Οι Evanescence κυκλοφόρησαν το 5ο studio album τους στα τέλη του προηγούμενου μήνα. Μετά από το εξαιρετικό ”Synthesis”, όπου «επισκέφθηκαν» ξανά παλαιότερες δημιουργίες τους με ένα νέο, orchestral arrangement, και με περίπου μια δεκαετία να τους χωρίζει από την τελευταία δημιουργία ενός 100% πρωτότυπου δίσκου, το The Bitter Truth έκανε την εμφάνισή του.
Αξίζει όμως, να σημειωθεί πως ενώ αρκετά από τα κομμάτια του δίσκου, είχαν ολοκληρωθεί στιχουργικά μια δεκαετία πριν, είδαν φέτος το φως της δημοσιότητας, λόγω μιας διαφωνίας που είχαν με την προηγούμενη δισκογραφική τους. Σχεδόν τα μισά από τα tracks του album κυκλοφόρησαν ως singles μέσα στο 2020 παρουσιάζοντας το album ως ένα «breathing, living thing», κάτι που δεν είχαν ξαναδοκιμάσει στο παρελθόν. Αυτό, σε συνδυασμό με τις επιλογές προώθησης που έκαναν, κι αφορούσαν άμεσα τις τρέχουσες πολιτικοκοινωνικές συνθήκες, σηματοδότησε μια νέα αρχή για το συγκρότημα.
Για την ολοκλήρωση του δίσκου, οι Evanescence επανέλαβαν την -κατά γενική ομολογία- επιτυχημένη συνεργασία τους με τον Nick Raskulinecz, παραγωγού του self-titled album ”Evanescence”, το 2011. Το εναρκτήριο τραγούδι του album, έχει μια τελείως φρέσκια και indie πνοή, και σε προετοιμάζει για το τι θα ακούσεις στη συνέχεια: Where do we go now / Find a way to go back / To go back home/ To who we are. Για ένα αποτέλεσμα, με το οποίο επιστρέφουν στην ταυτότητα του ήχου τους.
Τα επόμενα τραγούδια λοιπόν, ακολουθούν το στυλ που μας είχε συνηθίσει το συγκρότημα, τόσο στους προηγούμενους δίσκους του, ”Evanescence” κι ”The Open Door” όσο και στο ”Fallen”, με βαριές κιθάρες, έντονα περάσματα στα drums και φυσικά long notes – και αυτές οι νέες συνθέσεις φέρνουν, όπως έχει γραφθεί, μια καινούργια πνοή στον κλασσικό ήχο της μπάντας.
Ωστόσο, αν και γενικά απέσπασε θετικές κριτικές, προσωπικά, δεν θα έλεγα ότι το αποτέλεσμα με ενθουσίασε, καθώς ενώ πρόκειται για έναν «σκληρό» ήχο, ακούμε παράλληλα μια Amy που ωρύεται, τραγουδώντας τις μελωδίες της μόνο με πάθος και χωρίς τεχνική. Επίσης, η επιλογή που έγινε στην παραγωγή του, αν και συνεπής καθ’ όλη την διάρκειά του album, έχει ένα αποτέλεσμα που «καπελώνει» τα φωνητικά της Amy, κι είναι σαν να προέρχεται από ερασιτεχνική ηχογράφηση συναυλίας, κάτι που στα singles δεν ήταν τόσο εμφανές.
Στα περισσότερα από τα 12 tracks που μας χάρισαν, τα πιο πολλά από τα οποία μάλιστα διαρκούν γύρω στα 4’ (!), εξερευνούν μια ηχητική κατεύθυνση από την οποία λείπει τελείως, τόσο το ηχόχρωμα του πιάνου, όσο και μια έκπληξη που να κάνει το αποτέλεσμα ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Εξαίρεση αποτελεί το outro του ”Part Of Me’‘ που αποτελεί μια, ξεκάθαρη, «ωδή» στο ”Fallen” κι η γέφυρα του ”Feeding The Dark’‘ (στο τελευταίο chorus του οποίου υπάρχουν κάποιες διφωνίες που θα μπορούσαν και να μην είναι εκεί).
Ίσως, να είμαι αρνητικά διακείμενη γιατί είχα ιδιαίτερες προσδοκίες από αυτό το δίσκο, μιας και η μουσική των Evanescence με συντρόφευε από την εφηβεία μου. Η ακρόασή του λοιπόν, με άφησε λίγο μουδιασμένη, και δεν θεωρώ πως το αποτέλεσμα άξιζε την αναμονή. Ωστόσο, μπορεί το The Bitter Truth να μην ήταν αυτό που περίμενα, σίγουρα όμως είναι ένα guilty pleasure album, που παραμένει στη λούπα εδώ και πολλές μέρες.