Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που άκουσα Chelsea Wolfe, και ήταν ένα βράδυ πριν χρόνια, που έψαχνα κάτι καινούργιο να με ενθουσιάσει στο Spotify. Τελικά πιο πολύ αυτό το κάτι βρήκε εμένα, σε μια playlist όπου υπήρχε το “16 Psyche”. Από τα πρώτα δευτερόλεπτα, αυτό το σκοτεινό διαμάντι με ξάφνιασε, και με έκανε να αναρωτηθώ ποια ήταν αυτή η καλλιτέχνιδα που φαινόταν να έχει όλα αυτά που μου αρέσουν στη μουσική: ατμόσφαιρα, σκοτεινή διάθεση, μπόλικο distortion, επιθετικότητα και ευαισθησία μαζί, και στίχους που σε στοιχειώνουν.
Με αφορμή την επικείμενη εμφάνιση της στην Αθήνα, συγκεκριμένα στο Gagarin205 τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου, κάνουμε μια αναδρομή στη μουσική – και όχι μόνο – προσωπικότητα της.
Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς τον ήχο της Chelsea, καθώς φαίνεται – και χωρίς να έχεις ψάξει το μουσικό της background – ότι πρόκειται για άκουσμα με πολλές και διαφορετικές επιρροές, το οποίο όμως ταυτόχρονα είναι και καινοτόμο, και δεν θυμίζει τίποτα από όσα έχεις ακούσει μέχρι τώρα. Το στοιχείο του folk ήταν έκδηλο από την πρώτη της δουλειά, το “The Grime and the Glow” (2010), και είναι κάτι που την ακολουθεί μέχρι και σήμερα. Η ίδια έχει δηλώσει ότι μεγάλη της επιρροή είναι το Σκανδιναβικό folk, και αυτό αντικατοπτρίζεται στη σκοτεινή και απόκοσμη ατμόσφαιρα της μουσικής της.
Αν και ξεκίνησε να δισκογραφεί από το 2010, το breakthrough και η καθολική αναγνώριση ήρθαν με το “Apokalypsis” (2011), με το οποίο μπήκε και η σφραγίδα της goth ιέρειας, από νωρίς στην καριέρα της. Εκείνα τα χρόνια υπέφερε και από τρομερό stage fright, και έτσι εμφανιζόταν με ένα μαύρο πέπλο στη σκηνή. «Το να παίζω λάιβ ήταν κάτι που έπρεπε να μάθω», έχει πει η ίδια, δίνοντας το στίγμα για τους δαίμονες με τους οποίους πάλευε. Παρ’όλα αυτά, δεν σταμάτησε να είναι ενεργή και να δισκογραφεί με μεγάλη συχνότητα. Ακολούθησαν τα “Pain Is Beauty” (2013), “Abyss” (2015), “Hiss Spun” (2017), “Birth of Violence” (2019), και το αρκετά πρόσφατο (για μένα, αποκορύφωμα της καριέρας της) “She Reaches Out to She Reaches Out to She” (2024).
Σε όλα αυτά τα χρόνια της προσωπικής της δισκογραφίας, δεν σταμάτησε να «ψάχνεται» καλλιτεχνικά και να συμμετέχει και σε πολλά άλλα projects, επιβεβαιώνοντας το ανήσυχο πνεύμα και την πολύπλευρη προσωπικότητα της, χαρακτηριστικά που είδαμε σε όλες της τις δουλειές, όπου δεν φοβήθηκε να πειραματιστεί με ηλεκτρονικά, μέχρι και heavy metal στοιχεία. Το 2021 συνεργάστηκε με τους Converge στο άλμπουμ “Bloodmoon: I”, ενώ το 2022 με τον Tyler Bates για το soundtrack της ταινίας “X”.
Το stage fright δεν ήταν ο μοναδικός δαίμονας με τον οποίο πάλευε η Wolfe, αφού η ίδια έχει παραδεχτεί πως ο εθισμός της στο αλκοόλ ήταν κάτι που τη βασάνιζε για χρόνια, και το “She Reaches Out to She Reaches Out to She” ξεκίνησε να γράφεται την περίοδο που κατάφερνε σιγά-σιγά να το ξεπερνά. Γι’αυτό το άλμπουμ είχα γράψει λίγο αφότου κυκλοφόρησε, αλλά αξίζει να πούμε ότι με αυτό ήρθε μαζί και η ωριμότητα, το σημείο καμπής, που θα ήθελε κάθε καλλιτέχνης στην καριέρα του. Νιώθω ότι σε αυτή της τη δουλειά η Wolfe βρήκε τον εαυτό της, κάτι που στην κυριολεξία φαίνεται να ισχύει όταν γράφονταν αυτά τα κομμάτια. Σίγουρα η σύγχυση και οι δυσκολίες μπορεί να είναι καλλιτεχνική ευλογία, κακά τα ψέμματα, αλλά η θεματική της αναγέννησης και της κάθαρσης στο τελευταίο της άλμπουμ την έφερε σίγουρα πιο κοντά στο κοινό της, αφού σταμάτησε να κρύβεται πίσω από έναν καλλιτεχνικό μανδύα, εκείνο το πέπλο που φορούσε και στις πρώτες της εμφανίσεις. Είναι η δουλειά της στην οποία θα επιστρέφω ξανά και ξανά, όχι μόνο σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι, αλλά στο σύνολο του δίσκου, γι’αυτό που αντιπροσωπεύει.
Χαζεύοντας live αγαπημένων μου καλλιτεχνών στο Youtube, αν και αγαπώ να τους ακούω όλους στο Spotify μου ή στο πικάπ μου, για λίγους έχω πραγματική λαχτάρα να τους δω ζωντανά. Για τη Wolfe είχα αυτή τη λαχτάρα πριν καν παρακολουθήσω κάποιο live της, γιατί τα κομμάτια της εμπεριέχουν όλες τις εικόνες που σε κάνουν να δημιουργήσεις στο μυαλό σου την ατμόσφαιρα της ζωντανής performance. Κρυστάλλινη φωνή με παύσεις και εντάσεις, electro με doom και goth στοιχεία, όλα συνυπάρχουν αρμονικά, και μπορώ ήδη να τα φανταστώ κάτω από ημιφωτισμένους προβολείς στο αγαπημένο μου Gagarin. Τα λέμε εκεί!