Κι αν η ρετρό αισθητική της δεκαετίας του ‘80, τα ιδιόμορφα στυλ ρουχισμού, οι μυσταγωγικές synthwave μελωδίες και η χορευτική διάθεση της εποχής εκείνης μπορούν να λειτουργήσουν ως συστατικά μιας πολύ επιτυχημένης μουσικής σύνθεσης, τότε αυτό το παράδειγμα το κατέχει ο συγκερασμός των Drab Majesty και των Data Fragments σε μια φουτουριστική συναυλιακή βραδιά που πραγματοποιήθηκε στο Temple, στις έντεκα του μήνα.
Ανταπόκριση: Ευτυχία Διαμαντή / Φωτογραφίες: Αλκυόνη Παπακωνσταντοπούλου (περισσότερες εδώ)
Οι συμπαντικοί Drab Majesty, ορμώμενοι από την αμερικανική dreamwave σκηνή του LA, έκαναν αισθητή την παρουσία τους το 2012, μέσω της κυκλοφορίας μιας σειράς lo-fi ηχογραφήσεων σε μορφή κασέτας, ενός προσωπικού project του Andrew Clinco, υποδυόμενος την οντότητα Deb Demure, σε μια προσπάθειά του να ενσαρκώσει τη γνήσια ατμόσφαιρα μιας εποχής στη μουσική αλλιώτικης και αυθεντικής. Με την κυκλοφορία λοιπόν του “Unarian Dances”, ο κόσμος της Deb συστήθηκε στον κόσμο μας. Έκτοτε, με την προσθήκη του Alex Nicolaou στα πλήκτρα υποδυόμενος κι εκείνος με τη σειρά του τη Mona D. κι έπειτα από μια αρχική συνεργασία με την Lollipop Records, δισκογραφική με ισχυρή επιρροή στην τοπική αμερικανική σκηνή, στη συνέχεια εντάσσονται στο δυναμικό της Dais Records και κυκλοφορούν το debut album τους “Careless” το 2015. Το 2017 αποδεικνύεται μια ιδιαίτερα καρποφόρα χρονιά επίσης με την κυκλοφορία της δεύτερης δισκογραφικής δουλειάς τους, αποκαλούμενη “The Demonstration”, στην οποία οφείλουν κυρίως και την εδραίωση μιας σταθερής ταυτότητας γύρω από τον ήχο τους, αλλά και το πλέον αριστουργηματικό για πολλούς θιασώτες της dreamwave synth pop σκηνής “Modern Mirror”, το νέο αίμα του 2019.
Καταφθάνοντας λοιπόν στο venue του Temple, λίγο μετά τις δέκα μας υποδέχονται οι πρωτοπόροι της βραδιάς, Data Fragments, που με τη δική τους πινελιά ξεσηκώνουν το κοινό σε ένα αργόσυρτο και αισθαντικό χορό, ο οποίος εναρμονίζεται τέλεια με το αινιγματικό και παικτικά άρτιο intro τους, που μας “πετάει” ανεπαίσθητα και παρορμητικά στη δίνη μιας σειράς κομματιών που θύμιζαν ένα συνδυασμό της γοητείας των Joy Division και του μυστηρίου των Cure. Οι ίδιοι, είναι διαμορφωμένοι από το 2017, έχοντας ένα ομώνυμο προσωπικό album, απαρτιζόμενο από 7 κομμάτια, με τα οποία ήρθαμε σε επαφή από την αρχή κιόλας του live. Ισορροπημένες κιθαριστικές μελωδίες, αρμονικές σκηνικές παρουσίες και φωνές που σου τρυπούν το υποσυνείδητο συνθέτουν αυτό το σχήμα επί σκηνής.
Η αρχή γίνεται με το “Grown Men”, που σε σπρώχνει δυνατά μέσα σε ένα dreamwave pop σύμπαν με τη συμβολή των post punk ήχων, και έπειτα τα “Distant Lies” και “Untitled” σε προθερμαίνουν κατάλληλα για την είσοδο στα πιο μυστήρια μονοπάτια της ηχητικής τους ταυτότητας. Κορύφωση της βραδιάς κατ’ εμέ, τo “Walking In The Rain” που ξεχωρίζει για το ηχόχρωμά του, καθορίζει την ταυτότητα του ήχου τους ως αυτό που περιγράφουν και οι ίδιοι και το “No Sign Of Life”, που με την παιχνιδιάρικη διάθεσή του καταφέρνει να σε παρασύρει στο χορό, αλλά ταυτόχρονα να προξενήσει στοχασμούς και να παράξει μνήμες, μια αντίφαση πολύ ιδιόμορφη. Το “Anymore” που ακούσαμε στη συνέχεια, προσωπικά ένιωθα πως περιέχει αρκετές επιρροές από Cure, ενώ το “Falsifies the Past”, ένα ακόμη ηχητικά συμπαγές κομμάτι προσέφερε ένταση μέσα στην ηρεμία με έναν απόλυτο συγχρονισμό κιθάρας και μπάσου, Στο άκουσμα του “Nothing There”, με το οποίο έκλεισε και η εμφάνισή τους, μυηθήκαμε ακόμα πιο έντονα στις post punk μελωδίες και καταλάβαμε τι εστί το πάντρεμα του new wave και τoυ post punk σε μια απτή, υλοποιημένη και επιτυχημένη μουσική σύνθεση.
