Η νέα δισκογραφική δουλειά του side project του Χρήστου Αντωνίου (SEPTICFLESH) μας παρουσιάζεται με τον όνομα “The Undivided Light” και έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο σκληρός ήχος, η σκοτεινή ατμόσφαιρα, η παράδοση και η κλασική μουσική μπορούν να συνδυαστούν μοναδικά και να αποτελέσουν μια μοναδική εμπειρία για όποιον έχει αρκετά ανοιχτά αφτιά για
ακούσει.
Προφανώς δεν έχει νόημα να μπω στη διαδικασία αξιολόγησης του μουσικού επιπέδου του album. Το εντυπωσιακό είναι η πλαστικότητα της μουσικής και ο χειρισμός των ηχοχρωμάτων με τον οποίο περνάει το μήνυμα στον ακροατή. Από την επιλογή των οργάνων μέχρι την θεατρικότητα που διέπει το φωνητικό κομμάτι τα πάντα υποτάσσονται στη συνθετική ιδέα και σερβίρονται σαν ένα σύνολο όπου δε μπορείς να βγάλεις κάτι χωρίς να διαλυθεί το όλο. Με τη δύναμη της ορχήστρας, των τυμπάνων και της φωνής της Ανδρονίκης Σκούλα το “The Undivided Light” είναι ένα μουσικό ταξίδι που διασχίζει όλο τον κόσμο μέσα σε ένα συνονθύλευμα world , avant-garde tribal, ατμοσφαιρικής και κλασικής μουσικής.
To album ξεκινά με το “Tazama Jua”, το κομμάτι που παρουσιάστηκε ως πρώτο δείγμα του δίσκου και αυτό με το πιο πρωτόγονο και ritualιστικό feeling. Ένα κομμάτι στα Σουαχίλι που προλογίζει και λειτουργεί ως “κακός” οιωνός για την σκοτεινή ατμόσφαιρα που διέπει όλο τον δίσκο. Δεύτερο έρχεται το γερμανικό “Blutbad” που μου έφερε στο μυαλό εικόνες από τα original παραμύθια των αδερφών Grimm και μοιάζει περισσότερο με παραστατική διήγηση με τη συνοδεία μουσικής γεγονός που το κάνει ακόμα πιο εφιαλτικό σαν concept. ”Stone and Dust” και γυρνάμε στα αγγλικά (μα τι πολυγλωσσία και αυτή!) με τις μελωδίες να οδηγούν σε ψυχική ανάταση και ένα πιο επικό συναίσθημα. Απόλυτος λυρισμός και ένα μετέωρο crescendo που αφήνει ένα μεγάλο ερωτηματικό. Το ομότιτλο κομμάτι του album έχει κάποια πιο ηλεκτρονικά στοιχεία που συνεισφέρουν στο μουσικό soundscaping και επειδή όπως λέει και μια φίλη μου το μπαρόκ είναι ροκ οι Chaostar κλείνουν εδώ το μάτι στον Purcell με την ενσωμάτωση μελωδιών και στίχων από το διάσημο Lamento της Διδούς για το κλείσιμο του κομματιού. Με το “Memniso” γυρίζουμε σε ένα πιο παραδοσιακό χρώμα το οποίο διατηρείται αρκετά και μέχρι το τέλος του δίσκου για να φτάσουμε περίπου στη μέση του κομματιού για να φανούν τα πιο avant- garde στοιχεία με τη χρήση απότομων εναλλαγών και πιο προγραμματικών σημείων για να τελειώσει με έναν θρήνο ύφους αρχαίου δράματος στα ελληνικά. “Silent Yard” και εδώ έχουμε μπει για τα καλά στην βαριά ατμοσφαιρική πλευρά με απογυμνωμένες μελωδίες που ζωγραφίζουν έναν σκοτεινό μουσικό καμβά για να ξεσπάσει με την ηλεκτρική κιθάρα και στο τέλος με τα πληθωρικά drums. Τελευταίο κομμάτι το “Ying and Yang”, το οποίο μου έδωσε την εντύπωση ότι προσπαθεί να συμπυκνώσει κατά κάποιο τρόπο τα στοιχεία που διέπουν το album με μελωδίες που θυμίζουν ότι έχει προηγηθεί και επαναλήψεις που σφραγίζουν όλα όσα έχουν γίνει μέχρι εκείνη τη στιγμή, ώσπου να διαλυθεί στο
τίποτα.
Δεν θεωρώ ότι είναι ένα album για όλα τα γούστα, χρειάζεται να είσαι αρκετά δεκτικός, όχι γιατί είναι στρυφνό ή δύσκολο όπως θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει από την περιγραφή του, αλλά κυρίως γιατί πρέπει να είναι δεκτικός σε μια τέτοια μουσική εμπειρία. Για μένα μουσικά σπρώχνει την μπάρα πολύ ψηλά με την τόλμη και την ώριμη σκέψη που διέπει συνθετικά το “The Undivided Light”, χωρίς υπερβολές και φλυαρίες και με μια λιτότητα και καθαρότητα που δείχνει ότι οι Chaostar δεν φοβούνται την έκθεση. Καλό ταξίδι εύχομαι και ευελπιστώ να αποδοθεί και με ένα δυνατό live!