Παρασκευή και 13! Ημερομηνία άμεσα συνδεδεμένη με το μυστήριο, την καταστροφή, την καταχνιά και τους εφιάλτες. Το βράδυ της συγκεκριμένης, έμελλε να γεννηθούν ακόμη περισσότεροι!
Aνταπόκριση: Δημήτρης Κοντορούσης / Φωτογραφίες: Δανάη Φωκίου (περισσότερες εδώ)
Με, περίπου, μία ώρα καθυστέρηση, λόγω ενός ασταμάτητου, τετράωρου soundcheck των headliners (όπως πληροφορηθήκαμε αργότερα), η σκηνή ήταν έτοιμη να υποδεχτεί τους Shibalba. Μη γνωρίζοντας τι επρόκειτο να συμβεί για τα επόμενα 45 λεπτά, το τελετουργικό των Shibalba, με έπιασε εξαπίνης! Το ρίγος δεν ήρθε με την επιβλητική, ασφυκτικά γεμάτη με κεριά, κρανία και κόκκαλα σκηνή, υπό την έντονη μυρωδιά του λιβανιού, ούτε με τέσσερις φιγούρες που, αργά και τελετουργικά, εισχώρησαν στη σκηνή· δεν ήρθε με τους μανδύες, οι οποίοι έκρυβαν, σχεδόν, κάθε σπιθαμή των τεσσάρων, ούτε με την ολόγιομη σελήνη, η οποία κοσμούσε το φόντο και μέχρι το τέλος είχε αφανιστεί! Ήρθε μονάχα τη στιγμή, την οποία ξεκίνησε, το συγκεκριμένο σκηνικό, να παίρνει ζωή· το καθετί είχε έναν συγκεκριμένο ρόλο· μία πανδαισία ήχων, με ποιο επιβλητικά τα κρουστά, ένα gong, ένα didgeridoo, στην αρχή και στο πέρας της τελετουργίας, υπό ritual ambient υπόκρουσης! Μοναδικές παραφωνίες στο όλο υπερθέαμα -τουλάχιστον για τα μάτια και αυτιά του γράφοντος, μιας και δεν έχει παρακολουθήσει κάτι παρόμοιο- ήταν τα πολλά προηχογραφημένα samples -και δεν εννοώ ό,τι αφορούσε την ατμόσφαιρα, αλλά έξτρα ήχους κρουστών κλπ- καθώς και ένα άσπρο “μηλαράκι”, από το οποίο ακουγόταν ό,τι μη φυσικά παιγμένο- το οποίο χωρίς καμία προσπάθεια να κρυφτεί, έλαμπε και έδινε μία παράφωνη, φωτεινή νότα νεοτερισμού -για να μην πω καπιταλισμού- στο όλο σκοτεινό, και κατά τ’ άλλα φανταστικό, θέαμα.
Όπως έμελλε να δείξει η συνέχεια, η τελετουργία και η αμφίεση είχε την τιμητική της, το συγκεκριμένο βράδυ! Με, όχι και τόσο, γοργούς ρυθμούς, η σκηνή άδειασε από το ένα τελετουργικό και προετοιμάστηκε για το επόμενο· πιο λιτά, αυτή τη φορά. Ένα μόνο τραπέζι, με λιγοστά κεριά και λιβάνια. Πέντε, εξίσου, μαυροφορεμένες φιγούρες εμφανίστηκαν στη σκηνή, τέσσερις από τις οποίες ήταν μασκοφορεμένες, με την ίδια, μαύρη, Nason, βενετσιάνικη μάσκα, εν αντιθέσει με τον τραγουδιστή, του οποίου το, γενειοφόρο, πρόσωπο ήταν καλυμμένο με ένα abstract corpse paint, ο οποίος και τολμώ να πω ότι μου θύμισε λίγο τον Nick Holmes (Paradise Lost). Μέχρι τη μέση της εμφάνισής τους, ο ήχος των Thy Darkened Shade ήταν πραγματικά κάκιστος, μα στη συνέχεια, ως διά μαγείας, έφτιαξε κατά πολύ. Η μουσική κάτι ανάμεσα σε “ξύσιμο” παλιάς Νορβηγίας, με αρκετά τεχνικά, σουηδικά περάσματα, με μια πραγματικά αξεπέραστη φωνή να δίνει στο αποτέλεσμα νόημα και ουσία! Σίγουρα, μελλοντικά, θα ασχοληθώ περισσότερο με την εν λόγω μπάντα!
