Πέρασαν κιόλας 32 χρόνια από όταν το νήμα της ζωής του Clifford Lee Burton κόπηκε απότομα σ ’ένα επαρχιακό δρόμο, είκοσι χιλιόμετρα βόρεια του Ljungby. Με τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη μοιραστήκαμε την ίδια πραγματικότητα –στην ευρεία έννοια της– μόλις για έναν μήνα, παρόλα αυτά αποτελεί μία από τις μορφές της παγκόσμιας σκηνής που πάντα θα κατέχουν εξέχουσα θέση στο μυαλό μου, αλλά και στην καρδιά μου.
Ο Cliff ήρθε στον κόσμο στις 10 Φεβρουάριου του 1962, στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτείων. Ήταν ένα ήσυχο παιδί που μεγάλωνε σε μία τυπική αμερικάνικη οικογένεια και χρειάστηκε να περάσουν περίπου δεκατρία χρόνια για να αρχίσει να χτίζεται ο μύθος του Cliff Burton. Δεκατριών ετών, μετά τον χαμό του αδερφού του, o Cliff αποφασίζει να γίνει ο καλύτερος μπασίστας του κόσμου, ώστε με αυτόν τον τρόπο να τιμήσει την μνήμη του αδερφού του. Διέθετε αυτό το σπάνιο και δυσεύρετο πακέτο συνδυασμού ταλέντου και εργατικότητας. Οι γονείς του χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι κάθε μέρα, μέχρι και που έγινε διάσημος, αφιέρωνε τέσσερις με έξι ώρες της ημέρας του στο να παίζει μπάσο. Στην αρχή όλοι νόμιζαν ότι απλά αυτός ήταν ο τρόπος για να ξεσπάσει, ίσως και να ήταν, αργότερα όμως όταν άρχισε να κάνει και κάποια μαθήματα, φάνηκε ότι ήταν κάτι πολύ παραπάνω από ένα απλό ξέσπασμα. Όπως έχει συμβεί και με άλλους μεγάλους καλλιτέχνες (π.χ. Chuck Schuldiner), χρειάστηκε ένα τόσο τραγικό γεγονός, ώστε να ξεκλειδωθεί και να εξωτερικευτεί το ταλέντο τους. Δεν μπορώ να πω ότι αντιλαμβάνομαι πλήρως το γιατί συμβαίνει, μπορώ μόνο να το ψηλαφήσω, πάραυτα στην προσπάθεια μου να προσεγγίσω το θέμα καταλήγω στο εξής συμπέρασμα: σε καταστάσεις τόσο έντονου πόνου, ο άνθρωπος καταφεύγει σε ασχολίες που τον γεμίζουν, τον βοηθούν να εκφραστεί δημιουργικά και σε πράγματα που τον ενδιαφέρουν. Μπορεί μέχρι τότε κανείς από τους δύο προαναφερόμενους να μην είχε καν συνειδητοποιήσει το πάθος που είχε για την μουσική, όταν όμως σκοτείνιασαν όλα γύρω τους, φωτεινά έμειναν μόνο τα πράγματα που τους ενδιέφεραν πραγματικά και ένα από αυτά τελικά, ήταν η μουσική.
