Στο άκουσμα του ονόματος των Dødheimsgard κάθε οπαδός του ακραίου ήχου που σέβεται τον εαυτό το έχει σίγουρα μια ιστορία να διηγηθεί. Η μουσική γαλέρα του Yusaf “Vicotnik” Parvez έβαλε ψύλλους στα αυτιά πολλών τέτοιων στις αρχές της δεκαετίας του 90, δοκίμασε τις αντοχές τους στα τέλη της, και έφτασε μέχρι την αποθέωσή της κάπου στα τέλη των 00’s. Οι τρόποι με τους οποίους συνέβη αυτό δεν είχαν τόσο να κάνουν με ακραίες ιστορίες όσον αφορά τα μέλη αυτά καθαυτά, όπως συνέβαινε στην πλειονότητα των Νορβηγών black metal συνοδοιπόρων τους, αλλά κατά βάση με μακάβριες μουσικές ιστορίες και εικόνες που οι ίδιοι μέσα στα χρόνια δημιουργούσαν. Με αφορμή τις επερχόμενες συναυλίες τους στις 6 Δεκεμβρίου (Αθήνα, Temple) και στις 7 Δεκεμβρίου (Θεσσαλονίκη, Eightball) ας θυμηθούμε λίγα πράγματα για αυτούς.
Dødheimsgard ή DHG, όπως συχνά αποδίδεται, σημαίνει “Βασίλειο του Θανάτου” σε μια πολύ ελεύθερη μετάφραση από τα Νορβηγικά. Το σχήμα ξεκινά το 1994 στο Oslo αποτελούμενο από 3 μέλη: Τον Yusaf “Vicotnik” Parvez στα τύμπανα, τον Aldrahn (Bjørn Dencker Gjerde) στις κιθάρες και τα φωνητικά και τον γνωστό και μη εξαιρετέο Gylve “Fenriz” Nagel των Darkthrone στο μπάσο.
Το demo-promo του 1994 θα είναι μόνο η αρχή για το συγκεκριμένο τρίο, το οποίο, μια χρονιά αργότερα, ορμώμενο από τα πιο σκοτεινά νερά του νορβηγικού ακραίου ιδιώματος που ακόμα έπαιρνε σχήμα και μορφή, θα κυκλοφορήσει το μνημειώδες “Kronet til konge”. Ένα διαστρικό ταξίδι μελαγχολίας και ερέβους, καθαρά ακόμα σε δευτεροκυματικές νορβηγικές black metal φόρμες που θα αγαπηθεί σαν cult classic από τους φανατικούς του είδους, με τις μπασογραμμές του Fenriz και τις ερμηνείες του Aldrahn να στοιχειώνουν όνειρα. Αρκεί κανείς να ακούσει τα “When Heavens End” και “Midnattskogens sorte kjerne” για να καταλάβει τι εννοούμε.
Και κάπου εκεί το πράγμα αρχίζει να γίνεται πιο περίπλοκο. Ο Fenriz αποχωρεί από τη μπάντα. Aντικαταστάτης του ο Alver των Emperor. Το “Monumental Possession” του 1996 αποτελεί, κατά την άποψη του γράφοντος, την πιο ωμή και σατανική μορφή τους. Κάθε μελαγχολική διάθεση που υπήρχε στον προηγούμενο δίσκο, εδώ εξαφανίζεται. Κομμάτια σαν το “Τhe Ultimate Reflection” και το “Crystal Specter” μπορούν να το επιβεβαιώσουν, ενώ αποτελούν και αρκετά συχνές επιλογές στα σύγχρονα setlists της μπάντας. Vicotnik, Apollyon και Aldrahn τραγουδούν σχεδόν ισόποσα στο δίσκο προσθέτοντας με αυτό τον τρόπο έναν πολυδιάστατο χαρακτήρα στο μονολιθικό -κατά τα άλλα- μοτίβο του.
