Θυμάμαι που πρωτοσυζητούσα με διάφορα άτομα στο Facebook εκείνη τη δήλωση του Esa Holopainen: “Αν και είναι πολύ νωρίς για μία τέτοια δήλωση, θέλω να πώ ότι έχουμε δημιουργήσει το καλύτερο άλμπουμ των AMORPHIS ever. Θα κάνουμε ότι καλύτερο!” (ακριβής μετάφρασης της φράσης του) που τα έλεγε κάπου το Δεκέμβριο, λέγαμε να κρατάμε “μικρό καλάθι” καθώς, εντάξει, οι Amorphis φημίζονται για τις ποιοτικές δουλειές τους, όμως υπήρξαν στιγμές κατά την Joutsen εποχή τους που δεν ήταν και τόσο ένδοξες. Και μετά μπαίναμε στο τριπάκι της σύγκρισης με παλαιότερες εποχές και ούτω καθεξής. Θεωρώ πως καλά πράξαμε, χωρίς να υπονοώ ούτε κατά διάνοια ότι το album είναι για πέταμα. Απεναντίας. Αλλά που να χτυπάνε το κεφάλι τους κάτω, δεν είναι το καλύτερο.
Μια νέα κυκλοφορία Amorphis είναι πάντα ένας λόγος για ενθουσιασμό, και σίγουρα δε θα μπορούσε να προσπεραστεί έτσι απλά. Μετά από περίπου 100 ακροάσεις υπάρχουν κομμάτια που έχουν ξεχωρίσει στο κεφάλι μου, αλλά νομίζω πως η προσωπική ακρόαση του καθενός είναι αυτή που στο τέλος θα τα ξεδιαλύνει για τον καθένα στη τελική. Προσπαθώ να σκεφτώ γιατί ο Esa αναφέρθηκε σε αυτόν τον δίσκο ως “ο καλύτερος των Amorphis” (έχω κολλήσει!!!) και πιστεύω πως είναι γιατί έχει αρκετές extreme στιγμές με πολλά growls και grunts, κάτι που σίγουρα αρκετοί fans θα περίμεναν, όμως είναι αυτό αρκετό; Εννοώ πως αν κάτι έκανε έναν ακροατή να ξεχωρίζει αυτό το συγκρότημα, είναι γιατί κατάφερε να συνδυάσει τον extreme ήχο με folk στοιχεία, με φουλ μελωδία, backing vocals, πλήκτρα, με καθαρά και “άγρια” φωνητικά και όλα αυτά με στίχους βγαλμένους είτε από μύθους της περιοχής τους είτε της κάθε ιστορίας με την οποία καταπιανόταν ο κάθε δίσκος. Όχι λοιπόν το να τα χώνει δεν είναι αρκετό. Και ευτυχώς δεν αρκέστηκαν σε αυτό.
Ίσως κάποιοι θεωρήσουν υπερβολή το να θεωρηθεί το “The Wanderer” ως το καλύτερο του δίσκου, προσωπικά είναι αυτό που τελικά στάθηκα και άκουσα περισσότερο, το οποίο θα περίμενα να είναι ένα από τα πρώτα τους singles αλλά φαίνεται πως η μπάντα ήθελε να το αφήσει σαν “ανακάλυψη” με την συνολική ακρόαση του δίσκου (εννοώ πέρα από τα 3 lyric videos που αρχικά κυκλοφόρησαν), έχει αυτή τη χαρακτηριστική ατμόσφαιρα που αποπνέουν όλες οι μπάντες που είναι από τα Βόρεια και συγκεκριμένα από τις Σκανδιναβικές χώρες, τα πλήκτρα είναι εξαιρετικά, τα φωνητικά του Joutsen καθαρά καθ’όλη τη διάρκεια του κομματιού στην καλύτερη ερμηνεία που θα μπορούσαν να δώσουν. Οι κιθάρες σε όλο το album έχουν τον ρόλο τους, πιο εμφανείς πλέον απ’ότι τα υπόλοιπα όργανα, αν και, για παράδειγμα στο “Skyforger” ήταν αυτό που μου άρεσε πιο πολύ, ίσως τελικά να έχει να κάνει και με το πόσο δένει με τις συνθέσεις κάθε φορά. Τα lyric videos παρόλα αυτά κατορθώνουν να δώσουν το εξής: μια συμπτυγμένη εικόνα απ’όλο το album. Δηλαδή το “Hopeless Days” που είναι κάπως πιο slow tempo από τα υπόλοιπα δύο, στην εισαγωγή του δείχνει πως υπάρχουν πιο heavy στιγμές μέσα στο album αλλά το κομμάτι όπως εξελίσσεται, δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα πως δεν αποχωρίζονται την ταυτότητα στη μουσική τους που έχουν από την Tomi Joutsen εποχή. Όσο δε για το “Enchanted By The Moon” (που ήταν αυτό που με ενθουσίασε περισσότερο από τα πρώτα τρία που βγήκαν στη δημοσιότητα) ναι, είναι από τα καλύτερα του δίσκου, αυτό το μυστήριο στα κουπλέ, όλη αυτή η αναδρομή σε παλαιότερες εποχές των Amorphis (μην ξινίζετε, ξέρω πως για αρκετούς από εσάς δεν υπάρχει σύγκριση, όμως σε σημεία πέρα από το ρεφρέν ναι σε βάζουν σε αυτή τη λούμπα) οι αλλαγές στους ρυθμούς, ω ναι, είναι φανταστικό κομμάτι.
Γενικά με κάθε ακρόαση ξεχωρίζεις και άλλο, δηλαδή, ακόμα και με το “Mission” με το οποίο εξεπλάγην καθώς στα αυτιά μου ακούστηκε αρκετά pop και έξω από τα νερά τους, ή το “New Day” ένα μελαγχολικό κλείσιμο για έναν τέτοιο δίσκο ακούγονται άνετα μεμονωμένα, δείχνουν μια άλλη πλευρά τους συγκροτήματος, που είναι στα συν τους. Η μεγάλη έκπληξη βέβαια, αν τυχόν “πέσετε” στην έκδοση με το bonus track, “Dead Man’s Dream”, είναι ακριβώς στο bonus track! Speed-άτο, σχεδόν… thrash, επιθετικό, σαν να περικλείει όλη τη περισσευούμενη ενέργεια της μπάντας!
Να αναφέρω ότι όλο αυτό το προσφέρουν με ένα από τα καλύτερα εξώφυλλα που είχαν ποτέ, δια χειρός Tom Bates (όσοι δεν τον ξέρετε, ψάξτε τον οπωσδήποτε) και mixing/παραγωγή στον καλό μας Peter Tägtgren (όπου φέτος, αν σκεφτούμε και το καινούριο Hypocrisy, μάλλον είναι η χρονιά του καθώς ό,τι πιάνει γίνεται χρυσός).
[stextbox id=”black”]
Συνοψίζοντας…!
The Good: Tomi Joutsen, είτε στα καθαρά φωνητικά είτε στα growls
The Bad: Ναι, κάποια κομμάτια είναι fillers αλλά στο σύνολό του είναι πολύ καλός δίσκος
Βαθμολογία: 4 / 5
[/stextbox]