια ακόμη μαγική στιγμή.
Ανταπόκριση: Πάνος Παναγιωτόπουλος / Φωτογραφίες: Μαρίζα Καψάμπελη (πλήρες photo report εδώ)
Τη φάση των Καναδών πάνω κάτω μάλλον την ξέρεις. Από το αποκαλυπτικό τους πρώτο live στο Ρόδον το 2002, οι Godspeed You! Black Emperor όσες φορές και αν έχουν περάσει από τη χώρα μας, μας κερνάνε πάντα (μα πάντα όμως), μια συγκλονιστική εμπειρία-βίωμα που κάνουμε μήνες να ξεπεράσουμε. Με την μουσική τους να λειτουργεί ως ένα ορχηστρικό υψωμένο μεσαίο δάχτυλο απέναντι σε όλα όσα μας χωρίζουν, η ιδιαίτερη αυτή κολλεκτίβα καταφέρνει ακόμη και μετά από τόσα χρόνια να μας συναρπάζει όπως εκείνη την πρώτη φορά. Αν και για κάποιους η εμφάνιση τους στο Ηρώδειο να ήταν ένα παράξενο καλλιτεχνικό στοίχημα, οι GY!BE χωρίς το παραμικρό άγχος -οκ, ίσως υπήρχε λίγο αμηχανία στην αρχή από όλους τους (και όλους μας)- ξεπέρασαν κάθε προσδοκία μας.
Γυρώ στις 9:00-9:20 που επιτέλους σκοτείνιασε, τα φώτα της σκηνής χαμήλωσαν για να υποδεχτούν την ατμοσφαιρική παράσταση των Καναδών. Η εισαγωγή μας στον κόσμο τους έγινε με το “Hope Drone”, με τα μέλη της μπάντας να βαδίζουν ένα-ένα προς τα πόστα τους καταχειροκροτούμενα απο ένα σχεδόν γεμάτο αμφιθέατρο. Παράλληλα, στο πανί προβολής που στήθηκε στο πίσω μέρος της σκηνής, άρχισαν να εμφανίζονται σε πραγματικό χρόνο analogue projections συνθέσεις από μπομπίνες και φιλμάκια (με on the spot διπλοεκθέσεις αλλά και “κάψιμο” από χημικά), συνοδεύοντας ιδανικά το μουσικό μας trip. Συνέχεια με “Job’s Lament”, “First Of The Last Glaciers”, “Bosses Hang” από τα πιο πρόσφατα τους άλμπουμ που (όπως είπε και ένας φίλος) αυτή η Neil Young-ish πειραματίλα στον ήχο της κιθάρας, ταιριάζει γάντι στους ανοιχτούς χώρους με την κατάλληλη αντήχηση.
Βέβαια, τους GY!BE τους αγαπήσαμε απ’ τα πρώτα βήματα της δισκογραφίας τους, και -μεταξύ μας- όλοι σίγουρα θέλαμε ν’ ακούσουμε και κάτι απ΄την πρώτη περίοδο της μπάντας, συνθήκη η οποία ήρθε με τις πρώτες νότες του επιβλητικού “Moya” απ’ το πρώτο (και μοναδικό) EP τους Slow Riot For New Zero Kanada. Εκεί κάπου δε χωράγαμε στις θέσεις μας. Θέλαμε να ουρλιάξουμε. Να σηκωθούμε, να γίνουμε ένα. Κλείσαμε τα μάτια και το ζήσαμε, όλοι μαζί και ο καθένας μόνος του. Μαγεία.
Μαγεία που την ακολούθησε και το δεύτερο κομμάτι του εν λόγω e.p, το “BBF3” (το Blaise Bailey Finnegan III δηλαδή), με το προηχογραφημένο υλικό -και την ποιητική απόδοση των στίχων του “Virus” των Iron Maiden- να συνοδεύει τις κολλητικές κιθαριστικές μελωδίες. Καπνογόνα δεν άναψαν, δεν υπήρχε λόγος. Η φωτιά ήταν ήδη μέσα μας.
Με τα τελευταία κομμάτια φιλμ να καταστρέφονται μπροστά στα μάτια μας και τους ενισχυτές ανοιχτούς, οι GY!BE μας χαιρέτησαν ταπεινά, τους χειροκροτήσαμε στα όρθια, και επιστρέψαμε σπίτια μας με λίγη ακόμη ελπίδα. Δεν υπάρχει κάτι άλλο που μπορεί να ζητήσει κανείς από αυτήν τη υπέροχη μπάντα.