Έπειτα από τη στιγμή αποχαιρετισμού με τους Data Fragments, και διανύοντας μια αρκετά μεγάλη αναμονή απ’ τη συνήθη, ένα τέταρτο περίπου μετά τις έντεκα, οι δύο μεταφυσικές οντότητες Deb και Mona, καταλαμβάνουν τη σκηνή, έτοιμοι να μας χαρίσουν γαλήνιες και αισθαντικές μελωδίες μιας άλλης εποχής. Καπνοί, κόκκινοι και μπλε φωτισμοί, ρετρό αισθητική με ασημί, φανταχτερά κοστούμια, ξανθές καρέ περούκες και μαύρα, διαγαλαξιακά γυαλιά συνθέτουν ένα φουτουριστικό σκηνικό. Η αυλαία πέφτει με το “Dialogue” και το συμπαντικό intro του Modern Mirror, προκαλεί μια εσωτερική έκρηξη συναισθημάτων, παρακολουθώντας τους δυο frontmen, να κινούνται αργόσυρτα και ρυθμικά πέρα δώθε κάνοντας κάθε τόσο διακριτικά νεύματα προς το μέρος μας. Η dreamwave era των 80’s ξετυλίγεται μπροστά μας με έναν τόσο προγραμματισμένο αλλά ταυτόχρονα απροσδιόριστο τρόπο, περνώντας στα “The Other Side” και “Oxytocin”, κομμάτια δυναμικά και πολύπλευρα ειδικά το τρίτο το οποίο μας εισάγει απότομα στον ήχο τους, καθώς παρακολουθούμε τη Mona να “μυρίζει” τα πλήκτρα της. Η εφεύρεση όλου αυτού του προσωπικού project από μέρους του Andrew Clinco (ως Deb Demure) και με την προσθήκη και του Alex Nicolaou στα πλήκτρα εν συνεχεία, υποδυόμενος την οντότητα Mona D, φαντάζει μυθική και μυστηριώδης καθ’όλη τη διάρκεια κάθε εμφάνισής τους.
Ο ήπιος συνδυασμός κιθάρας και πλήκτρων σε συνδυασμό με τα εφέ καπνού, τις διακριτικές αλλά ταυτόχρονα γεμάτες ένταση των δύο καλλιτεχνών, καθώς ο Andrew κρατά ένα μαχαίρι γραπωμένο στο στόμα του και ο Alex μυρίζει και προσπαθεί να αισθανθεί τα πλήκτρα του, δημιουργούν μια μυσταγωγία και ένα συναρπαστικό μυστήριο μέρος του οποίου γίνεται ο κάθε θεατής μέσω ενός αργόσυρτου χορού στο άκουσμα των synth μελωδιών τους. Το συναίσθημα αυτό μας ακολουθεί και ριζώνεται μέσα μας για τα καλά όσο ξετυλίγονται μπροστά μας κι άλλα κομμάτια της τελευταίας τους κυκλοφορίας, όπως τα “Ellipsis” και “Long Division”. Το “Everything is Sentimental”, κομμάτι του πρώτου album τους “Careless”, πυροδοτεί μια παγερή ατμόσφαιρα που ωστόσο καταφέρνει να ζεστάνει την ψυχή μας, καθοδηγώντας μας νοερά σε ένα μονοπάτι στρωτό, στο οποίο κινούμαστε με μια γλυκιά παθητικότητα. Το εξώφυλλο που ξεπροβάλλει πίσω τους, καθώς παίζουν, μια βεντάλια με δύο κόκκινα μάτια να σε κοιτούν, με κάνει να μη μπορώ να σταματήσω να το παρατηρώ. Οι σκέψεις που συνοδεύουν, τo “Noise Of the Void” και το “Cold Souls” που προέρχεται από τη δεύτερη κυκλοφορία τους “The Demonstration”, που ακούμε μετά, είναι βαθιές, ανήσυχες και συνοδεύονται από ένα ανεπιτήδευτο λίκνισμα, καθώς περιμένω μια συναισθηματική έκρηξη μέσα στο κομμάτι που δεν έρχεται, που όσο και αν τη γυροφέρνω δεν μου προσφέρεται. Οι χροιές τους, απόκοσμες και πότε σιγανές, πότε γεμάτες ένταση, εναρμονίζονται άψογα μέσα στις μελωδίες τους. Το “Out Of Sequence” δίνει τη θέση του στο encore της βραδιάς, με ένα δυναμισμό που μας αποχαιρετά το ίδιο απρόσμενα. Ακούγοντας το “Kissing in the Ground”, βυθιζόμαστε στo σκοταδισμό τους, που έρχεται να μας κρατήσει σφιχτά εκεί επηρεασμένους μέχρι τη λήξη της εμφάνισής τους και του σχετικά απότομου κλεισίματος της βραδιάς, που αφήνει αισθήματα που δεν έχουν προλάβει ακόμα να ωριμάσουν, ανεκπλήρωτα.
Αν και όχι τόσο μεγάλη φαν της σύγχρονης dark synth pop και goth rock σκηνής, μπορώ να ομολογήσω πως έπιασα τον εαυτό μου πολλές φορές σε αυτό το live να χαμογελά και να χορεύει ρυθμικά με κλειστά τα μάτια, φέρνοντας στο νου μου διάφορες ευχάριστες αλλά και αλλόκοτες μνήμες, στις οποίες η μουσική των Drab Majesty έμοιαζε να αποτελεί την τέλεια συνοδεία. Η θέρμη του κόσμου ειδικά προς το τέλος ήταν εμφανής, γεγονός που αντικατοπτρίζει πως η μπάντα έχει πλέον κατορθώσει να δημιουργήσει ένα σταθερό κοινό στη χώρα μας, αρκετοί από τους οποίους έφυγαν αρκετά ενθουσιασμένοι σχολιάζοντας πως πρόκειται για μια αρκετά ιδιαίτερη περίπτωση μουσικού σχήματος.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ ΕΔΩ