Βράδυ Σαββάτου, και δεν κρύβω ότι αυτό το live το περίμενα πολύ. Από πέρυσι το καλοκαίρι και την συναυλία των Ghost όπου οι Candlemass, χωρίς να έχουν παίξει σε καμία περίπτωση άσχημα, μου φάνηκαν κάπως “μικροί”. Θες το μεγάλο stage, θες ο ήλιος, κάτι μου είχε κάτσει στραβά, και είχα κάνει μια νοητή σημείωση να τους ξαναδώ οπωσδήποτε headliners, κάπου που θα παίξουν με τους δικούς τους όρους.
Ανταπόκριση: Μανώλης Ροδοκανάκης / Φωτογραφίες: Δημήτρης Δαλακλής (περισσότερες εδώ)
Αλλά ας κάνουμε μια παρένθεση να πούμε κάποια πράγματα για τους Temor, την Αθηναϊκή μπάντα που με εγγλέζικη συνέπεια άνοιξε την βραδιά στις οχτώ και μισή. Νέα μπάντα, με έναν δίσκο που βγήκε φέτος το Μάρτη, που τα περισσότερα μέλη της παρόλα αυτά έχουν αρκετή πρότερη παρουσία στο χώρο. Καλό δέσιμο, και ειδικά οι έγχορδοι ωραίοι παίχτες, αλλά η αίσθησή μου είναι ότι ήταν κάπως αταίριαστοι στην βραδιά με αποτέλεσμα παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του τραγουδιστή, να δυσκολευτούν να παρασύρουν τον κόσμο, πράγμα κάπως άδικο αν θέλετε τη γνώμη μου. Και σίγουρα ένα πρόβλημα που είχαν κάποια στιγμή με τον ήχο μάλλον δεν τους βοήθησε.
Από κει και πέρα, το halldorophone που είναι το σήμα κατατεθέν τους – ναι, κι εγώ για τσέλο το πέρασα, μην αγχώνεστε – κάπου χανόταν στις συνθήκες του live αν εξαιρέσουμε κάποια intro, οπότε θεωρώ ότι θα είναι μια ιδιαίτερη πρόκληση για τους ίδιους να βρουν τρόπους να το αξιοποιήσουν και να χτίσουν πάνω σε αυτό. Προς το τέλος, και με το “Damnation” – για το οποίο έχει γυριστεί και video clip – το κοινό πήρε λίγο μπρος, αλλά δε μπορώ να μη σκέφτομαι ότι σε μια άλλη βραδιά, με κόσμο πιο κοντά στο ύφος τους, θα τα είχαν πάει πολύ καλύτερα.
Μισή ώρα αργότερα και ενώ είχαν ανέβει οι κουρτίνες, ο βασανιστικός ρυθμός του “Marche Funebre” έφτανε στα αυτιά μας. Οι κουρτίνες άνοιξαν αργά, και οι Candlemass βγήκαν με το “Bewitched”, με τον κόσμο να παραληρεί. “Dark are the Veils of Death” και “Mirror Mirror” στα καπάκια, και καταλαβαίνετε ότι αργήσαμε κάπως να πάρουμε ανάσα. Όταν ο επικός Leif Edling, ο Doomlord όπως μας τον συνέστησε ο συμπαθέστατος Johan Längqvist, πήρε το μικρόφωνο για να μας πει ότι πλέον οι Candlemass νιώθουν την Ελλάδα σαν το home away from home τους μετά από τόσες επισκέψεις, ήταν δύσκολο να μην τον πιστέψεις.
Και αυτή η κάπως παρεΐστικη ατμόσφαιρα συνέχισε για όλη την διάρκεια του live, είτε με το mini quiz για προηγούμενες επισκέψεις τους, είτε με τον Mats Björkman να στέλνει φιλάκια στον κόσμο, είτε με το πώς αποδόθηκε το break στο Crystal Ball, είτε με το πόσο χαλαρά αντιμετώπισαν τα δικά τους προβλήματα με τον ήχο – που δυστυχώς υπήρξαν. Οι Candlemass μας παρουσιάστηκαν σαν μια μεγάλη μπάντα, γεμάτη αυτοπεποίθηση και σιγουριά, που δεν έχει καμία διάθεση να κρυφτεί πίσω από πόζα και ποζεριλίκια και που νιώθει το ίδιο άνετα είτε παίζει το “Solitude” από το μακρινό ’86, είτε το προπέρσινο “Sweet Evil Sun”.
Προς το τέλος, ο Längqvist μας είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι τα τελευταία χρόνια έχουν πάει πολύ καλά για τη μπάντα, ότι περνάνε πολύ καλά και ότι είναι χαρούμενοι. Και νομίζω με αυτό θέλω να κλείσω. Το βρίσκω σχεδόν ποιητικό που αυτή η μπάντα, που ξεκίνησε τόσο ιδανικά στα μέσα των 80’s, πέρασε δια πυρός και σιδήρου στα 90’s, κατάφερε να ξαναβρεί την αρχική της σύνθεση στην αρχή του millenium μόνο και μόνο για να χάσει τον Messiah τόσο σύντομα πάλι, εν τέλει τα τελευταία πέντε χρόνια έχει ξαναενωθεί με την φωνή με την οποία μας συστήθηκε. Και με όλον τον δεδομένο σεβασμό στον Messiah, εγώ από αυτούς τους Candlemass δε θα άλλαζα τίποτα. Μα τίποτα. Και αυτό εν τέλει εξαφάνισε και όλα τα άγχη που μου είχαν μείνει από πέρυσι. Οι Candlemass είναι εδώ, είναι τεράστιοι, και το χαίρονται με την ψυχή τους. Κι εμείς μαζί τους!