Την περασμένη Κυριακή το Gagarin 205 γέμισε πάνω – κάτω και μετατράπηκε σε ένα πεδίο μελωδικής καταιγίδας από τους Dark Tranquillity, Moonspell και Hiraes. Η βραδιά τα είχε όλα -συγκίνηση, ένταση, εκπλήξεις, ξενέρες, απρόοπτα- και παρά τα πολλά ηχητικά προβλήματα που αντιμετώπισαν οι Σουηδοί headliners, τίποτα δεν ήταν αρκετό για να επισκιάσει τη συνολική εμπειρία που ζήσαμε.
Ανταπόκριση: Πάνος Κουτσουράδης / Φωτογραφίες: Δανάη Φωκίου
Οι νεοσύστατοι Hiraes από την Γερμανία ανέβηκαν στη σκηνή την προγραμματισμένη ώρα, με τον κόσμο να αρχίζει ήδη να γεμίζει τον χώρο. Να πω την αλήθεια στις πρώτες νότες του εναρκτήριου “Through the Storm” και χωρίς να γνωρίζω την μπάντα, πίστευα ότι θα ακούσω έναν ακόμα κλώνο των Arch Enemy, όμως όσο προχωρούσε το set έκαναν ξεκάθαρο ότι διαθέτουν προσωπικότητα. Ο ήχος τους ήταν ογκώδης και η εμφάνισή τους εκρηκτική. Η τραγουδίστριά τους, Britta Gortz, με σαρωτική σκηνική παρουσία έκλεψε την παράσταση τόσο με τα brutal φωνητικά της όσο και με τα καθαρά της, που θύμισαν σε στιγμές την Tatiana των Jinjer. Τα “About Lies” και “We Owe No One” ξεχώρισαν, προετοιμάζοντας κατάλληλα το έδαφος για τους Moonspell. Αν και ο χρόνος τους ήταν περιορισμένος, οι Hiraes κατάφεραν να αφήσουν τις καλύτερες εντυπώσεις και να κερδίσουν με την αξία τους νέους οπαδούς.

Σειρά πήραν οι πάντα καλοδεχούμενοι Πορτογάλοι, οι οποίοι μας πρόσφεραν απλόχερα μία εμφάνιση με διάρκεια, ποιότητα και ουσία. Ο ήχος τους στο μεγαλύτερο μέρος του set ήταν πολύ καλός, επιτρέποντας τα σκοτεινά και επιβλητικά parts να ξεδιπλωθούν αναλόγως. Η μπάντα έδειχνε να απολαμβάνει κάθε στιγμή πάνω στη σκηνή, με τη χημεία της με το ελληνικό κοινό να είναι για άλλη μια φορά έκδηλη. Μια σχέση που έχει χτιστεί και δυναμώσει εδώ και δεκαετίες.
Χωρίς περιττές εισαγωγές μας έβαλαν κατευθείαν στο κατάλληλο κλίμα με το κλασικό “Opium”, ξεσηκώνοντας τον κόσμο από τα πρώτα λεπτά και συνέχισαν στο ίδιο πνεύμα με το “Awake” και το καταιγιστικό “Common Prayers”. Το κοινό παρέμεινε ενεργό και ενθουσιώδες σε όλη τη διάρκεια, όμως το αποκορύφωμα ήρθε, όπως ήταν και αναμενόμενο, στα “Night Eternal”, “Everything Invaded”, “Breath” και φυσικά στο εμβληματικό “Full Moon Madness” που έδωσε το ιδανικό φινάλε σε ένα απολύτως χορταστικό performance. Ευχάριστη έκπληξη στο setlist αποτέλεσε το “Magdalene”, με τον Fernando Ribeiro να το προλογίζει εκφράζοντας την αγάπη και τον σεβασμό του στον Νίκο Καζαντζάκη. Δύσκολα μπορεί να πει κάποιος κάτι αρνητικό για μια τέτοια εμφάνιση, με άρτιο ήχο και κομμάτια που είχε κάτι για όλους.

Το ρολόι έδειχνε 22:30, τα φώτα χαμήλωσαν, τα video walls στο background ενεργοποιήθηκαν και οι πρώτες νότες του “Shivers and Voids” ακούστηκαν. Ή για να το θέσω καλύτερα, προσπάθησαν να ακουστούν. Δυστυχώς ένα μεγάλο μέρος της εμφάνισης των Dark Tranquillity σημαδεύτηκε από σοβαρά ηχητικά προβλήματα. Πιο συγκεκριμένα, οι κιθάρες ήταν ανύπαρκτες, η φωνή του Mikael Stanne ήταν παραμορφωμένη και γενικά υπήρχε ένα ενοχλητικό “μπούκωμα”. Ο κόσμος δεν άργησε να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του φωνάζοντας ρυθμικά στο τέλος κάθε κομματιού “fix the sound”, με το συγκρότημα να κοιτάει εμφανώς αμήχανο και τον Mikael να κάνει νοήματα προς τον ηχολήπτη. Από το εναρκτήριο κομμάτι και για τουλάχιστον 5-6 τραγούδια μετά (δηλαδή μέχρι και το “Nothing to No One”) ο ήχος “χαντάκωσε” το σύνολο. Η κατάσταση άρχιζε να διορθώνεται σταδιακά, με τον κόσμο (τουλάχιστον το μεγαλύτερο ποσοστό) να ανακτά σιγά-σιγά τη διάθεσή του. Η συνέχεια δικαίωσε όσους έμειναν ενεργοί, καθώς κομμάτια όπως τα “Damage Done”, “Empty Me” και “Single Part of Two”, έκαναν πολλούς να αφήσουν στην άκρη την αρχική απογοήτευση και να παραδοθούν στη δύναμη αυτής της μεγάλης μπάντας.

Παρά το περίεργο κλίμα που είχε δημιουργηθεί, δεν γίνεται να μην γίνει μια ιδιαίτερη μνεία στον μοναδικό Mikael Stanne. Η παρουσία του στη σκηνή ήταν πραγματικά ξεχωριστή. Πάντα με ένα μόνιμο χαμόγελο, ακτινοβολούσε θετική ενέργεια και κέρδιζε το κοινό με την αύρα και την αμεσότητά του. Με συνεχείς χειρονομίες αγάπης και επικοινωνίας προς το κοινό, δημιούργησε μία άμεση σύνδεση που ξεπερνούσε τα όποια τεχνικά προβλήματα. Η φωνή του, πέρα από την αρχή του setlist όπου τίποτα δεν λειτούργησε όπως έπρεπε, παρέμεινε δυνατή και εκφραστική, αποδεικνύοντας το πάθος του αλλά και την εμπειρία του.
Συνοψίζοντας λοιπόν, οι φρέσκοι Hiraes και οι υπερτίμιοι Moonspell τα έδωσαν όλα με μια ανάσα, προσφέροντάς μας πολλές αξιομνημόνευτες στιγμές που θα τις κουβαλάμε για αρκετό καιρό ακόμα. Όσο για τους Dark Tranquillity, παρά τις αστοχίες στον ήχο που επηρέασαν αρκετά τη φάση, κατάφεραν σταδιακά να κερδίσουν το στοίχημα, με αποκορύφωμα το encore (“The Wonders at Your Feet”, “Lost to Apathy”, “Misery’s Crown”) που έσβησε τις όποιες ενστάσεις δημιουργήθηκαν.
