Ας ξεκινήσουμε με την εξής, απλή ερώτηση: Υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να τραγουδήσει η Beth Gibbons; Ας συνεχίσουμε με την εξής, απλή απάντηση: Όχι.
Πριν από μερικές μέρες κυκλοφόρησε η νέα δουλειά της frontwoman των Portishead και είναι παντελώς διαφορετική από τις σκαλωτικές trip hop μελωδίες, που άφησαν το στίγμα τους στα 90s, αλλά και από τους πιο jazz δρόμους, που έχει ακολουθήσει στην σόλο καριέρα της. Αυτή τη φορά αναλαμβάνει το ρόλο της σοπράνο για την εκτέλεση της συμφωνίας no. 3 του Henryk Gorecki, “Symphony of Sorrowful Songs”, υπό τη συνοδεία της Εθνικής Ραδιοφωνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Πολωνίας και υπό τη διεύθυνση του Krzysztof Penderecki.
Το ίδιο το έργο του Gorecki είναι συγκλονιστικό από μόνο του. Είναι χωρισμένο σε τρεις πράξεις με κοινό άξονα τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η πρώτη πράξη είναι στηριγμένη σε έναν εκκλησιαστικό θρήνο, η δεύτερη σε ένα κείμενο, που βρέθηκε γραμμένο πάνω στον τοίχο ενός κελιού της Gestapo και η τρίτη σε ένα Σιλεσιανό τραγούδι μιας μητέρας, που ψάχνει το γιό της, που δολοφονήθηκε από τους Γερμανούς.
Η Gibbons, προκειμένου να εκτελέσει το συγκεκριμένο κομμάτι χρειάστηκε μήνες προετοιμασίας, ώστε να μάθει να τραγουδάει στην πολωνική γλώσσα (πράγμα που από μόνο του αποτελεί κατόρθωμα), να μελετήσει παρτιτούρες, που δεν ήξερε πώς να διαβάζει, αλλά και να προετοιμάσει τη φωνή της για να τραγουδήσει μία σύνθεση γραμμένη για soprano, ενώ η ίδια είναι contralto.
Η εκτέλεση της Gibbons είναι αυτό, που θα περίμενε κανείς από την τραγουδίστρια των Portishead και είναι παντελώς διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη εκτέλεση θα συναντήσει κανείς. Ξέρουμε όλοι ότι το φόρτε της είναι να δημιουργεί δράμα μέσα από τη φωνή της και αυτό κάνει με εξαιρετικό τρόπο, για ακόμα μια φορά – πάντα με σεβασμό προς το έργο του Gorecki. Το αιθέριο τρέμολο της φωνής της, μαζί με αυτό το ηχόχρωμα, που ομοιάζει με theremin, δίνει μια τελείως διαφορετική διάσταση στη σύνθεση, την κάνει ακόμα πιο σπαρακτική.
Και, ενώ η φωνή της διαφέρει απίστευτα από εκείνη μιας κλασικά εκπαιδευμένης τραγουδίστριας, για κάποιο λόγο φαίνεται να μπλέκεται ομοιόμορφα ανάμεσα στα έγχορδα, να σε φορτώνει με συναισθήματα, να σε καθηλώνει και να σε κάνει να νιώθεις απόλυτα κενός. Αυτός ο δίσκος είναι η απόδειξη πως η Gibbons έχει το χάρισμα να σε στοιχειώνει με τη φωνή της, ανεξαρτήτως του πλαισίου, στο οποίο θα βρεθεί.