Του Σταυρού χτες, βέβαια κανείς δεν μου διευκρίνισε αν είναι του «κανονικού» ή του ανάποδου, οπότε εγώ θα θεωρήσω ότι είναι του ανάποδου. Καλύτερος τρόπος λοιπόν για να τον γιορτάσεις από την νέα κυκλοφορία των Deicide δεν νομίζω να υπάρχει (ίσως ο νέος δίσκος των Archgoat θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο, αλλά για αυτήν την κυκλοφορία θα τα πούμε μέσα στο Σ/Κ). Οι αμερικανοί μάστορες του death metal επανέρχονται με την δωδέκατη κατά σειρά full length κυκλοφορία τους και για ακόμη μία φορά έρχονται να ταράξουν για τα καλά την σκηνή.
Θα τολμήσω να πω ότι από το “Serpents of the Light” είχαν να μας προσφέρουν τόσο καλή και τόσο πλήρης κυκλοφορία. Γνήσιο τέκνο της deathmetalομάνας Florida οι Deicide έρχονται ξανά στο προσκήνιο με ένα πολύ δυνατό album που μπορεί να αποτελέσει το kickstart που έψαχναν τόσο καιρό. Ο Mark English έχει πάρει την θέση του Jack Owen ως κιθαριστικός παρτενέρ του Kevin Quirion, μία αλλαγή που δεν μπορεί να μην συσχετίζεται με τα εξαιρετικής ποιότητας riffs που ακούμε στον δίσκο.
Ο δίσκος ανοίγει με το σκοτεινό “One With Satan”, όπου τον μακρόσυρτο ήχο της κιθάρας ακολουθούν οι πάντα υπέροχες δικασιές του Steve Asheim, ενώ τα φωνητικά του πάντα εκκεντρικού Glen Benton ηχούν σαν να είναι βγαλμένα από την κόλαση. To κομμάτι παρότι ξεκινάει με κάπως αργό tempo κάπου στην μέση έχει απίστευτο θέμα και ξαναγυρίζει στις γνωστές Deicide ταχύτητες, χωρίς όμως να είναι τσαπατσούλικο, αλλά αντιθέτως πάρα πολύ προσεγμένο και καλογυαλισμένο, τόσο όσον αφορά το συνθετικό κομμάτι αλλά και αναφορικά με την παραγωγή. Το εν λόγω κομμάτι, αλλά και άλλα κομμάτια του δίσκου, όπως το “Consumed by Hatred”, είναι αρκετά για να αποδείξουν ότι ο Glen Benton και η θεοκτόνα συμμορία του έχουν επιστρέψει για τα καλά και με εξαιρετικό μάλιστα τρόπο.
Εκτός από την πολύ βίαια φύση που πλειοψηφεί στην σχεδόν σαραντάλεπτη διάρκεια του album, υπάρχουν και κομμάτια διαφορετικών, λίγο πιο μελωδικών να το πω, προσπαθειών όπως το “Crawled from the Shadows”. Πρόκειται για ένα κομμάτι με πολύ πιο μελωδικές και αρκετά πιο καθαρές κιθάρες, το οποίο όμως δεν έχει τα πραγματικά εκπληκτικά θέματα που συναντούμε στο “Compliments of Christ”, στο οποίο το βλάσφημο μυαλό του frontman δίνει συγχαρητήρια στο Χριστό, μ’έναν ιδιαίτερα παράδοξο τρόπο, με τους πιο αντιχριστιανικούς και βλάσφημους στίχους της καριέρας του (και μιλάμε για τον Benton), όσο δε για τα φωνητικά του, είναι τα καλύτερα που έχουμε ακούσει εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Μέχρι τώρα ακούμε έναν δίσκο στον οποίο φαίνεται ότι η μπάντα μέσα από πειραματισμούς προσπαθεί να βλετιώσει τον ήχο της, όμως δεν λείπουν και τα old school death metal, τα οποία συναντούμε στα άκρως επιθετικά κομμάτια, All That Is Evil και Excommunicated (αλήθεια τι απίστευτο intro είναι αυτό; ). Βρίσκουμε και ακόμα πιο επιθετικά κομμάτια όπως το Seal the Tomb Below, το οποίο θυμίζει εποχές Legion, κομμάτι στο οποίο ο Benton χαρίζει μίσος απλόχερα.
Γενικότερα πρόκειται για ένα album το έχει αρκετά μεγάλη ποικιλία, χωρίς όμως να ξεφεύγει από τον παραδοσιακό ήχο και ύφος των Deicide. Ο Benton φαίνεται να έχει πάρει πρόσθετη ενέργεια με τις αλλαγές στο line up της μπάντας και η φωτιά δείχνει να αναζωπυρώνεται. Επί της ουσίας διατηρούν και βελτιώνουν το πνεύμα που τους διέπει και μας προσφέρουν ένα πάρα πολύ καλό death metal album.