Όταν ήταν ακόμα μαθητής, έφτιαξε την πρώτη του μπάντα, τους EZ–Street, με την οποία έπαιζαν κυρίως διασκευές. Εκεί ο Cliff συνεργάστηκε με μερικούς μουσικούς, παιδιά τότε, που έμελλε να χαράξουν την δική τους ξεχωριστή πορεία στο μουσικό στερέωμα. Τύμπανα στο τότε μαθητικό συγκρότημα έπαιζε ο Mike Bordin , o οποίος αργότερα θα αποτελέσει ένα από τα ιδρυτικά μέλη των Faith No More. Oύτε ο κιθαρίστας του σχήματος βέβαια πήγαινε πίσω, που δεν είναι άλλος από τον επί μία δεκαετία κιθαρίστα των FNM, Jim Martin. Λίγο αργότερα θα μπει σε μία άλλη μπάντα τους Trauma, κίνηση η οποία, μέσω κάποιων συγκυριών, θα του άλλαζε την ζωή. Όμως πριν φτάσουμε σε αυτήν την αλληλουχία γεγονότων που με τρόπο ντόμινο πυροδότησαν την καριέρα του νεαρού Cliff, πάμε λίγο να τον εξετάσουμε ως άνθρωπο μέσα από τα βιώματα των γονιών του. Όπως λένε οι ίδιοι ήταν ένα παιδί ταπεινό και ήρεμο, που όμως όταν αφοσιωνόταν σε κάτι το έκανε με όλες του τις δυνάμεις. Έτσι λοιπόν, γύρω στα είκοσι δύο του, ζήτησε την στήριξη των γονιών του ώστε να κυνηγήσει το όνειρο του και να γίνει επαγγελματίας μουσικός. Για καλή τύχη όλων μας, ο Ray και η Jan του έδωσαν την έγκριση τους και το ταξίδι μόλις είχε ξεκινήσει.
Είχε ήδη δει τους Metallica σε κάποιες συναυλίες τους, αλλά δεν είχαν δει οι Metallica ακόμα τον Cliff, τουλάχιστον όχι επί σκηνής. Αυτό θα άλλαζε ένα βράδυ στην ιστορική σκηνή του Whisky Go–Go όπου οι Trauma έδιναν μία συναυλία, όπου ανάμεσα στο κοινό βρίσκονταν και οι Metallica. Ας θυμηθούμε λίγο την αφήγηση του James για την πρώτη φορά που είδε τον Cliff να παίζει: “Ακούμε λοιπόν ένα περίεργο καθαριστικό solo, όσο και να ψάχναμε όμως, δεν μπορούσαμε να βρούμε κιθαρίστα. To μόνο που βλέπαμε ήταν ένας μπασίστας με μία κόκκινη σφουγγαρίστρα, αδυνατούσαμε να πιστέψουμε ότι όλος αυτός ο ήχος έβγαινε από ένα μπάσο. Αυτό ήταν, καταλάβαμε ότι ο τύπος ήταν ένα φαινόμενο και ότι έπρεπε να τον πάρουμε στην μπάντα”. Ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μαρτυρία του Ron McGovney, του πρώτου δηλαδή μπασίστα της μπάντας: “Βρισκόμασταν εκεί, εγώ, ο James και ο Lars, τότε λοιπόν, αρχίζει ο Cliff να παίζει ένα solo και τα μάτια τους ξαφνικά αστράφτουν από θαυμασμό. Ήξερα ότι ήμουν στην μπάντα εξαιτίας της φιλίας μου με τον James από τα παιδικά μας χρόνια και ότι κάτι τέτοιο, σαν αυτό που έκανε ο Cliff εγώ πιθανότατα δεν μπορούσα να το κάνω ποτέ στην ζωή μου. Ναι, ήταν τόσο καλός. Γνώριζα επίσης ότι οι υπόλοιποι σίγουρα θα ονειρεύονταν έναν τέτοιο μπασίστα στην μπάντα. Να σου πω την αλήθεια κι εγώ ο ίδιος τον ονειρευόμουν, άλλωστε η ζωή του μουσικού και το thrash metal, δεν μπορώ να πω ότι με εξέφραζαν στο 100%, εγώ μηχανές ήθελα να φτιάχνω. Θυμάμαι μία φορά, σ ’ένα live των Metallica, είχα πάει για να τους δω και το πάσο μου ήταν φθαρμένο και δεν με άφηναν να μπω. Για καλή μου τύχη με αντιλήφθηκε ο Cliff, ο οποίος μου έδωσε την δική του διαπίστευση και πέρασα. Όταν τον ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό (κάποιος από την διοργάνωση), τους απάντησε ξερά, γιατί αυτός είναι ο πρώτος μπασίστας των Metallica, τέτοιος τύπος ήταν ο Cliff ’’.
