Οι μουσικοί νομάδες Beirut μόλις κυκλοφόρησαν τον πέμπτο full length δίσκο τους και το όνομα αυτού “Gallipoli”, ένεκα της πόλης στην οποία ηχογραφήθηκε το συγκεκριμένο κομμάτι. Μπορώ να πω ότι είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη νέα τους δουλειά, ειδικά μετά από το “No No No” του 2015, που δεν άντεξα να ακούσω πάνω από δύο φορές και το οποίο μου είχε φανεί κενό ψυχής και συναισθήματος.
Εντάξει, ξέρουμε πως οι Beirut έχουν ένα μαγικό τρόπο να σου προκαλούν ένα νοσταλγικό συναίσθημα με τα κομμάτια τους, όμως σε αυτό το δίσκο ξεπέρασαν και τους εαυτούς τους πάνω σε αυτό το θέμα. Επίσης, όλα τα κομμάτια (με εξαίρεση, ίσως, το ομότιτλο) σου δίνουν την αίσθηση της ραθυμίας, σε κάνουν να θες να ξαπλώσεις στη στάση του αστερία και να παραμείνεις ακίνητος. Ίσως για αυτό να ευθύνεται το γεγονός ότι σε πολλά σημεία του δίσκου νιώθεις πως οι μελωδίες των οργάνων και της φωνής ηχούν από μακριά – κάπως σαν να περνάνε από ένα φίλτρο πριν φτάσουν στα ακουστικά σου.
Γενικά προτιμάω τον πιο οργανικό, γήινο ήχο του συγκροτήματος και όχι τον ηλεκτρονικό. Αν και οι ήχοι από synthesizer είναι διάσπαρτοι σε πολλά κομμάτια, είναι συνήθως καλά παντρεμένοι με το χάλκινο στοιχείο, πράγμα που μου έλειπε σε άλλες δουλειές της μπάντας. Αυτό φαίνεται σε κομμάτια, όπως το “Family Curse” και το “Gallipoli”. Μόνο στο τραγούδι “On Mainau Island” θα έλεγα ότι οι οξείες συχνότητες, που επέλεξαν, είναι ιδιαίτερα ενοχλητικές, κακές.
Οι συνθέσεις που ξεχωρίζουν είναι φυσικά το ομότιτλο “Gallipoli”, το “When I die” με τον υπέροχο ρυθμό του και τα γλυκά φωνητικά του Zach, και το αγαπημένο μου, “Varieties of exile” με την καταπληκτική συνένωση γιουκαλίλι – ακορντεόν να φτιάχνει τη βάση για τους σχετικά μινιμαλιστικούς στίχους και δίνοντας χώρο στον Zach να μας ταξιδέψει. Πολύ συχνά τα κομμάτια τους, στα οποία οι στίχοι λείπουν ή είναι ελάχιστοι, είναι και τα αγαπημένα μου. Άξιο αναφοράς επίσης είναι το “Light in the Atoll” που στέκεται και λαμπυρίζει δυο βήματα πριν το τέλος του album.
Γενικά ο δίσκος είναι πολύ όμορφα στημένος, οι λεπτομέρειες είναι προσεγμένες, τα φωνητικά του Zach, όπως πάντα, σε γεμίζουν ζεστασιά και σε κάνουν να επιπλέεις, και μπορείς να τον αγαπήσεις από τα πρώτα ακούσματα. Ωστόσο, νιώθω πως πλέον οι Beirut έχουν βαλτώσει, κάπως. Έχουν βρει τον ήχο τους και τον έχουν εξερευνήσει από κάθε πλευρά έτσι που τίποτα δεν ακούγεται νέο, φρέσκο. Μου έλειψε η αίσθηση της έκπληξης, καθώς εξερευνούσα τα 12 νέα κομμάτια τους – με εξαίρεση το ονειρικό “Varieties of Exile”. Όπως και να ‘χει, σίγουρα δεν θα χάσετε το χρόνο σας ακούγοντας τις καινούριες συνθέσεις των Beirut.