Η σκηνή άδειασε εν ριπή οφθαλμού και η ώρα που όλοι αναμέναμε, είχε πλέον φτάσει· κι ας έδειχνε ο ωροδείχτης 12, κι ας έδειχνε ο λεπτοδείχτης κάτι που δεν θυμάμαι, κι ας μην έχω καν ρολόι χεριού. Οι Vicotnic, L.E. Måløy, Terghl και ο κολοσσιαίος, πάνκης Aldrhan, βρίσκονταν επί σκηνής, υπό τους ήχους του “The Love Divine”. Η είσοδος στην παράνοια, έγινε με το “God Protocol Axiom”, και η ανατριχίλα ακούγοντας τον Aldrahn μια να απαγγέλλει, μια να “στριγκλίζει” και μια να γρυλίζει, με αυτή τη μοναδική, μαγευτική brutal φωνή, ήταν αναπόφευκτη! “En Krig å Seire”, από την πρώτη κυκλοφορία των Dødheimsgard, για τη συνέχεια και χωρίς καμία καθυστέρηση το φανταστικό “Symptom”, το οποίο θα σηματοδοτήσει την έναρξη του “θα παίξουμε όλο το Satanic Art” και δεν το ξέρετε ακόμα!”.
“The Crystal Specter”, από το “Monumental Possession”, “Vendetta Assassin”, “Midnattskogens Korte Kjerne” και “Architect of Darkness”, με τον Aldrahn να κατακλύζει τη σκηνή με τις πληθωρικές του χορογραφίες και τον Vicotnic να γεμίζει την ατμόσφαιρα πηχτό σκοτάδι με τα riffs και τα δεύτερα φωνητικά του. Η στιγμή της αναπόλησης και της δεύτερης ανατριχίλας είχε φτάσει, μιας και τα όσα ακολούθησαν συνοψίζονται στους εξής τίτλους: “The Paramount Empire”, “Ion Storm”, “When Heavens End” και ένα από τα αγαπημένα instrumental, εισαγωγικά του γράφοντος, το οποίο ακούει στο όνομα “Oneiroscope” και γράφτηκε για να αναγγέλλει το ένα και μοναδικό “Traces of Humanity”! Η έλλειψη δεύτερης κιθάρας και πλήκτρων ήταν εμφανής σε σημεία, τουλάχιστον στα αυτιά μου, μα δεν είναι κάτι για το οποίο θα παραπονεθώ. Ίσως ένα μπλέξιμο μεταξύ Vicotnic και Terghl, το οποίο δεν ξέρω αν μόνο εγώ κατάλαβα, κατά το οποίο έχασαν τη γη κάτω από τα πόδια τους, μέχρι να συντονιστούνε, αλλά ακόμη κι αυτό ήταν ένα τίποτα, μπροστά στο μεγαλείο των Νορβηγών και των όσων παρακολουθήσαμε όσοι παραβρεθήκαμε το βράδυ της Παρασκευής στο Fuzz.
Χαιρετούρες και χαμόγελα, ιπτάμενες μπαγκέτες και setlists και καλό μας βράδυ! Ελπίζουμε να τους ξαναδούμε σύντομα, μιας και δε νομίζω πως υπήρχε έστω και ένας, από τους παρευρισκόμενους, που να τους χόρτασε!