Σαν μουσικός μνημονεύεται μέχρι και σήμερα εξαιτίας της επανάστασης που έφερε στο όργανο. Κάτι πάρα πολύ λογικό αν δούμε ποιους ο ίδιος μνημονεύει ως επιρροές του. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι ο Lemmy, με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε την παραμόρφωση αποτέλεσε μεγάλη πηγή έμπνευσης και για τον ίδιο. Φυσικά είχε μελετήσει και τον τεράστιο Phil Lynott,αλλά προσέξτε κάτι, του Cliff του άρεσε πολύ η country, του άρεσαν πολύ οι Aerosmith και είχε αρχίσει να πρωτοακούει (τότε) μία μπάντα που του άρεσε επίσης πολύ, τους REM. Άλλος ένας μουσικός που τον είχε επηρεάσει σημαντικά μουσικά, ήταν ο Bach, ναι, ο γνωστός Bach! Τί συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε λοιπόν; Ότι επρόκειτο για ένα μουσικό με ορθάνοιχτους ορίζοντες και αναμφισβήτητα το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με όλα τα άλλα που έχουν αναφερθεί, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να τον κάνει να ξεχωρίσει.
Πάμε, όμως, να ξεδιπλώσουμε τον μίτο της μουσικής του πορείας. Το “Kill’Em All” φέρνει τους Metallica το 1983 για τα καλά στις ζωές μας. Στο συγκεκριμένο album θα συναντήσουμε μόλις μία σύνθεση του Cliff, το μνημειώδες “Pulling Teeth”. Αυτό θα συμβεί κυρίως γιατί ο δίσκος ήταν σχεδόν έτοιμος κατά την ένταξη του στην μπάντα. Στο συγκεκριμένο κομμάτι ακούμε διάφορα solos που είχε συνθέσει. Λέγεται μάλιστα ότι ένα από αυτά, είναι και το solo που έπαιζε όταν τον άκουσαν οι Metallica ζωντανά για πρώτη φορά. Το επόμενο έτος έρχεται το “Ride The Lightning”, με τον Mustaine να έχει ήδη αποχωρήσει, πριν την πρώτη τους κυκλοφορία, και την θέση του στην κιθάρα έχει πάρει ο Kirk Hammett. Κοιτώντας βέβαια το θέμα από την συνθετική του πλευρά, πλέον ο έτερος βασικός συνθέτης των Metallica, εκτός του Hetfield δηλαδή, είναι ο Burton. Από τα οχτώ κομμάτια, που βρίσκουμε στο album, είναι ο κύριος συνθέτης των τριών, τα όποια μάλιστα είναι και τα hit (την σιχαίνομαι την λέξη όσο κι εσείς, αλλά για να συνεννοηθούμε την χρησιμοποιώ), “For Whom the Bell Tolls”, “Fade to Black” και “Creeping Death”. Ήδη ο Cliff έχει αρχίσει να ξεχωρίζει στην μουσική σκήνη, όπως και οι Metallica άλλωστε, γεγονός που θα τονιστεί ακόμα περισσότερο με την κυκλοφορία του “Master of Puppets”. To MoP είναι το τελευταίο album των Metallica, στο οποίο συμμετέχει ο Cliff. Με το τρένο που λέγεται Metallica να έχει μπει για τα καλά στις ράγες και να έχει ήδη αρχίσει την ξέφρενη πορεία του προς την κορυφή, ο Cliff μας χαρίζει συνθετικά άλλα δύο κομμάτια, το ομώνυμο και το “Orion”. Αυτό που μπορούμε να δούμε και να συμπεράνουμε σχεδόν με ασφάλεια, είναι ότι ο χαμός του Cliff δεν τους στέρησε μόνο έναν εξαιρετικό παίχτη -άλλωστε ούτε ο Newsted ούτε ο Trujillo είναι κακοί μπασίστες, τουναντίον μάλιστα- αλλά κυρίως έναν δεύτερο συνθετικό πόλο.