Και από εκεί και πέρα το αληθινό χάος. Οι αλλαγές στο line up συνεχείς και αλλεπάλληλες με κάθε κυκλοφορία, με τον Parvez να εξελίσσεται στην ουσία σε καπετάνιο της γαλέρας. Κάποια ψήγματα της avant-garde κατεύθυνσης που θα ακολουθούσε αργότερα μπορούμε να ακούσουμε στο σύντομο, αλλά περιεκτικό ΕΡ “Satanic Art”. To “Traces of Reality” είναι ένα κομμάτι-φάρος για κάθε εραστή του σκεπτόμενου μαυρομεταλικού ήχου με τα απόκοσμα έγχορδα, τις ατάκες από Twin Peaks, τα δυσαρμονικά πιάνα και τα μαινόμενα blastbeats να συνθέτουν ένα από τα κορυφαία κομμάτια που κυκλοφόρησε ποτέ η μπάντα. Και ακόμα δεν είχε καν τελειώσει η δεκαετία του 90′.
Το 1999 ο Vicotnik με τον Aldrahn θα κυκλοφορήσουν το εκπληκτικό “666 International”. Οι κινήσεις-ματ ήταν πολλαπλές: επιλογή του Czral (από Ved Buens Ende) στα τύμπανα, ο -εντελώς αντισυμβατικός για την εποχή- συνδυασμός του δισαρμονικού black metal με την ηλεκτρονική industrial μέχρι techno επιρροή και η οριακά διεστραμμένη παραγωγή (μα blastbeats με ηλεκτρονικά samples;;;) θα συνθέσουν ένα δίσκο-ορόσημο για τον οποίο λίγοι ήταν έτοιμοι τότε.
Το αισθητικό ταξίδι θα συνεχιστεί αρκετά χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 2007 με το “Supervillain Outcast”, το μοναδικό άλμπουμ των Νορβηγών που διεκδικεί στα ίσια τα σκήπτρα του magnum opus τους μαζί με το “666”. Στα φωνητικά για μια και μοναδική φορά ο Matheu McNerney, γνωστότερος ως Khvost για τις ερμηνείες του στα 2 πρώτα <code> καθώς και στο σήμερα με τους Grave Pleasures. Πέραν της αξεπέραστης φωνητικής ερμηνείας, ο δίσκος πάει ένα βήμα παραπέρα τη φόρμα του “666”, την εμπλουτίζει με καλύτερες ιδέες, πιο μεστή παραγωγή, καθώς και ύμνους όπως τα “Ghostforce Soul Constrictor” και “Τhe Snuff Dreams are Made of”. Κερασάκι στην τούρτα η χωρίς φωνητικά “προβάτη” εκτέλεση του άλμπουμ που έγινε leaked κάποια χρόνια αργότερα και μπορεί εύκολα να βρεθεί στο youtube, καθώς και μέρη της στο 2o CD της κυκλοφορίας του δίσκου από την Peaceville. Πρόκειται ίσως για το κορυφαίο ηχογραφημένο ντραμιστικό performance του Czral πριν μείνει παράλυτος από τη μέση και κάτω το 2005.
H δισκογραφική συνέπεια της μπάντας σταματά, η ποιότητα όμως δε θα πέσει ποτέ. Με τα “Umbra Omega” του 2015, καθώς και το περσινό “Black Medium Current”, οι DHG θα δείξουν πως όχι μόνο δεν τα παρατούν, αλλά καταφέρνουν σε σημεία να είναι πάντα μπροστά από τους μιμητές τους. Επαναπροσδιορισμός=πρόοδος και οι Νορβηγοί ήταν πάντα συνώνυμοι με αυτή τη λέξη.
Ο Parvez έχει “κάτσει” σε κάθε θέση του οχήματος: από drummer στην κιθάρα, από την κιθάρα στο μπάσο, από το μπάσο στα φωνητικά, και όλα μαζί σε κάθε πιθανό συνδυασμό με τα live τους πάντα να έχουν τον παράγοντα της έκπληξης.
Στις 6 Δεκεμβρίου (Αθήνα, Temple) και στις 7 Δεκεμβρίου (Θεσσαλονίκη, Eightball) θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε ζωντανά τους πιονέρους του avant garde black metal. (εισιτήρια για Αθήνα και Θεσσαλονίκη)