Τα αειθαλή παλικάρια από το Worcestershire μας καθήλωσαν με τις ρομαντικές μελωδίες τους και την πολυδιάστατη προσέγγιση στον ήχο, του οποίου αναδείχθηκαν μπροστάρηδες πριν από 40 κοντά χρόνια.
Ο αέρας στην Θανατερή Ντίσκο ήταν γεμάτος από, ώριμες ως επί το πλείστον, φωνές και ανάσες. Κόσμος και κοσμάκης με καρτερία ανάμενε τους ΑATT, δύο χρόνια μετά την τελευταία τους εμφάνιση στο ελληνικό και δη στο αθηναϊκό κοινό. Οι συζητήσεις περιστρέφονταν, χαρούμενα, γύρω από την κατάσταση της μπάντας και του τι είχε να προσφέρει ακόμη και σήμερα.
Ανταπόκριση: Γιώργος Χαλβαντζής / Φωτογραφίες: Δημήτρης Δαλακλής (περισσότερες εδώ)
Στις 10 κατηφόρισαν από το πατάρι του Death Disco, το ντουέτο των Τεξανών Tearful Moon, το οποίο σταμάτησε για ένα βράδυ στην Αθήνα εν μέσω της ευρωπαϊκής τους τουρνέ. Λιτοί και μινιμαλιστικοί πάνω στην σκηνή με τη μόνη υπόνοια σκηνικής παρουσίας να προέρχεται από την τραγουδίστρια Sky Lesco, η οποία λικνιζόταν για περίπου 45 λεπτά στα beats του υπεύθυνου επί του programming, Manuel Lozano. Τα κομμάτια τους, με λίγο από Clan of Xymox και KVB, κατάφεραν να κουνήσουν σταθερά και επίμονα τους παρευρισκόμενους εκείνη την ώρα. Παρά το αναλλοίωτο των συνθέσεων και ένα de facto υπόβαθρο στα 8-9 τραγούδια τους (με αποκορύφωμα το “Anxiety”), οι δύο μουσικοί κατάφεραν να αποτελέσουν ιδανικό προοίμιο για τους headliners, που ακολούθησαν εν συνεχεία.
Αν ήμαστε σε κάποιο υπαίθριο αγγλικό setting, σίγουρα, λίγα λεπτά μετά τις 11 θα ηχούσαν μικρές καμπάνες για την έλευση των And Also The Trees επί της σκηνής. Πέντε μουσικοί με τα όργανα ανά χείρας και το “Slow Pulse Boy” να παίζει επικίνδυνα με τα αυτιά μας και το μυαλό μας, μεταφέροντάς μας στο safe & happy place του καθενός. Αδιαμφισβήτητοι πρωταγωνιστές της οπτικοακουστικής εμπειρίας, που στηνόταν στα μάτια μας, ήταν τα αδέρφια Jones και ο πολυπράγμων κύριος Οzanne, με πνευστά, έγχορδα και πληκτροφόρα βέλη στη φαρέτρα του, πλαισιωμένοι όλοι από ένα καταπληκτικό μπάσο και σεμιναριακού επιπέδου free blend παίξιμο στα τύμπανα.
Χέρια, μυς του προσώπου, όλος ο κορμός, γέμιζαν ενέργεια και εκτονώνονταν όταν ο Simon Jones προσέγγιζε διστακτικά και ντροπαλά μα και σίγουρα το μικρόφωνο. Από το “Hawksmoor & the Savage” στο “Prince Rupert” μπορούσε κανείς να θαυμάσει ενεός, πώς οι πλάτες αυτών των γυρολόγων της βρετανικής post-punk και αμερικανίζουσας σκηνής, έδιναν το απόσταγμα της δημιουργικής τους μαεστρίας. Κινητικότητα στη σκηνή, σαν να είχε σκηνοθετηθεί για ένα υπόγειο της κεντρικής Ευρώπης με το συναίσθημα του κοινού και του σχήματος να επικοινωνούν. Ενσαρκώνοντας πλήρως το “A man with boots on walks by me” ο Simon ξετύλιξε τον “Untangled Man” και μας άφησε με κλειστά τα μάτια να χάσκουμε. Κυριολεκτικά.
Για το τελευταίο album τι μπορεί να κανείς; Για το πώς ερμηνεύονται τα “Winter Sea” και το “ The Sleepers”; Οι And Also The Trees μπορούν να παίξουν αυτό που έχεις στο μυαλό σου, αλλά με τον τρόπο τους. Με τον πομπώδη, αλλά και επιβλητικό τρόπο τους καταφέρνουν να περάσουν την ωριμότητά τους, ως μία δεύτερη νιότη. Και μετά αυλαία. Προσωρινή.
Οι αλαλαγμοί και τα επιφωνήματα του ενθουσιώδους κοινού τους ξαναέφερε πάνω για το πολυθρύλητο “Virus Meadow”. Συγχορδίες, κίνηση και ευγενικά κατεβασμένα κεφάλια αποτέλεσαν το κύκνειο άσμα αυτής της σπουδαίας και ενεργητικής εμφάνισης, από ένα παρεξηγημένο και ταξιδιάρικο σχήμα.