Κάπως έτσι ,λοιπόν , φτάνουμε στο 1986 και στο tour Damage Inc. στα πλαίσια προώθησης του MoP στην Ευρώπη. H μπάντα ταξίδευε στην Σκανδιναβική χερσόνησο και βρισκόταν σ ‘ένα δρόμο ανάμεσα σε Στοκχόλμη και Κοπεγχάγη, όταν το λεωφορείο στο οποίο επέβαιναν ανατράπηκε. Εκείνο το βράδυ ο Kirk με τον Cliff έχουν μία «διαμάχη» για το σε ποια κουκέτα θα κοιμηθούν και η οποία λύθηκε με το τράβηγμα χαρτιών. Ο Cliff θα τραβήξει τον άσσο σπαθί και θα κερδίσει, έτσι θα πάρει την κουκέτα που αποτέλεσε πέτρα του σκανδάλου, στέλνοντας τον Kirk να κοιμηθεί μπροστά. Συγκλονίζει η μαρτυρία του «ηττημένου» εκείνης της βραδιάς, ο οποίος μας περιγράφει ότι όταν έγινε το ατύχημα, άκουσε τους πάντες να φωνάζουν. Τους πάντες εκτός του Cliff. Τότε συνειδητοποίησε ότι κάτι είχε πάει στραβά, πολύ στραβά. Έχοντας βγει έξω, βλέπει το πόδι του Cliff να προεξέχει από το λεωφορείο, με το υπόλοιπο σώμα του να έχει καταπλακωθεί. Μάταια προσπάθησαν να τον απεγκλωβίσουν. Παρά τις ελπίδες για κάποιο θαύμα σωτηρίας , αυτό το θαύμα δεν ήρθε ποτέ.. Ο Cliff είχε αφήσει την τελευταία του πνοή σε εκείνο τον παγωμένο δρόμο.
Ο Hetfield εξομολογείται πως του πήρε δεκαπέντε χρόνια να θρηνήσει πραγματικά τον χαμό του φίλου του, που ποτέ δεν έπαψε να θεωρεί μέλος των Metallica. Στη σκέψη του ήταν εκεί.: στην αρμονία της μουσικής που τους έμαθε, όταν είχε μπροστά του δύσκολες αποφάσεις και αναρωτιόταν “Tι θα έκανε ο Cliff;”, αλλά και στις παλιές φωτογραφίες που ακόμα κοιτάει, για να μπορεί να αναπληρώνει σε κάποιον ελάχιστο βαθμό αυτό το κενό. Άλλωστε, όπως έχει πει και στο παρελθόν, ο χαμός του Cliff σήμαινε κάτι πολύ παραπάνω από την απώλεια ενός μουσικού, που απλά έπαιζαν μουσική. Ήταν η απώλεια του ανθρώπου που τους έμαθε να είναι ο εαυτός τους. Αυτό που λείπει από την άλλη στον Hammett από τον Cliff, είναι κατά κύριο λόγο η ευθύτητα και το αίσθημα δικαιοσύνης, που τον διέκριναν ως άνθρωπο, αλλά ακόμα και σήμερα, για αυτό και κάθε φορά που τον θυμάται του είναι δύσκολο.
Δύσκολο βέβαια δεν θα είναι μόνο για τον Hammett, αλλά για κάθε οπαδό των Metallica (και όχι μόνο) και πάντα θα μας κάνει να αναρωτιόμαστε πόσο υψηλότερα θα έφταναν, αν εκείνο το μοιραίο βράδυ το λεωφορείο δεν είχε αναποδογυρίσει..