Το “Bad Blood” (2013) ήταν ο δίσκος με τον οποίο το όνομα Bastille εδραιώθηκε στο χώρο της ηλεκτρονικής indie pop. Τα χαρακτηριστικά που έφεραν στο τραπέζι, σε συνδυασμό με την χροιά του Smith, αλλά και τον ρυθμό και το στίχο που σε κρατούσαν μονίμως σε μια κατάσταση εγρήγορσης ήταν η συνταγή της δημιουργίας αυτού του σπουδαίου άλμπουμ. Από την άλλη, το “Wild World” (2016) ήταν ένα άγευστο, αδιάφορο ηχητικό πόνημα, από το οποίο έλειπε η δημιουργικότητα και η πρωτοτυπία. Ήταν λες και το συγκρότημα προσπάθησε να λειάνει τις γωνίες και τα αγκάθια που έκανε τον ήχο τους ξεχωριστό, προκειμένου να χωρέσει μέσα στο κουτί της εύπεπτης pop.
Το “Doom Days” (2019), που κυκλοφόρησε πριν από μερικές βδομάδες, ευτυχώς ξέφυγε από το μονοπάτι στο οποίο βάδιζε ο προηγούμενος δίσκος. Φυσικά, δεν είναι ικανό να φτάσει στο επίπεδο του ερωτεύσιμου “Bad Blood”, όμως είχε κάτι ξεχωριστό. Από μόνος του ο δίσκος χαρακτηρίζεται ως concept album, και αυτό διότι τα έντεκα κομμάτια είναι ουσιαστικά έντεκα στιγμιότυπα από μία και μοναδική βραδιά. Αυτό φαίνεται κιόλας από μερικούς τίτλους των κομματιών, π.χ. “4 AM”, “Quarter Past Midnight”. Τα χρονικά πλαίσια μέσα στα οποία τοποθετούνται τα υπόλοιπα tracks αναλύθηκαν σε μια σειρά από βίντεο που ανέβηκαν στην επίσημη σελίδα του συγκροτήματος, συγχρόνως με την κυκλοφορία του δίσκου. Ο χώρος είναι ένα νεανικό πάρτυ και η ατμόσφαιρα είναι χαώδης, ευφορική, γεμάτη τρέλα, αναταραχές και ξεγνοιασιά.
Το “Doom Days” βρίσκει τους Bastille περισσότερο ώριμους και ικανούς να πάρουν ρίσκα. Έχουν καταφέρει μέσα σε 40 λεπτά να χωρέσουν πολυάριθμα hooks, όμορφα backing vocals στρωματωμένα με αυτόν τον τρόπο που χαρακτηρίζει τους Bastille, αισθαντικούς στίχους που σε πηγαίνουν πίσω στην πρώτη τους κυκλοφορία, πολλαπλές και πολύχρωμες εικόνες. Και όλα αυτά μέσα σε έντεκα, σχετικά απλοϊκές συνθέσεις.
Νιώθω ότι η πλειονότητα των καλύτερων κομματιών αυτού του δίσκου βρίσκονται στη μέση του. Η τριπλέτα “The Waves”, “Divide”, “Million Pieces” είναι αυτή που στέκεται υπερυψωμένη, κατά την πρώτη ακρόαση. Αυτά μαζί με το “Joy”, που είναι η τελευταία σύνθεση του “Doom Days”, είναι που με κράτησαν και με έκαναν να βάλω την playlist από την αρχή ώστε να βιώσω ακόμα καλύτερα την ατμόσφαιρα αυτού του «πολύχρωμου πάρτυ». Το “Divide” είναι η δυνατή μπαλάντα του album, που σου κολλάει στο μυαλό, ενώ τα “Million Pieces” και “Joy” σε ξεσηκώνουν.
Το “Doom Days” σίγουρα δεν φτάνει το επίπεδο του “Bad Blood” αλλά είναι άξιος διάδοχος (στου δικό μου μυαλό, το “Wild World” ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ). Μπορείς να το ακούσεις πολλές φορές, συνεχόμενα χωρίς να σε κουράσει. Και ενώ τα κομμάτια έχουν στηθεί με απλό τρόπο, σε κάθε ακρόαση θα βρεις και μια καινούρια λεπτομέρεια που στην προηγούμενη σου είχε ξεφύγει. Το καλό με αυτόν το δίσκο είναι ότι σχεδόν κάθε κομμάτι έχει τις προδιαγραφές να γίνει το επόμενο σου σκάλωμα, αν γουστάρεις το ύφος των Bastille.